3 Σεπτεμβρίου 2024

Τι είπαν στην Ετήσια ΓΣ του ΣΕΒ, ο Θεόδωρος Φέσσας, ο Αλέξης Τσίπρας και ο Ζ. Κλ. Γιουνκέρ

Τι είπαν στην Ετήσια ΓΣ του ΣΕΒ, ο Θεόδωρος Φέσσας, ο Αλέξης Τσίπρας και ο Ζ. Κλ. Γιουνκέρ

Ακολουθούν οι Ομιλίες και χαιρετισμοί στην Ετήσια Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ του Προέδρου του ΣΕΒ, κ. Φέσσα, του Πρωθυπουργού και του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιστροπής.

Ομιλία του Προέδρου του ΣΕΒ, κ. Φέσσα:

Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε της Δημοκρατίας, κύριε Πρωθυπουργέ, κύριε Πρόεδρε της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κυρίες & Κύριοι,

Ευχαριστούμε θερμά που είστε μαζί μας απόψε.

Ευχαριστούμε ιδιαίτερα τον Πρόεδρο Jean Claude Juncker, έναν μεγάλο Ευρωπαίο ηγέτη και φίλο της Ελλάδας, για την τιμή που μας κάνει σήμερα.

ΑΛΜΑ ΣΤΟ 2018

Η κεντρική θέση της αποψινής ομιλίας μου, είναι: «ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ, ΝΑ ΓΙΝΕΙ Η ΔΟΥΛΕΙΑ ΣΩΣΤΑ, ΤΩΡΑ». Δηλαδή, όσοι έχουν την ευθύνη για το μέλλον της χώρας μας σε Ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, πρέπει να κάνουν τα σωστά πράγματα και να τα κάνουν τώρα.

Θέλουμε να κάνουν όλοι σωστά τη δουλειά τους. Όπως και εμείς οφείλουμε να κάνουμε σωστά τη δική μας.

Και οι περισσότεροι την κάνουμε. Εμείς και οι εργαζόμενοι μας, κρατάμε τις επιχειρήσεις μας όρθιες, πληρώνουμε με συνέπεια τις υποχρεώσεις μας και τροφοδοτούμε την οικονομία.

Πού κατά την άποψή μας μπαίνει ο πήχης; Τι περιμένουμε να ακούσουμε ως γεγονότα από τον Πρωθυπουργό της χώρας στη Γενική μας Συνέλευση το 2018;

Κάνοντας μία αισιόδοξη προβολή στο μέλλον, περιμένουμε να ακούσουμε ότι το 2017:

  • Η ελληνική οικονομία έτρεξε με ρυθμό ανάπτυξης 3,5%.
  • Η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, εισφοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου, της φοροκλοπής δηλαδή, απέδωσε 4 δις ευρώ επιπλέον έσοδα το 2017 και μας επιτρέπει αντίστοιχη μείωση φόρων και εισφορών.
  • Οι συνολικές επενδύσεις ξεπέρασαν τα € 25 δις.
  • Η Ελλάδα δανείζεται πλέον στις αγορές με επιτόκιο δεκαετούς κάτω του 3%.

 

  • Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs) έχουν μειωθεί κατά 30%.
  • Η ανεργία έπεσε κάτω από το 20%.
  • Ελλάδα και εταίροι συμφωνήσαμε στη μείωση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2018.

Αυτά και άλλα πολλά επιβάλλεται να μας πει ο Πρωθυπουργός της χώρας μετά από δύο χρόνια. Είναι φιλοδοξία και απαίτηση όλων μας.

Έτσι, το τραυματικό 2015 της παρ’ ολίγον καταστροφής, σε δύο χρόνια από σήμερα, θα μοιάζει σαν ένας μακρινός εφιάλτης. Διεθνείς εταίροι μας, ελληνικό πολιτικό σύστημα, εργοδότες, εργαζόμενοι και κοινωνία θα έχουμε κτίσει μια νέα σχέση εμπιστοσύνης και συνεργασίας.

Φίλες και φίλοι,

Η δουλειά της οριστικής εξόδου από την κρίση πρέπει να γίνει σωστά και συστηματικά. Με τους κατάλληλους ανθρώπους που θα αναλάβουν την ιδιοκτησία και την ευθύνη της υλοποίησης. Και να γίνει άμεσα. Και τότε όλοι θα είμαστε περήφανοι.

Σε αυτό θέλω να συμβάλω σήμερα, με συγκεκριμένες σκέψεις, για το πώς θα το πετύχουμε.

Ας ξεκινήσουμε από μια σύντομη αναφορά στις σημαντικότερες διεθνείς προκλήσεις και τη σημερινή κατάσταση της Ελληνικής οικονομίας.

ΟΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ

Εδώ και μια δεκαετία περίπου, η αστάθεια είναι η νέα παγκόσμια πραγματικότητα.

Οι ανισότητες μεγαλώνουν, ακραίες φωνές αποκτούν πολιτική έκφραση και αναπτύσσεται μια νέα αντι-συστημική κουλτούρα, που εκφράζει τους χαμένους της παγκοσμιοποίησης.

Η μεταναστευτική κρίση τραυματίζει την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, την Ευρώπη των ανοιχτών συνόρων.

Μεθαύριο στη Μεγάλη Βρετανία, η λαϊκή ψήφος μπορεί να προκαλέσει τεράστια αναταραχή και ριζικές αλλαγές στο μέλλον της Ευρώπης. Όλοι μας συγκλονιστήκαμε από την αποτρόπαια δολοφονία της Τζο Κοξ, που έγινε σε μία χώρα που δεν χαρακτηρίζεται από έντονα πολιτικά πάθη.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δείχνει αδύναμη και μπλοκαρισμένη από εθνικές ατζέντες. Δυσκολεύεται να λάβει γρήγορες και αποτελεσματικές αποφάσεις.

Ταυτόχρονα όμως, ανοίγονται μπροστά μας λεωφόροι γεμάτες ευκαιρίες για ανάπτυξη και δουλειές.

  • τεχνολογία μετασχηματίζει συνέχεια και με ταχύτατους ρυθμούς επιχειρήσεις, οικονομίες, ανθρώπινες συμπεριφορές και κοινωνίες.
  • 4η βιομηχανική επανάσταση, η κυκλική οικονομία, η πραγματική ένωση της Ευρώπης, μπορούν να κινητοποιήσουν τις οικονομίες όλων των κρατών-μελών, όχι μόνο των ισχυροτέρων.

Απέναντι σε αυτές τις προκλήσεις, που αφορούν όλους μας, η μόνη βιώσιμη επιλογή είναι η συνεργασία.

Ο παραδοσιακός διαχωρισμός Αριστεράς-Δεξιάς είναι ξεπερασμένος.

Το πραγματικό δίλημμα είναι ένα: Θέλουμε την ανοιχτή κοινωνία του ανταγωνισμού, της συμμετοχής, των ευκαιριών, της κινητικότητας, ή θέλουμε τα κλειστά συστήματα των διακρίσεων, της αναξιοκρατίας, της στασιμότητας, της εσωστρέφειας;

Η ιστορία, η γνώση, η τεχνολογία έχουν δώσει, ήδη, τις απαντήσεις. Το μέλλον ανήκει στις ανοιχτές κοινωνίες και στις ανοιχτές οικονομίες.

ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΗΜΕΡΑ

  • Η οικονομία μας ασθμαίνει. Η διεθνής ανταγωνιστικότητα της χώρας υποχωρεί.
  • Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης από μόνη της, δεν αρκεί. Με αυτό το μείγμα πολιτικής και μια ανόρεκτη εφαρμογή του προγράμματος, δεν θα γυρίσουμε σελίδα.

Σίγουρα, πολλά πράγματα πρέπει να αλλάξουν στη χώρα. Το Σύνταγμα, ο εκλογικός νόμος και τόσα άλλα.

Αλλά η άμεση ανάπτυξη που έχουμε ανάγκη τώρα, δεν μπορεί να τα περιμένει.

Ας εστιάσουμε λοιπόν στα βασικά.

Η κύρια αδυναμία της οικονομίας μας είναι το σχετικά μικρό μέγεθος και η χαμηλή ανταγωνιστικότητα του παραγωγικού τομέα της. Μια σοβαρή αναπτυξιακή πολιτική πρέπει να στοχεύει στη μεγέθυνση και όχι στην περαιτέρω συρρίκνωσή του.

Παραοικονομία, υφεσιακά μέτρα και χαμηλή παραγωγικότητα του δημοσίου, εμποδίζουν τον ιδιωτικό τομέα να μεγαλώσει.

