Offshore (υπεράκτιες) εταιρείες & Φορολογία (2ο Μέρος) του Δημήτρη Δημητρίου
Ορκωτός Ελεγκτής Λογιστής
Baker Tilly Hellas
Offshore (υπεράκτιες) εταιρείες & Φορολογία
(2ο Μέρος)
Δομές υπεράκτιων (offshore) εταιρειών
Σήμερα είναι δυνατόν να συσταθεί μία εξωχώρια (υπεράκτια) εταιρεία, χωρίς πολλές διατυπώσεις και σε ελάχιστο χρόνο, διαδικασία που χρησιμοποιείται ευρέως για ξέπλυμα χρήματος από όπλα, ναρκωτικά και εγκληματικές ενέργειες. Επειδή η απλουστευμένη αυτή διαδικασία δημιουργεί υπόνοιες γι’ αυτό οι επιλογές έχουν στραφεί και διαφοροποιηθεί προς εκείνα τα διεθνή οικονομικά κέντρα (IOFC- International Offshore Financial Center) που διέπονται από αυστηρή νομοθεσία και κανονισμούς.
Συνήθως η λύση βρίσκεται σε κράτη με αποδοτικές φορολογικές δομές σε πιο εξελιγμένες μορφές οργάνωσης και διαπλοκής. Έτσι η offshore εταιρεία ενεργεί μέσω μίας onshore (εγχώριας), μίας σύμβασης και δύο ή περισσοτέρων τραπεζικών λογαριασμών. Προκειμένου να διατηρηθεί η εμπιστευτικότητα μία τρίτη εταιρεία παροχής υπηρεσιών παρέχει μετόχους, διευθυντές και υπογράφοντες, επιπλέον μπορεί να παρέχεται από ένα trust. Σήμερα, η νομοθεσία κάποιων τέτοιων κρατών περιορίζει την ανωνυμία μετόχων.
Ιδιαίτερα νομικά χαρακτηριστικά που έχει το σύστημα των υπεράκτιων εταιρειών επιτρέπουν στους ιδιοκτήτες να απολαμβάνουν προνόμια και πλεονεκτήματα όπως :
- Φορολόγηση σε μικρότερη ή μηδενική κλίμακα
- Κατοχύρωση της ανωνυμίας του πραγματικού ιδιοκτήτη
- Ευελιξία της επιχειρηματικής δραστηριότητας
- Άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών σε συνάλλαγμα
- Αποκλεισμός της προσωπικής ευθύνης του πραγματικού ιδιοκτήτη
Η σκοπιμότητα δημιουργίας των υπεράκτιων εταιρειών ποικίλει και δημιουργεί διάφορες μορφές και τύπους :
Βασικές μορφές υπεράκτιων (offshore) εταιρειών
1) Εταιρίες Χαρτοφυλακίου ή συμμετοχών (Holding Companies)
Η χρήση των υπεράκτιων εταιριών χαρτοφυλακίου ή εταιριών επενδύσεων, που είναι εγκατεστημένες σε εξωχώρια κέντρα, είναι μια μέθοδος διεθνούς φορολογικού σχεδιασμού για την χρηματοδότηση των υπεράκτιων δραστηριοτήτων. Οι δραστηριότητες σε τρίτες χώρες συγκεντρώνονται σε μια υπεράκτια εταιρεία, η οποία είτε έχει λειτουργούντα υποκαταστήματα, είτε κατέχει τις μετοχές των διεθνών θυγατρικών εταιριών που δραστηριοποιούνται σε τρίτες χώρες. Η υπεράκτια εταιρεία λειτουργεί ως εταιρεία εκκαθαριστής για τα κέρδη από δραστηριότητες στις τρίτες χώρες, για συσσώρευση κερδών, επανεπένδυση των κερδών και εν γένει φορολογικό σχεδιασμό δραστηριοτήτων.
Βασικά προνόμια :
- Αναβολή πληρωμής φόρου σε μερίσματα.
- Αναβολή πληρωμής φόρου σε υπεραξίες (π. χ υπεραξία από πώληση θυγατρικής).
- Απουσία συναλλαγματικών ελέγχων.