Η παραοικονομία εκτιμάται στο 25% του ΑΕΠ, δηλαδή πάνω από € 40 δις και η φοροδιαφυγή προσεγγίζει τα € 10 δις.

Φορολογία και εισφορές, επιβαρύνουν δυσανάλογα το κόστος των επιχειρήσεων και απομειώνουν το διαθέσιμό εισόδημα των εργαζομένων. Πολύς κόσμος δουλεύει σκληρά και στο τέλος δεν του μένει τίποτε.

Η άνιση κατανομή των βαρών προκαλεί τους νομοταγείς. Το 3% των φορολογουμένων πληρώνουν πάνω από το 40% του φόρου εισοδήματος, ενώ το 55% δεν πληρώνουν καθόλου φόρο.

Αν αυτοί που πληρώνουν αποστασιοποιηθούν ή φύγουν από τη χώρα, ποιός θα συντηρεί τους περίπου 2,7 εκατ. συνταξιούχους και 700.000 υπαλλήλους του δημοσίου;

Το κόστος δανεισμού είναι πολλαπλάσιο σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη και το Τραπεζικό σύστημα λειτουργεί με περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων.

Η παραγωγικότητα του δημόσιου τομέα είναι ιδιαίτερα χαμηλή και η παροχή υπηρεσιών προς τους πολίτες καταρρέει.

Τα φαινόμενα είναι ήδη ανησυχητικά. Επιχειρήσεις μετακομίζουν σε άλλες χώρες και δύσκολα θα αποφασίσουν να επιστρέψουν.

Πολλοί άξιοι και παραγωγικοί Έλληνες, μισθωτοί και ελεύθεροι επαγγελματίες, βρίσκουν δουλειά στο εξωτερικό. Η υπερφορολόγηση της εργασίας κάνει ασύμφορη την παραμονή τους στην Ελλάδα.

Η μετανάστευση δεν αφορά μόνο τους άνεργους νέους. Σήμερα είναι ελκυστική επιλογή ακόμη και για αυτούς που έχουν δουλειά στη χώρα μας.

 

Όσο καθυστερούμε να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα θα βυθιζόμαστε σε χειρότερα αδιέξοδα.

Ας κάνουμε, επιτέλους, την επίλυση των σημαντικότερων προβλημάτων εθνικούς στόχους και ας μετρήσουμε την επιτυχία όλων μας με βάση αυτό!

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ

Πολλά πρέπει να γίνουν.

Θα επικεντρωθώ μόνο σε τρείς εθνικούς στόχους. Αυτούς που κατ’ εξοχήν θα ξεκλειδώσουν την οικονομία.

  1. Υλοποίηση Ολοκληρωμένου σχεδίου αντιμετώπισης φοροδιαφυγής, εισφοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου.

Η φοροκλοπή αποτελεί εθνική ντροπή και μάστιγα για την οικονομία της χώρας. Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για οποιαδήποτε μετάθεση της επίλυσης του προβλήματος στο μέλλον.

Το σχέδιο μπορεί και πρέπει να ολοκληρωθεί μέσα σε λίγους μήνες. Υπάρχει πλέον διαθέσιμη όλη η τεχνογνωσία, οι υποδομές και η απαιτούμενη βοήθεια.

Μετά από συζήτηση και συμφωνία με τους εταίρους μας, μπορεί να τεθεί σε εφαρμογή από τις αρχές του 2017.

Απευθύνουμε λοιπόν μία συγκεκριμένη πρόταση τόσο στους εταίρους μας όσο και στην Ελληνική κυβέρνηση:

Το ολοκληρωμένο σχέδιο αντιμετώπισης της φοροκλοπής να μπει προαπαιτούμενο σε επόμενη αξιολόγηση, με μετρήσιμους στόχους εσόδων, σφικτό χρονοδιάγραμμα, ξεκάθαρες ευθύνες υλοποίησης και εκατέρωθεν δέσμευση για το αποτέλεσμα. Εμείς θα το στηρίξουμε με προτάσεις, καλές πρακτικές και στελέχη.

Η αντιμετώπιση της φοροκλοπής θα αλλάξει όλη την εικόνα της χώρας και θα δώσει τεράστιες δυνατότητες άσκησης αναπτυξιακής και κοινωνικής πολιτικής.

Θα μας κάνει πλέον μια κανονική χώρα, όπου θα επικρατήσει το αίσθημα δικαιοσύνης και θα περιοριστεί η διαφθορά.

Μετά από τόσα χρόνια άκαρπων προσπαθειών, αλλά και με την πληθώρα γνώσης, τεχνολογικών λύσεων, εργαλείων, δεδομένων, και εμπειριών, είναι πλέον απόλυτα θεμιτό και δικαιολογημένο να πούμε ότι όποιος δεν διασφαλίζει τη λύση είναι μέρος του προβλήματος.

Και λύσεις υπάρχουν. Αναφέρω ενδεικτικά μόνο μερικές:

  • καθιέρωση ηλεκτρονικής τιμολόγησης, διαβίβασης και σήμανσης σε όλες τις συναλλαγές των επιχειρήσεων,
  • μοναδική ψηφιακή ταυτότητα για όλους τους πολίτες και τις επιχειρήσεις,
  • μέτρα και κίνητρα για τη μεγιστοποίηση των ηλεκτρονικών πληρωμών,
  • καταβολή όλων των μισθών, εισφορών και αμοιβών μέσω τραπεζικού συστήματος,
  • αντικίνητρα στην κυκλοφορία των μετρητών,
  • πλήρης εφαρμογή των συστημάτων εισροών – εκροών στη διακίνηση καυσίμων και τοποθέτηση scanners στα τελωνεία,
  • ανάθεση της αξιολόγησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών σε αξιόπιστες ελεγκτικές εταιρείες.

Χρόνος για άλλα ημίμετρα δεν υπάρχει!

Και μια ακόμη ουσιαστική επισήμανση. Η μάχη κατά της φοροκλοπής είναι η μητέρα των μαχών. Όταν κερδηθεί, θα αλλάξει ριζικά η νοοτροπία στο σύνολο της Δημόσιας Διοίκησης.

  1. Εξορθολογισμός του φορολογικού συστήματος

Το μίγμα πολιτικής που εφαρμόζεται είναι λάθος, αιχμή του λάθους είναι η υπερφορολόγηση και πρέπει να αλλάξει άμεσα.

Η αύξηση των φόρων προκαλεί ύφεση και τελικά δεν οδηγεί στην αύξηση των δημοσίων εσόδων.

Είναι ενάντια στην οικονομική λογική, αλλά και σε κάθε λογική, να επιμένουμε σε μέτρα που δεν αποδίδουν. Το νέο κύμα φόρων είναι επικίνδυνο. Και για την αγορά, καθώς την απειλεί με νέα ύφεση και για την κοινωνία αλλά και για τα δημόσια έσοδα.

Γιατί στην Ελλάδα αυξάνουμε τους φόρους κάθε φορά που μας λείπουν έσοδα….. Στην ουσία όμως εξωθούμε όλο και περισσότερους στην παραοικονομία.

Είναι καιρός να σκεφτούμε αλλιώς. Όπως π.χ. έκανε η Ρουμανία το 2015. Μείωσε τον ΦΠΑ στα τρόφιμα από το 24% στο 9% και τα αντίστοιχα έσοδά της αυξήθηκαν κατά 12%.

Η σωστή λύση για την Ελλάδα, κατά την άποψή μας, είναι η άμεση εφαρμογή χαμηλών φορολογικών συντελεστών με αυστηρότατη διαδικασία είσπραξης.

Φυσικά και αντιλαμβανόμαστε και σεβόμαστε τις δημοσιονομικές υποχρεώσεις της χώρας.

Προτείνουμε λοιπόν, την εισαγωγή ενός «κόφτη φορολογικών συντελεστών». Με άμεση μείωση συντελεστών μόλις επιτυγχάνονται μετρήσιμοι στόχοι εσόδων από τη σύλληψη της φοροκλοπής. Είμαι βέβαιος πως οι εταίροι μας, με ενθουσιασμό θα συμφωνήσουν σε ένα τέτοιο μέτρο.

  1. Ολοκληρωμένο σχέδιο για την προσέλκυση επενδύσεων

Οι ετήσιες επενδύσεις στην Ελλάδα έχουν μειωθεί από 21% του ΑΕΠ, σε 11% τα τελευταία χρόνια. Ευρωπαϊκοί και εθνικοί πόροι δεν επαρκούν για να χρηματοδοτήσουν τις επενδυτικές ανάγκες της χώρας.

Προτείνουμε και προσφερόμαστε να συμβάλουμε καθοριστικά στην άμεση κατάρτιση και υλοποίηση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου προσέλκυσης επενδύσεων με τα εξής κεντρικά στοιχεία:

  • Ιδιωτικοποιήσεις

Οι πρόσφατες συμφωνίες σημαντικότατων ιδιωτικοποιήσεων είναι αναμφισβήτητα πολύ σημαντική εξέλιξη.

Πολλές ακόμη ιδιωτικοποιήσεις είναι ήδη προγραμματισμένες. Ας προχωρήσουν το ταχύτερο δυνατό, διασφαλίζοντας τις υψηλότερες δυνατές επενδύσεις.

Πριν περάσουν 5 χρόνια, όπως συνέβη με το παλιό αεροδρόμιο στο Ελληνικό.

  • Συμπράξεις Δημόσιου – Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ)

Η δημοσιονομική κατάσταση επιβάλει την εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα σε ένα μακρόπνοο πρόγραμμα συμπράξεων και παραχωρήσεων για σημαντικά έργα δημοσίου συμφέροντος.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η ηλεκτρική διασύνδεση της Κρήτης, η διαχείριση των στερεών αποβλήτων, η επέκταση των συμβάσεων παραχώρησης συγκοινωνιακών υποδομών και τόσα άλλα έργα… Το κράτος δεν διαθέτει επαρκείς πόρους να τα κατασκευάσει, μπορεί όμως και οφείλει να προσελκύσει ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια.

  • Μη εξυπηρετούμενα Δάνεια (NPL’s)

Τα κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια, όσο δεν διευθετούνται, είναι βόμβα στα θεμέλια της οικονομίας. Αποτελούν όμως και δυνητικό πόλο προσέλκυσης επενδύσεων.

Η άμεση διαχείρισή τους, με όρους αγοράς και διαφάνειας, χωρίς νόθευση του ανταγωνισμού, είναι επιβεβλημένη.

  • Ενεργειακή Διασύνδεση

Η απομόνωση της χώρας μας από τις ενεργειακά εξελιγμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οδηγεί σε μείωση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας μας.

Θεωρούμε επιβεβλημένη την ενεργειακή διασύνδεση της Ελλάδας με την υπόλοιπη Ευρώπη και την πλήρη επίτευξη των στόχων του Target Model.

  • Ψηφιακή Οικονομία

Η Ελλάδα, σύμφωνα με τους ευρωπαϊκούς δείκτες, είναι 26η μεταξύ των 28 χωρών σε θέματα ψηφιακής οικονομίας. Η μετάβαση σε υψηλότερες θέσεις προϋποθέτει σημαντικές επενδύσεις, πρωτίστως σε υποδομές τηλεπικοινωνιακών δικτύων.

  • Τουρισμός

Μην σας κουράζω με τα αυτονόητα. Φανταστείτε μόνο τα κεφάλαια που μπορούν να επενδυθούν για την ανάπτυξη του παραλιακού μετώπου της Αττικής, για εξάστερα ξενοδοχεία, για γήπεδα golf και μαρίνες!

  • Παραγωγικοί τομείς με υψηλές προοπτικές ανάπτυξης

Είναι πολλοί, αρκετοί είναι γνωστοί, όπως π.χ. logistics, αγρο-διατροφή, ενέργεια, ορυκτός πλούτος, πληροφορική, φάρμακα, υγεία. Αλλά και άλλοι πιο καινοτόμοι, όπως, βιοτεχνολογία, καλλιτεχνικές παραγωγές, μόδα, κ.ά., όπου η Ελλάδα μπορεί να κτίσει “brand name” και να προσελκύσει σημαντικές επενδύσεις.

Απαραίτητα στοιχεία του προγράμματος είναι επίσης:

  • Φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον

Στη χώρα μας πρέπει να συμφιλιωθούμε με την έννοια και τη συμβολή της υγιούς επιχειρηματικότητας. Όσοι επενδύουν, δίνουν δουλειές και δημιουργούν κέρδη πρέπει να ενθαρρύνονται.

  • Σύγχρονες Εργασιακές σχέσεις

Τα κεντρικά ζητήματα με τα οποία πρέπει επιτέλους να ασχοληθούμε, είναι το υψηλό μη μισθολογικό κόστος, η εκτεταμένη αδήλωτη εργασία και η εισφοροδιαφυγή. Oι ομαδικές απολύσεις και το lock out δεν είναι λύση και σίγουρα δεν είναι στην ατζέντα του ΣΕΒ.

Πρέπει να διασφαλίσουμε τη σωστή λειτουργία του θεσμού της Διαιτησίας για να αποφύγουμε μισθολογικές υπερβολές και πισωγυρίσματα.

Ο συνδικαλιστικός νόμος είναι ξεπερασμένος. Χρειάζεται αναθεώρηση. Βλέπουμε τις παρενέργειές του σε κρίσιμες δραστηριότητες, όπως στα λιμάνια που παραλύουν το τελευταίο διάστημα και απειλούν την κρουαζιέρα.

Πολλές ακόμη δράσεις απαιτούνται προκειμένου να γίνει η Ελλάδα σύγχρονη και ανταγωνιστική: στο ασφαλιστικό, στην υγεία, στη δικαιοσύνη, στη δημόσια Διοίκηση, στην παιδεία, στην έρευνα, κ.λπ.

Θεωρούμε όμως ότι αν πετύχουμε άμεσα τους τρεις εθνικούς στόχους που προανέφερα, δηλαδή την καταπολέμηση της φοροκλοπής, τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και την επιθετική προσέλκυση επενδύσεων, η επιτυχία αυτή θα λειτουργήσει ως καταλύτης.

Εφόσον φυσικά διασφαλίσουμε και τους κρίσιμους παράγοντες επιτυχίας, τους οποίους σας αναφέρω συνοπτικά.

ΚΡΙΣΙΜΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ

  1. Κοινή ιδιοκτησία των λύσεων και κοινή στρατηγική με τους εταίρους μας.

Αναδεικνύουμε συχνά τις ευθύνες των Ελληνικών κυβερνήσεων για την παρατεταμένη κρίση.

Αναρωτιέμαι όμως: Η αποτυχία της εφαρμογής των μνημονίων είναι υπόθεση μόνο της Ελλάδας; Πώς συμφώνησαν τόσοι Πρωθυπουργοί και Υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης σε αδιέξοδες υφεσιακές πολιτικές; Αυτές εφαρμόζουν στις χώρες τους;

Οι εμπειρίες των μνημονίων περιέχουν μαθήματα τόσο για την Ευρώπη όσο και για την Ελλάδα. Τα μνημόνια εντόπισαν το πρόβλημα της Ελλάδας, έθεσαν στόχους, αλλά δεν διασφάλισαν ούτε την ορθότητα, ούτε την προτεραιοποίηση των μέτρων.

Η ιδιοκτησία στις λύσεις πρέπει να είναι κοινή, η δέσμευση στην ορθότητα και στα αποτελέσματα επίσης, τα οφέλη πρέπει να είναι εμφανή και για τις δύο πλευρές.

Αγαπητέ Πρόεδρε Γιουνκέρ:

Είμαστε ευγνώμονες για όλα όσα κάνετε για την Ελλάδα. Σας παρακαλούμε όμως να αναλάβετε ακόμη μία πρωτοβουλία. Ένα σχέδιο Γιουνκέρ για την Ελλάδα:

  • Για την ταχύτερη δυνατή αναθεώρηση και εξορθολογισμό των υφεσιακών μέτρων.
  • Για την επιτάχυνση των διαρθρωτικών αλλαγών.
  • Για την αύξηση των επενδυτικών κεφαλαίων προς την Ελλάδα από τους Ευρωπαϊκούς οργανισμούς χρηματοδότησης.

Έτσι, θα αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των αγορών, θα εισρεύσουν ιδιωτικά κεφάλαια και θα καταστεί δυνατή η ουσιαστική διευθέτηση του χρέους.

Όταν καταφέρουμε, Ευρώπη και Ελλάδα, να αντικαταστήσουμε την αντιπαράθεση με αποτελεσματική συνεργασία, θα ενδυναμωθεί η Ευρώπη και θα απογειωθεί η Ελλάδα.

  1. Ρεαλισμός, Αμεσότητα και Αποτελεσματικότητα στις επιλογές και τις αποφάσεις

Πόσο ακόμη θα πληρώνουμε όλοι μας την στρεβλή διαχείριση της οικονομίας με όρους πολιτικής; Πόσα ακόμα αεροδρόμια Ελληνικού υπάρχουν; Οποιοδήποτε άλλο σχόλιο περιττεύει.