2) Εταιρείες Παροχής Χρηματοοικονομικών υπηρεσιών
Μια εταιρεία παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών που βρίσκεται σε Υπεράκτιο κέντρο (χώρα) λειτούργει ως κανάλι διοχέτευσης δανείων σε μια ξένη θυγατρική εταιρεία. Η χρήση μιας εξωχώριας εταιρείας χρηματοοικονομικών υπηρεσιών παρέχει τη δυνατότητα να μετακινηθούν αποτελεσματικά κέρδη από την ξένη θυγατρική (δανειολήπτρια), που υπάγεται σε δικαιοδοσία με υψηλούς συντελεστές φορολόγησης στη υπεράκτια δικαιοδοσία με χαμηλή φορολογία. Το μειονέκτημα του σχήματος αυτού είναι ότι η χώρες έδρας της δανειολήπτριας εταιρείας επιβάλλουν την παρακράτηση φόρου σε ποσό του τόκου του δανείου. Οι εταιρίες παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών έχουν σημαντική αξία, στη περίπτωση που μια χώρα έχει υψηλούς συντελεστές φορολόγησης εισοδήματος και μερισμάτων. Η αποπληρωμή των τόκων δεν μειώνει μόνο τα φορολογητέα κέρδη της δανειολήπτριας εταιρείας αλλά μειώνει σημαντικά και τα προς αποπληρωμή μερίσματα της.
3) Εταιρείες Παροχής Διοικητικών Υπηρεσιών (administration companies)
Ορισμένες υπεράκτιες δραστηριότητες δεν περιλαμβάνουν άπλα μια ξένη θυγατρική εταιρεία, αλλά περιλαμβάνουν έναν όμιλο που αποτελείται από την μητρική εταιρεία και τις θυγατρικές στις διάφορες χώρες και με διαφορετικές δραστηριότητες. Η διαχείριση και ο έλεγχος του ομίλου μπορεί να διεξάγεται μέσω μιας εξωχώριας εταιρείας παροχής υπηρεσιών διοίκησης-διαχείρισης. Το συγκεκριμένο σχήμα προσφέρει εμπορικά πλεονεκτήματα με τη συγκέντρωση όλων των διοικητικών-διαχειριστικών λειτουργιών σε έναν φορέα. Η ίδρυση κεντρικών γραφείων διοίκησης σε μια Offshore χώρα από φορολογική άποψη είναι μια τεχνική μεταφοράς κερδών όπου οι δραστηριότητες διοίκησης-διαχείρισης ενός ομίλου εταιριών αναλαμβάνονται από την υπεράκτια εταιρεία παροχής διοικητικών υπηρεσιών, η οποία αμείβεται με ποσοστό επί των κερδών του ομίλου. Η υπεράκτια εταιρεία για τα κέρδη (αμοιβές) της δεν φορολογείται ή φορολογείται με πολύ χαμηλό συντελεστή.
4) Εταιρείες Αδειών- Δικαιωμάτων (licensing companies)
Μια επιχείρηση μπορεί να χρησιμοποιεί μια υπεράκτια εταιρεία αδειών για να λειτουργεί ως χορηγός αδειών δικαιωμάτων σε μια ξένη θυγατρική εταιρεία. Οι περιοδικές πληρωμές για το δικαίωμα χρήσης βιομηχανικής και πνευματικής ιδιοκτησίας, όπως είναι τα δικαιώματα ευρεσιτεχνίας, συγγραφικά δικαιώματα, σήματα, εικόνες, ήχος, επιστημονικές πληροφορίες και αλλά , λειτουργούν και χρησιμοποιούνται από πολλές δικαιοδοσίες σαν ενοίκιο (royalties), δηλαδή σαν έξοδα που μειώνουν την φορολογητέα ύλη των επιχειρήσεων. Με τον τρόπο αυτό επίσης μεταφέρονται κέρδη και συγκεντρώνονται κεφάλαια στην υπεράκτια εταιρεία.