  1. Κατάλληλοι άνθρωποι για την υλοποίηση των μέτρων

Για να επιτύχει οποιαδήποτε σοβαρή προσπάθεια αυτοί που αναλαμβάνουν να την υλοποιήσουν πρέπει να την πιστεύουν, να δεσμεύονται, να έχουν τις ικανότητες και να το θέλουν.

  1. Ανάταξη του αξιακού μας συστήματος
  • Η αποσάθρωση του αξιακού μας συστήματος οδήγησε στην κρίση. Η έξοδος από την κρίση απαιτεί την ανάταξή του.

Εμπιστοσύνη, Ειλικρίνεια, Υπευθυνότητα, Ακεραιότητα, Φιλότιμο, Δικαιοσύνη, Σεβασμός, Αξιοκρατία, είναι αξίες που οφείλουμε να ξαναχτίσουμε στη χώρα μας.

Ο ρόλος της παιδείας είναι καθοριστικός και οι ευθύνες των ηγεσιών κάθε μορφής τεράστιες.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Κυρίες και Κύριοι,

Εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν για το ελληνικό πρόβλημα. Υπάρχουν όμως σωστές λύσεις και σωστές προσεγγίσεις.

Η εικόνα που σας περιέγραψα για την Ελλάδα του 2018 στην αρχή της ομιλίας μου, είναι επιτεύξιμη! Πιστεύουμε ακράδαντα ότι όλα όσα λέμε μπορούν να γίνουν. Περιμένουμε από όσους έχουν την ευθύνη και την νομιμοποίηση να τα κάνουν και να τα κάνουν άμεσα.

Αυτά περιμένουμε από εσάς κ. Πρωθυπουργέ, κ. Γιουνκέρ, αυτά περιμένουμε από τους θεσμούς και το Ελληνικό πολιτικό σύστημα.

Από πλευράς μας, θα κάνουμε ότι περισσότερο μπορούμε, θα στηρίξουμε κάθε προσπάθεια προς τη σωστή κατεύθυνση και όποιον την κάνει, αλλά επιτέλους:

Η χώρα μας δικαιούται και αξίζει αξιόπιστες και διατηρήσιμες λύσεις, η κοινωνία και η οικονομία μας δικαιούνται να πιστέψουν σε ένα αξιόπιστο όραμα για το μέλλον. Όλοι οι Έλληνες δικαιούμαστε ξανά ελπίδα και χαμόγελο.

Είμαστε φανατικά με όποιον κάνει σωστά τη δουλειά του. Είμαστε φανατικά με την Ελλάδα. Είμαστε φανατικά με την Ευρώπη και το ευρώ.

Και ευχόμαστε το μεθαυριανό δημοψήφισμα στην Μεγάλη Βρετανία να ενδυναμώσει ακόμη περισσότερο την Ευρωπαϊκή συνοχή.

Με λόγια δανεισμένα από ένα μεγάλο Βρετανό, τον Ουίνστον Τσώρτσιλ, λέμε ότι πρέπει να μπει τέλος στον τσακωμό του παρόντος με το παρελθόν, γιατί χάνουμε το μέλλον. Λέμε ότι δεν αρκεί να κάνουμε ότι καλύτερο μπορούμε, πρέπει να κάνουμε ότι απαιτείται.

Ο ΣΕΒ, αναδεικνύει διαχρονικά το στοιχείο της υπευθυνότητας και της συλλογικότητας, που όλοι οφείλουμε να επιδεικνύουμε, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης. Αυτή τη στάση υποσχόμαστε ότι θα συνεχίσουμε να τηρούμε, αποτελώντας ένα πυλώνα αξιοπιστίας, σταθερότητας και αισιοδοξίας.

Σας ευχαριστώ θερμά!

Χαιρετισμός του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα

Κύριε Πρόεδρε του ΣΕΒ, Κυρίες και κύριοι,
Σας ευχαριστώ ιδιαιτέρως για την πρόσκληση να απευθύνω χαιρετισμό στην ετήσια γενική συνέλευση του ΣΕΒ.
Ετήσια συνέλευση που φέτος διεξάγεται σε θετική συγκυρία, μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης.
Και είναι ιδιαίτερα τιμητική και συμβολική, θα έλεγα, η παρουσία του προέδρου της Κομισιόν κ. Junker, του φίλου της Ελλάδας, Jean Claude, στην σημερινή εκδήλωση, σε μια κομβική στιγμή, όχι μόνο για την ελληνική οικονομία αλλά και σε μια κρίσιμη στιγμή για την Ευρώπη.
Διότι υπολείπονται δυο μόνο μέρες για το κρίσιμο δημοψήφισμα στην Μεγάλη Βρετανία, σχετικά με την παραμονή της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Και είναι κρίσιμο διότι όλοι γνωρίζουμε ότι ένα αρνητικό αποτέλεσμα, που όλες οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις απεύχονται, θα επιφέρει δυσμενείς οικονομικές επιπτώσεις στο σύνολο της ευρωπαϊκής αλλά και της παγκόσμιας οικονομίας.
Αλλά όχι μόνο αυτό.
Το χειρότερο είναι ότι θα προκαλέσει μεγάλους κλυδωνισμούς στην ίδια την πορεία της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης.
Ανεξαρτήτως όμως του αποτελέσματος, που ευχόμαστε να είναι θετικό, είναι αναγκαίο να μας προβληματίσει το γεγονός ότι φτάσαμε ως Ευρώπη, συνολικά θα έλεγα, σε αυτό το σημείο.
Σε κάθε περίπτωση, όλες οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις, ανεξάρτητα από την τοποθέτηση μας στον πολιτικό χάρτη, οφείλουμε να ανοίξουμε, πιστεύω, έναν γόνιμο και εποικοδομητικό διάλογο.
Έναν διάλογο που θα αφορά τις αιτίες της οικονομικής και της πολιτικής κρίσης, τις αιτίες για την αναζωπύρωση των εθνικών στρατηγικών και του απομονωτισμού, αλλά και τις αιτίες για την έξαρση των εθνικισμών και των εθνικών διενέξεων.
Γιατί μόνο αν συμφωνήσουμε ότι πράγματι βρισκόμαστε σε πολιτική κρίση και μόνο αν συζητήσουμε με νηφαλιότητα για τις αιτίες της, θα μπορέσουμε να κοιτάξουμε μπροστά.
Να κοιτάξουμε το μέλλον και τις προοπτικές του ιστορικού εγχειρήματος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Και ας μη κρυβόμαστε. Η πρώτη και κύρια αιτία για την πολιτική κρίση της Ευρώπης, είναι η πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας και η ευρωπαϊκή συνταγή για τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης, που κυριάρχησε τα τελευταία χρόνια στην ήπειρό μας.
Επ’ ευκαιρία της παρουσίας του Προέδρου Γιούνκερ, επιτρέψτε μου να θέσω το παράδειγμα της βιομηχανικής πολιτικής στο ευρωπαϊκό πλαίσιο.
Η παραγωγική ισχύς μετατοπίζεται σταδιακά προς την Ασία και νέες δυνάμεις διεκδικούν με αξιώσεις μερίδιο από την πρωτοκαθεδρία της Ευρώπης και της Αμερικής.
Σε αυτό συνέβαλε και η κρίση του 2008, που ξεκίνησε από την Αμερική και μεταδόθηκε μέσω των διατραπεζικών καναλιών στην Ευρώπη.
Η τραπεζική κρίση μετεξελίχτηκε σε κρίση εμπιστοσύνης και κατά συνέπεια σε κρίση δημοσίου χρέους για μια σειρά χώρες, μεταξύ των οποίων και η χώρα μας.
Οι διαφορετικές προσεγγίσεις μεταξύ Αμερικής και Ευρώπης στην αντιμετώπιση της κρίσης αξιολογούνται σήμερα εκ του αποτελέσματος.
Η άμεση και επιθετική παρέμβαση της FED στις ΗΠΑ και των αρχών εκεί, είχαν ως αποτέλεσμα οι ΗΠΑ, σήμερα, να έχουν επιστρέψει, με βάση όλους τους οικονομικούς δείκτες, στα προ κρίσης επίπεδα.
Αντίθετα, η Ευρώπη, εξαιτίας της διστακτικής και αποσπασματικής διαχείρισης της κρίσης, αλλά και δομικών αδυναμιών στην αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης, παρουσιάζει αναιμική ανάπτυξη, υψηλότερη ανεργία και αδυνατεί να βρει τον βηματισμό της.
Πίσω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο της ανεργίας, που είναι περίπου στο 10%, κρύβονται οι τεράστιες αποκλίσεις στην ανεργία σε χώρες του νότου, όπως η Ελλάδα, η Ισπανία και η Πορτογαλία.
Αυτή η εικόνα αναδεικνύει τη χρόνια διαρθρωτική ανισομέρεια ανάμεσα στο βιομηχανικό πυρήνα του Βορρά και στο Νότο.
Κυρίως όμως αναδεικνύει και την απουσία μιας συγκροτημένης ευρωπαϊκής πολιτικής για την παραγωγική σύγκλιση.
Διαρθρωτικές ανισότητες παγιώνουν τις εισοδηματικές ανισότητες, τον δυϊσμό ανάμεσα στον Βορρά και στον Νότο και, τελικά, τις θεσμικές ανισότητες που γίνονται ακόμα πιο εμφανείς όταν προκύπτει μια κρίση.
Αφού η ισότιμη σχέση μεταξύ των εταίρων μετατρέπεται σε σχέση δανειστή-δανειολήπτη, με όρους και υποχρεώσεις που επιβάλλονται, ως συνήθως, στον διαπραγματευτικά πιο αδύναμο.
Χρειαζόμαστε λοιπόν μια κοινή ευρωπαϊκή βιομηχανική πολιτική, ίσως στο πνεύμα της κοινής αγροτικής πολιτικής.
Η Κοινή Αγροτική Πολιτική παρά τις αντιφάσεις και τις στρεβλώσεις της, έθεσε πριν περίπου 50 χρόνια δυο στόχους: την διατροφική επάρκεια της ηπείρου και την στήριξη του αγροτικού και του κτηνοτροφικού εισοδήματος.
Και οι δύο στόχοι, παρά τις αποκλίσεις, σε πολύ μεγάλο βαθμό επιτεύχθηκαν.
Αντίθετα, η ευρωπαϊκή βιομηχανική πολιτική είναι πολύ πιο πρόσφατη, περιορίζεται κυρίως σε ρυθμιστικά θέματα για την αγορά και τα πνευματικά δικαιώματα, αφήνοντας τα ουσιώδη ζητήματα της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας και της κατανομής των πόρων στο εθνικό επίπεδο των κρατών-μελών.
Είναι ενδεικτικό, ότι οι 4 μεγάλες βιομηχανικές χώρες της Ευρώπης λαμβάνουν το 45% των κεφαλαίων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, ενώ η Ελλάδα , για να πω για τη χώρα μας, μόνο το 2,3% όταν μάλιστα έχει το 5% των ανέργων όλης της Ε.Ε.
Θα μου πείτε, βεβαίως, ότι το κριτήριο χρηματοδότησης δεν είναι η ανεργία, αλλά, δεδομένης της κατάστασης σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, αναρωτιέμαι μήπως θα έπρεπε να είναι κι αυτός ένας παράγοντας που θα έπρεπε να λαμβάνεται υπόψιν με αυξημένη βαρύτητα.
Προκύπτουν επομένως ορισμένα κρίσιμα ερωτήματα.
Πως, η γηραιά ήπειρος, -γηραιά με την ιστορική, αλλά, σε λίγο καιρό και με την πληθυσμιακή έννοια-, θα μπορέσει να ανταγωνιστεί το νέο περιβάλλον που διαμορφώνεται στην παγκόσμια οικονομία από άλλες παγκόσμιες δυνάμεις;
Ως ένα ενιαίο μπλοκ με ισότιμα μέλη, παράγοντας προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας, με ασφαλείς και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας
ή ως ένας πλούσιος βιομηχανικός πυρήνας με τους φτωχούς περιφερειακούς δορυφόρους του;
Η τραγική κατάσταση που βίωσε η Ελλάδα, μπορεί να γίνει ο αυριανός ο εφιάλτης για όλη την Ευρώπη, αν δεν εγκαταλειφθούν οι πολιτικές λιτότητας και άκαμπτης δημοσιονομικής προσαρμογής, που συρρικνώνουν το παραγωγικό της δυναμικό και την προοπτική της.
Χρειαζόμαστε επενδύσεις στην παραγωγή, στην καινοτομία, στην έρευνα και στο ανθρώπινο κεφάλαιο.
Μόνο έτσι μπορούμε να πετύχουμε την πραγματική οικονομική σύγκλιση.
Η επιμονή στην πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης, τα προηγούμενα χρόνια, μείωσε το κόστος εργασίας για να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα, αλλά αυτή η πολιτική – ας το παραδεχτούμε όλοι επιτέλους- αποδείχτηκε λανθασμένη.
Η δραματική ύφεση που προκλήθηκε όχι μόνο δεν διόρθωσε αλλά επιδείνωσε την κρίση.
Διότι είναι γνωστό ότι το κόστος εργασίας είναι μόνο ένας και, μάλιστα, όχι ο πιο σημαντικός από τους συντελεστές για τον υπολογισμό της ανταγωνιστικότητας.
Δεν είναι, εξάλλου, τυχαίο ότι στις πρώτες θέσεις του πίνακα ανταγωνιστικότητας του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, βρίσκονται χώρες με ισχυρά συστήματα ρύθμισης της αγοράς εργασίας και υψηλό εργασιακό κόστος, όπως, για παράδειγμα, οι χώρες της Σκανδιναβίας.
Η εξήγηση που δίνει ο ΟΟΣΑ για την υποχώρηση της ανταγωνιστικότητας στην Ελλάδα, είναι, ορθώς, η μείωση της παραγωγικότητας της εργασίας, εξαιτίας της έλλειψης επενδύσεων και της κατανάλωσης κεφαλαίου.
Το επενδυτικό πρόγραμμα, που έχει γίνει πανευρωπαϊκά γνωστό με το όνομα του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το EFSI, είναι μια θετική κίνηση στην κατεύθυνση της αναζωογόνησης των επενδύσεων στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Διακρίνεται όμως και αυτό, από τα χαρακτηριστικά που περιγράψαμε παραπάνω.
Ο απαιτούμενος πανευρωπαϊκός σχεδιασμός για την κοινή βιομηχανική πολιτική δεν είναι επαρκής, ενώ υπολείπεται στην ενίσχυση της δραστικότητας και των συνεργειών που απαιτεί η συγκυρία.
Παρόλα αυτά, οφείλουμε να κάνουμε ότι περνάει από το χέρι μας για να αξιοποιήσουμε τις δυνατότητες του προγράμματος στο έπακρον, ώστε να επωφεληθούν όσο το δυνατόν περισσότερες μεγάλες, μεσαίες και μικρές ελληνικές επιχειρήσεις.
Πρόσφατα εγκρίθηκαν 42 επενδυτικά σχέδια συνολικού ύψους 5,6 δισ. € που θα μπορούσαν να ενταχτούν στο συγκεκριμένο πρόγραμμα. Και ευελπιστούμε σε στενή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή επιτροπή, ώστε αυτά τα σχέδια στο σύνολό τους να υλοποιηθούν.
Κυρίες και Κύριοι,
Γνωρίζουμε καλά ότι η εξάρτηση από τα ευρωπαϊκά κονδύλια και προγράμματα δεν αρκεί για να επιστρέψουμε στην ανάπτυξη.
Για να εγκαινιάσουμε μια νέα εποχή ανάκαμψης και ευημερίας για τη χώρα και το σύνολο των πολιτών, είμαστε υποχρεωμένοι να προχωρήσουμε σε μια σφιχτή και καλά σχεδιασμένη μεταρρυθμιστική πολιτική σε πολλά και διαφορετικά πεδία.
Στόχος και όραμά μας, σε 5 χρόνια, που θα γιορτάσουμε τα 200 χρόνια από την Εθνική παλιγγενεσία, η Ελλάδα του 2021 να είναι μια διαφορετική χώρα.
Μια χώρα που να μη θυμίζει σε τίποτα την Ελλάδα της κρίσης και της επιτροπείας.
Μια χώρα που θα έχει αφήσει πίσω της τις μαύρες σελίδες του πελατειακού κράτους και της κρατικά προστατευμένης φοροδιαφυγής.
Μια χώρα με ισχυρή, αποτελεσματική και σύγχρονη δημόσια διοίκηση.
Με θεσμούς δημοκρατίας που θα εγγυώνται την συμμετοχή των πολιτών στη λήψη των αποφάσεων.
Με ένα κράτος φιλικό στις επενδύσεις αλλά ταυτόχρονα και αυστηρό σε ό,τι αφορά την τήρηση των κανόνων.
Με νοικοκυρεμένα δημόσια οικονομικά αλλά και με ένα κοινωνικό κράτος που θα εγγυάται την ευημερία του συνόλου των πολιτών.
Ήδη το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης σηματοδοτεί την πρώτη πράξη του τέλους του δράματος της τελευταίας εξαετίας.
Η συμφωνία για την ρύθμιση του χρέους ανοίγει έναν διάδρομο σταθερότητας και μείωσης του επενδυτικού ρίσκου.
Οι προβλέψεις για το δεύτερο εξάμηνο του 2016 είναι θετικές και είναι βάσιμη η προσδοκία ότι μπαίνουμε πλέον σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Έχουμε, ως χώρα, αυτή τη στιγμή, ένα καλό μομέντουμ. Και στόχος της κυβέρνησης είναι να μην το αφήσουμε να πάει χαμένο.
Να το αξιοποιήσουμε με μεθοδικότητα ώστε να πολλαπλασιάσουμε τις θετικές συνέπειες του.
Στο πλαίσιο αυτό:
Καταρτίσαμε τον νέο αναπτυξιακό νόμο με προσανατολισμό στην εξωστρέφεια, στους κλάδους με συγκριτικό πλεονέκτημα, στις στρατηγικές επενδύσεις και συνδέσαμε τις προτεραιότητές του με τα κεφάλαια του ΕΣΠΑ.
Συγκεντρώνουμε όλα τα επιμέρους διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία για να ενισχύσουμε τον αντίκτυπό τους στην ενίσχυση της ρευστότητας και δημιουργούμε εγγυητικά σχήματα που διευκολύνουν την συμμετοχή και την ανάληψη επιχειρηματικού ρίσκου.
Η μετεξέλιξη του ΕΤΕΑΝ σε δημόσιο αναπτυξιακό ταμείο, ακολουθώντας το παράδειγμα άλλων ευρωπαϊκών κρατών όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία, αποτελεί ένα πρόσθετο εργαλείο ενεργητικής αναπτυξιακής πολιτικής.
Με το κλείσιμο της αξιολόγησης, οι τράπεζες μας αποκτούν πρόσβαση στα φθηνά προγράμματα δανεισμού της ΕΚΤ και θα ξεκινήσουν την αναγκαία πιστωτική επέκταση, -θέλω να ελπίζω και πιστεύω, και προς τις επιχειρήσεις.
Αυξάνουμε το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων στο 1 δισ. € για το 2017.
Πρόκειται για την μεγαλύτερη αύξηση στα χρόνια της κρίσης.
Αίρουμε τα γραφειοκρατικά εμπόδια ειδικά ως προς την έγκριση νέων επενδύσεων και την δανειοδότηση νέων επιχειρήσεων.
Απλοποιούμε το καθεστώς αδειοδότησης καταργώντας χρονοβόρες διαδικασίες προέγκρισης και αντικαθιστώντας τις με απλή γνωστοποίηση, όπου αυτό είναι δυνατόν, μειώνοντας δραστικά το χρονικό διάστημα που απαιτείται για το άνοιγμα μιας επιχείρησης.
Συνεχίζουμε την δημοσιονομική εξισορρόπηση με επιτυχημένο τρόπο, όπως αποδεικνύουν τα στοιχεία για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2015, αλλά και του πρώτου πενταμήνου του τρέχοντος έτους.
Στις μεταρρυθμίσεις που προωθούμε, εντάξαμε τη μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο φυσικό αέριο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και τη διακοψιμότητα – δυο σημαντικά πάγια αιτήματα των ελληνικών επιχειρήσεων για τη μείωση του ενεργειακού κόστους- επιβεβαιώνοντας με αυτόν τον τρόπο τον γόνιμο κοινωνικό διάλογο που εγκαινιάσαμε με την συμφωνία στην οποία καταλήξαμε, με τους κοινωνικούς εταίρους, για την μικρή αύξηση των εργοδοτικών εισφορών.
Και σε αυτό το σημείο, αισθάνομαι, ως υποχρέωση, να εξάρω τη στάση του Προεδρείου του ΣΕΒ κατά την κρίσιμη διαπραγμάτευση για το ασφαλιστικό.
Διότι συνδράματε και εσείς ώστε να επιτευχθεί ένας σημαντικός στόχος: να μη μειωθούν εκ νέου οι κύριες συντάξεις κατά την μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος.
Και πιστεύω ότι αυτός ο διάλογος πρέπει να συνεχιστεί, προκειμένου να βρίσκουμε τις βέλτιστες οικονομικά και, κυρίως, τις δικαιότερες κοινωνικά λύσεις.
Έχουμε αποδείξει ότι είμαστε διατεθειμένοι να ακούσουμε και να συζητήσουμε τις προτάσεις των κοινωνικών φορέων που συμβάλουν στην επίλυση των προβλημάτων, προωθούν την επιχειρηματικότητα και συνεισφέρουν στην αύξηση του παραγόμενου πλούτου, διότι αυτός πρέπει να είναι ο στόχος. Και από κει και πέρα, βεβαίως, αυτός ο πλούτος να διαχυθεί δίκαια στο σύνολο της κοινωνίας.
Εξάλλου, ιδιαίτερα θετική εξέλιξη αποτελεί το γεγονός ότι κατορθώσαμε να ξεμπλοκάρουμε μεγάλα έργα υποδομών που διαχέουν οικονομικό δυναμισμό σε πλήθος τοπικών επιχειρήσεων κάθε μεγέθους.
Όμως, δυστυχώς, ξεκινάμε, πολύ πιο πίσω από τη γραμμή εκκίνησης.
Έγινε μεγάλη ζημιά στη χώρα, καθώς, μέσα σε 5 χρόνια, χάθηκε το 67% των ιδιωτικών επενδύσεων.
Χωρίς τις ιδιωτικές επενδύσεις, η αύξηση της απασχόλησης δεν θα επιτευχθεί, στους ρυθμούς, τουλάχιστον, που επιθυμούμε.
Ωστόσο, για να πετύχουμε αυτόν τον στόχο, υπάρχουν κάποιες προϋποθέσεις.
Πρώτη προϋπόθεση είναι η αύξηση των εγχώριων επενδύσεων.
Τα τελευταία χρόνια στον δημόσιο διάλογο γίνεται λόγος μόνο για την ανάγκη προσέλκυσης ξένων επενδύσεων.
Ωστόσο, μια από τις προϋποθέσεις που λειτουργούν ελκυστικά για τους ξένους επενδυτές, είναι η ενίσχυση των εσωτερικών, των εγχώριων επενδύσεων.
Οι εγχώριες επιχειρηματικές δυνάμεις που πιστεύουν στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και στην δυναμική των επιχειρήσεων τους, πρέπει βγουν μπροστά και να προχωρήσουν στην ενίσχυση των επενδύσεων τους.
Μέσω αυτής της οδού, θα πειστούν και οι ξένες εταιρείες να τοποθετήσουν τα κεφάλαια τους στην χώρα μας, να ξεκινήσουν νέες δραστηριότητες ή να συνεργαστούν με τις ελληνικές εταιρείες.
Δεύτερη προϋπόθεση είναι η μείωση του κινδύνου της χώρας, το λεγόμενο country risk.
Η πρωταρχική συμφωνία για το χρέος δημιουργεί θετικές προσδοκίες στο μεσοπρόθεσμο και, κυρίως, στο μακροπρόθεσμο ορίζοντα κι αυτό είναι κρίσιμο για την επενδυτική προοπτική της χώρας.
Αναμένουμε, αυτή η συμφωνία, το επόμενο διάστημα, να αποκτήσει ακόμη πιο συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, προκειμένου να απομακρυνθούν οριστικά οι αβεβαιότητες, τόσο για τη βιωσιμότητα του χρέους όσο – και κυριότερο – για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας.
Αυτό θα οδηγήσει στην άνοδο της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας, που θα συμβάλει στην μείωση του κόστους δανεισμού για το δημόσιο και τις επιχειρήσεις και στη δημιουργία του κατάλληλου δρόμου για επανείσοδο της χώρας στις κεφαλαιαγορές.
Μια τρίτη προϋπόθεση είναι η έγκαιρη πρόοδος του προγράμματος.
Πρόγραμμα που, κατόπιν δική μας επιλογής, ήταν εμπροσθοβαρές.
Η καθυστέρηση στο κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης δεν οφείλεται σε ενέργειες ή παραλείψεις της ελληνικής πλευράς, αλλά στη διαφορά των εκτιμήσεων μεταξύ της ευρωπαϊκής πλευράς, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, και του ΔΝΤ, σε ότι αφορά την αποτελεσματικότητα των δημοσιονομικών μέτρων.
Με λίγα λόγια, από την πλευρά μας κάναμε όλα τα απαραίτητα βήματα για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης και την επανεκκίνηση της αναπτυξιακής διαδικασίας.
Για τη δεύτερη αξιολόγηση που έχουμε μπροστά μας, θα πρέπει να αποφύγουμε αντίστοιχα φαινόμενα και πρακτικές, αν πραγματικά όλες οι πλευρές επιθυμούν την επιτυχία της συμφωνίας του περασμένου Ιουλίου.
Παράλληλα, δεν θα πρέπει ουδέποτε να λησμονούμε ότι για την επιτυχία των προγραμμάτων, ισχύ αξιώματος έχει η αποδοχή τους από το κοινωνικό σύνολο, προκειμένου να επιτυγχάνεται η κοινωνική συνοχή, και η δίκαιη διανομή των θετικών αποτελεσμάτων σε όλους.
Είναι γεγονός ότι η ανεργία στην χώρα μας βρίσκεται σε απαράδεκτα υψηλά επίπεδα, παρά τα σημάδια βελτίωσης που δείχνουν τα στοιχεία του πρώτου πεντάμηνου του έτους, ενώ και η ελληνική αγορά εργασίας είναι κατακερματισμένη.
Οι εργαζόμενοι, κατά τη διάρκεια της τελευταίας εξαετίας, έχασαν δικαιώματα και αισθάνονται – δικαιολογημένα ανασφαλείς.
Η εσωτερική αγορά εργασίας, στην Ελλάδα, δεν χαρακτηρίζεται από την υπερβολική ρύθμιση, όπως κάποιοι υποστηρίζουν, αλλά από το ακριβές αντίθετο: Από την απορύθμιση και την επικράτηση συνθηκών που δεν συνάδουν με τα ευρωπαϊκά πρότυπα και κεκτημένα.
Χρειαζόμαστε, επομένως, μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, που θα σέβονται τις κοινωνικές, ψυχολογικές και δημιουργικές πλευρές της εργασίας και δεν θα υποβιβάζουν τον εργαζόμενο σ’ ένα αναλώσιμο συντελεστή της παραγωγικής διαδικασίας.
Η μονομερής και, επιτρέψτε μου να πω, ακραίας νεοφιλελεύθερης προσέγγισης εμμονή στην ελαστικοποίηση της εργασίας, στη μείωση του εργατικού κόστους και στην απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, σε τελευταία ανάλυση είναι αντιπαραγωγική, καθώς λειτουργεί εις βάρος, όχι μόνο των εργαζομένων, αλλά και της ίδιας της παραγωγικότητας της εργασίας.
Όλες οι αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντανακλώνται στην μεγάλη παράδοση των εργασιακών κεκτημένων και στην προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων.
Η υπεράσπιση τους περνάει μέσα από την ανάπτυξη και τη φυγή προς τα μπρος, τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ευρώπη.
Επιτρέψτε μου, λοιπόν, κλείνοντας την παρέμβασή μου από αυτό εδώ το κρίσιμο βήμα, το ετήσιο αυτό σημαντικό βήμα, να καλέσω το σύνολο των κοινωνικών φορέων να συμμετάσχουν σε έναν γόνιμο και δημιουργικό διάλογο για την βελτίωση και την αποκατάσταση του πλαισίου των εργασιακών σχέσεων στην χώρα μας, για την αναγκαία επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, τη μετάβαση σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, που δε μπορεί παρά να βασίζεται στον αμοιβαίο σεβασμό του ρόλου των παραγωγικών δυνάμεων, των παραγωγικών φορέων.
Αμοιβαίος σεβασμός, συνευθύνη και συναίνεση στη λήψη των κρίσιμων αποφάσεων.
Αυτό είναι το τρίπτυχο που, αν το καταφέρουμε μεταξύ μας, είμαι βέβαιος πως οι εταίροι μας δε θα μπορούν παρά να σεβαστούν το πεδίο σύγκλισης και συμφωνίας των κοινωνικών δυνάμεων, των κοινωνικών εταίρων στην Ελλάδα.
Διότι, παρά τις διαφορετικές μας απόψεις, θέσεις και, πολλές φορές, συμφέροντα, τούτη την ώρα έχουμε έναν κοινό στόχο και ένα κοινό συμφέρον, την έξοδο από την κρίση.
Εύχομαι καλή επιτυχία στις εργασίες σας.
Σας ευχαριστώ.

Η Ομιλία του Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ

 

 

Mister President, Αγαπητέ Πρόεδρε, Αγαπητέ φίλε

Prime Minister, Αγαπητέ Αλέξη

Chairman, Αγαπητέ Θεόδωρε

Commissioner,

Dear friends,

Ladies and gentlemen,

I am very honoured to be with you this evening. One has always to say that when one is addressing an audience, but this time it is really true. I am happy to be here, because I know that this is an important event in the Greek calendar.

And I would like to thank the Hellenic Federation of Enterprises for giving me the opportunity to address so many representatives and actors of the real economy here in Greece.

It is a great pleasure to be here again in Athens tonight because during my long political life, some of the most important events have taken place here in this country and in its capital city.

It is now 35 years since Greece joined the European Economic Community as the European Union was called at that time. And I remember celebrating the news.

We – you – have achieved a lot. The country has modernised, it has opened itself to the world and it has taken its rightful place at the heart of the European family. Today, even in times of difficulty, Greece is a free and vibrant society, and it is a vital member of the European Union. The achievements of Europe should never be taken for granted.

This European Union has faced its worst economic, financial and social crisis since World War II. And it is still struggling with the consequences.

I have often used the Greek word ‘polycrisis’ to describe the current situation.

Our various challenges – from the security threats in our neighbourhood and at home, to the refugee crisis, and to the UK referendum – have not only arrived at the same time. They also feed each other, creating a sense of doubt and uncertainty in the minds of our people.

For too many years now, Greece and its people have been at the eye of the storm, and today I want to salute the patience and the determination you have shown.

Your actions – and your sacrifices – underline your commitment to the task facing your country. They are also a testimony of your place within the European Union.

Tonight, I want to bring a message of determination and a message of hope, for Europe and for Greece, but it is a demanding message at the same time.

I bring this message as a friend of Greece. As you know, friends are allowed to share some uncomfortable truths.

For me, the challenge which this great nation and people are facing is not only economic and social: it is about building a modern State – a State which is able to deliver on the promises of this great democracy; a State which cares and which works for its people; a State which makes Greece a proud member of the European Union.

My personal commitment to Greece and to its place in the euro area – where it belongs, securely anchored – is nothing new. I have always put my trust in the Greek people, and it remains there today.

Even before I took office as the President of the European Commission, I worked with a number of Greek governments to keep the country firmly in the euro area. It was under my Presidency of the Eurogroup, in 2012, that we agreed to a significant restructuring of private debt, and envisaged the possibility of debt relief in the future.

Even before taking office, I made it clear that mistakes – on all sides – had been made, and I wanted to change the way things are done.

I wanted to replace the ‘Troika’ with a more democratic and a more accountable structure. I argued that the European and national parliaments should play a bigger role. And I wanted a stronger social dimension for the European Union, and for any future programme.

Keeping Greece in the euro area was a political and a democratic process, and it was a hard fight –

Alexis you remember it.

We had summits of the Finance Ministers. Endless day and night meetings of the Heads of State and Government. Parliaments of the euro area mobilised. Pressure in the markets, pressure in the media. I did not like what I heard. I did not like what I saw – on both sides. Finger-pointing, insults, scapegoats, lies. We saw the ghosts of the past. We saw Europe at its worst.

I fought for the dignity of the Greek people. I fought for the respect of all the other democracies of the euro area. And I fought for the general interest and the values of the European project.

And I fought for a simple idea: in the European Union, responsibility and solidarity go together.

For me, Greece’s exit from the euro area never was and never will be an option. We had to say it, and we had to fight for it, against all the “bien-pensants” and “naysayers” suggesting that a Greek exit from the euro would be good for everyone. The same who are now suggesting – but this time they are right – that it is best for another great nation to stay within the European Union.

Today, let me say this: it is vital that our view prevailed. I am not a man who hides or exaggerates problems, but an exit would have been catastrophic for everyone, starting with the noble people of this country.

The agreement we found last summer was agreed by all 19 euro area Member States, including Greece.

I am happy that Greece is now anchored securely within the euro and that Greece now has a chance to rebuild its future.

All of this is happening at a time when things are changing and taking a new shape across Europe. Too often we focus on crises, and we forget the bigger picture. And the bigger picture tells us that a lot has happened in Europe over the last 20 months.

In our first weeks in office, we launched an EUR 315 billion euros Investment Plan for Europe, a Plan that has already mobilised more than 100 billion euros across 26 Member States – including Greece. We are pushing for new sources of growth with new strategies for the Digital Single Market, Capital Markets Union and Energy Union, and a commitment to Better Regulation which is unprecedented. We set out a new roadmap for the future of the euro.

We reformed our European economic governance, so that we can better support our Member States as they modernise their economies, and giving them new flexibility to carry out reforms and investment. The Stability and Growth Pact has not been transformed into a Pact of Flexibility, but we need flexibility.

And we are pushing for a strong social agenda, focusing on skills, rolling out a Youth Guarantee and promoting health and safety at work.

And if you look at the facts: there is recovery in Europe. There is job creation. We have created 5 million jobs since 2013. The employment rate in the European Union is higher than it was in the year 2000.

So in spite of global uncertainty, Europe is very much on the mend. So this is not the world of blind, stupid austerity which many people continue to fantasise about. That idea is something I never supported, and I never will.

Together with this new momentum in Europe, the efforts that Greece has made since last summer – and the encouraging first signs – we are creating a window of opportunity.

And with the new agreement on the first review and on debt measures, Greece now has the chance to turn the corner.

This programme is much more than a programme of fiscal consolidation.

This is about modernising the Greek economy and the Greek State, so that we can put in place the right conditions for economic growth and the right conditions for business.

This is about guaranteeing pensions for your children and for your grandchildren.

This is about combating tax evasion, because we have to finance in a fair way public goods. This is about dealing with corruption and cronyism. This is about speeding up justice.

This is about establishing a modern welfare system which can protect and redistribute according to people’s needs, and which ensures that there is a minimum income for the most vulnerable.

And modernising the State also means a Greece that carries out its European duties when it comes to managing EU borders and receiving refugees.

Today, I want to recognise this country’s response to the refugee crisis, and pay tribute to the women and men, who have opened their hearts, opened their doors, helped to save lives and helped to restore dignity.

But this generosity needs solid institutional backing. We expect a lot from Greece, just as we expect a lot from the other Member States to stand behind European commitments to manage the refugee crisis. Here again, solidarity and responsibility go together.

The priority for the coming years – the programme which Greece and its partners have agreed together – is about building a modern and resilient Greece. I should probably be less blunt, but this is perhaps the last chance to do what is good and what is necessary for Greece.

In my political life, I have often recalled the words of that great advocate of human rights, James Freeman Clarke, who said: “A politician thinks of the next election. A statesman, of the next generation.”

What we need now is clear: broad political support, full ownership and efficient implementation on all sides. Implementation is of importance.

Let us be clear: it is the Greek government which ultimately decides the policy mix to achieve the programme targets. It is the Greek authorities, at all levels, who ensure that reforms bring real change on the ground.

You are not doing this for “Brussels”, or for the creditors. You are doing this for yourselves, for your people and for your future, which is a European future.

This should be clear in everyone’s mind. Those who say the contrary are the enemies of trust and are the enemies of progress. They are the enemies of the confidence and stability which is so much needed for this country to recover.

And let us not fall for conspiracy theories either. I can assure you: there is no conspiracy against Greece. On the contrary, I see a lot of straight talking, an abundance of good will, and genuine hope that Greece succeeds.

This is why I want to see all Greek governments – now and in the future [Alexis, your government is not the last one, there will be other governments after yours; but I wanted to say here that we have the best relations possible. We were starting in a dark corner, and now we are moving in the light of the sun] – I would want to see all Greek governments respecting this agreement, with sincerity and with determination and with ambition for the Greek people.

I know that the Greek people have already suffered a lot.

It has not been easy, and I do understand why many still have doubts about where this road is leading and whether it is worth the price.

But let me say this. Today, confidence, stability and also growth are returning. We can see the first results of the latest efforts, and they are cause for hope.

Greece now has an opportunity to turn the corner, and return to sustainable and fair growth that will produce new jobs.

Thanks to the Commission, I have to say it, Greece has already been given exceptional conditions to benefit to the fullest from EU funding.

Between 2014 and 2020, the European Union will invest more than 35 billion euros in Greece: 20 billion from the European Structural and Investment Funds and 15 billion from the EU’s Agricultural Guarantee Fund. This money is money for the real economy. I would like the Greek authorities to use this money, because the money is there.

We secured a reduction in the national co-financing rate and a green light to frontload financing. Together with the clearance of State arrears foreseen under the new disbursement, these can be a very powerful stimulus to the economy.

These better conditions are already paying off, and thanks to them, Greece is now the best performer in the European Union when it comes to absorbing structural funds, 95% of the funds are absorbed. EU funding is vital money for the real economy: it supports entrepreneurship, innovation, small businesses, education and training, energy and transport, the transition to a low-carbon economy and the efficiency of public authorities.

And these are very concrete priorities and projects:

  • Take for example the regeneration of the seafront in Thessaloniki, which will strengthen the local economy, make the city greener and more welcoming to tourists;
  • Take the construction and extension of the Athens Metro system, which helps reducing traffic congestion, smog levels and journey times.
  • Take the refugee crisis, where within the past year, the European Union funded more than 850 additional staff and equipment to help the Greek authorities manage the flows, providing food, shelter and basic needs for more than 50 000 migrants arriving to Greece.

In addition to existing European funds we expect the Investment Plan for Europe, which is also known as the “Juncker Plan” – not because I called it like that but those who thought that this would be a total failure, wanted to pre-identify the one who would be responsible for the failure; since it works, it is no longer called “Juncker Plan”, it is now called the Investment Plan for Europe – this Investment Plan for Europe, we want it to play an increasing role in Greece as a complement to other sources of financing.

Since this Plan exists, let me be clear: we are moving away from a culture of subsidies to one that facilitates private investment, through risk-taking and risk-sharing. The success of the Plan will depend on improving the framework conditions for investment, which is why we insist on the pursuit of reforms everywhere.

The Investment Plan for Europe has made a promising start, and I am delighted that it has now arrived in Greece. We recently announced the first projects funded under the new European Fund for Strategic Investments:

  • An innovative agri-food company will use a loan from the European Investment Bank to invest in research and development and grow its business.
  • A guarantee from the European Investment Fund will help a bank in Thessaloniki to finance small and medium-sized enterprises throughout the country.

These are just the first projects, but they show the potential of what we can achieve if we manage to introduce this new logic of mobilising private funds.

As part of the Investment Plan, we have also set up a new Project Portal which is now up and running. It links projects and investors, and already lists around 40 Greek projects.

I mentioned funding but our support goes further and includes hands-on technical assistance: for reforms under the programme; for the management of the refugee crisis; and for new investment projects. We have set up an Advisory Hub which is now dealing with 50 Greek requests, and teams from the Commission and the European Investment Bank are now on the ground to help Greece realise this.

Ladies and gentlemen,

This evening, I have talked about Europe and its response to its worst ever crisis, and how the Commission is playing its part: by defending the European interest, by building bridges, by providing solutions. In short, by providing stability and direction in a time of uncertainty.

I deliver this speech here two days before the British people take their biggest decision in a generation. So let us talk about Britain.

History has taught us a simple lesson: Europe is stronger together.

We are more powerful when we join our forces. We are more secure when we look out for each other. We are more prosperous when we trade with each other.

All too often, we take for granted what we have built. Peace among countries that knew only war. Freedom that is guaranteed by the rule of law. Prosperity that is built on the planet’s biggest internal market. A way of life that is the envy of the entire world.

This is the patient work of generations of women and men, and we could not have done it without the British people. Leaving the European Union would put all of this at risk. It would damage what we have achieved so far. It would diminish what we can achieve tomorrow.

To turn your backs on your neighbours and retreat into isolation would go against everything that Europe and the United Kingdom stands for. To leave would be an act of self-harm.

But tonight, dear friends, I have said more – and this was my intention – about this special country, Greece, which is close to my heart.

A country which stands tall and proud at the crossroads of civilisations, and which is open to the world. A country which is deeply rooted in its own history – a history that began with ideas – which it shared with the rest of the world.

A country which is still young and embraces its modernity with passion.

Today more than ever, Greece is at the heart of the European family. And I am convinced, more than ever, that this family will stand together.

Long live Greece and long live Europe.

Σας ευχαριστώ πολύ, καληνύχτα.

 

 

Related posts