5) Εμπορικές εταιρείες (Trading companies)
Είναι οι εταιρίες που δραστηριοποιούνται κατά κύριο λόγο εισαγωγικό και εξαγωγικό εμπόριο. Η υπεράκτια εταιρεία χρησιμοποιείται εδώ κατά τέτοιο τρόπο ώστε αποτελεσματικά να μεταφέρει τα κέρδη από μια χώρα με υψηλή φορολόγηση σε μια χώρα με χαμηλή φορολόγηση. Τα σχήματα που διαμορφώνονται σε αυτές τις περιπτώσεις επίσης αποκαλούνται ως τριγωνικό εμπόριο. Το σχήμα αυτό συνήθως εφαρμόζεται ως ακόλουθο: μια εμπορική εταιρεία που πραγματοποιεί εξαγωγές – εισαγωγές ιδρύει μια υπεράκτια εταιρεία, που λειτουργεί ως διαμεσολαβητής μεταξύ του πωλητή και του αγοραστή. Όταν η ιδρύτρια επιχείρηση πραγματοποιεί εισαγωγές ο προμηθευτής στέλνει τα εμπορεύματα απευθείας στην ιδρύτρια και εκδίδει το τιμολόγιο στο όνομα της υπεράκτιας εταιρείας, η οποία με τη σειρά της τιμολογεί την ιδρύτρια επιχείρηση σε τιμή προσαυξημένη. Αντίστοιχα αν η μητρική επιχείρηση πραγματοποιεί εξαγωγές, το εμπόρευμα αποστέλλεται στον αγοραστή και η μητρική τιμολογεί την υπεράκτια με τιμή χαμηλότερη η οποία με την σειρά της τιμολογεί τον αγοραστή. Με αυτόν τον τρόπο η μητρική επιχείρηση καταρχήν μειώνει τα εμφανιζόμενα κέρδη και επιπλέον συσσωρεύει το κεφάλαιο στο λογαριασμό της υπεράκτιας εταιρείας. Έτσι ένα μέρος του κέρδους που σε κάθε περίπτωση θα πραγματοποιούσε η μητρική μετακινείται αποτελεσματικά από την με υψηλό φορολογικό συντελεστή χώρα σε χαμηλό της offshore εμπορικής εταιρείας. Δεδομένου ότι οι περισσότερες offshore δικαιοδοσίες επιβάλλουν υψηλούς εισαγωγικούς δασμούς, σημαντικό ρόλο θα έπαιζε η offshore εμπορική επιχείρηση να μην παραλαμβάνει τα αγαθά, αλλά να τα πουλά στην ξένη θυγατρική χωρίς τα αγαθά να εκτελωνιστούν από την έδρα της offshore. Με αυτό τον τρόπο αποφεύγονται διπλοί και αυξημένοι εισαγωγικοί δασμοί.
6) Ναυτιλιακές εταιρείες (shipping companies)
Ένας μεγάλος αριθμός των εξωχώριων κέντρων έχουν θεσπίσει ευνοϊκές ρυθμίσεις για τις εταιρίες που ασχολούνται με τη ναυτιλία, περιλαμβανομένης της ναύλωσης και ενοικίασης σκαφών. Οι χώρες αυτές ενθαρρύνουν δυναμικά τις ναυτιλιακές εταιρίες να λειτουργήσουν υπό τις λεγόμενες σημαίες ευκαιρίας, πράγμα που επιτρέπει σε μια μη μόνιμα εγκατεστημένη εταιρεία να νηολογήσει με σύντομες και όχι ιδιαιτέρα αυστηρές διαδικασίες, αλλά με εξαιρετικά χαμηλό και ανταγωνιστικό κόστος τα πλοία, χρησιμοποιώντας την σημαία του εξωχώριου κέντρου (χώρας). Τα κέρδη που προκύπτουν από την εκμετάλλευση του πλοίου που έχει μια υπεράκτια εταιρεία υποβάλλονται σε πολύ χαμηλή φορολογία.
7) Εμπιστεύματα (trusts)
Η ιδέα των trust αναπτύχτηκε ως τρόπος προστασίας της περιουσίας. Οι συμβαλλόμενοι σε ένα trust είναι ο διαθέτης (settlor) που μεταφέρει τα περιουσιακά του στοιχεία σε trust, ο διαχειριστής (trustees), ο όποιος διοικεί το trust, ο θεματοφύλακας (custodian) και ο δικαιούχος (beneficiary) που λαμβάνει τα οφέλη των περιουσιακών στοιχείων του trust. Τα trust ιδρύονται και έχουν διάρκεια περίπου 100 ετών και είναι αποτελεσματικά για την περίπτωση που ο διαθέτης είναι ηλικιωμένος και δεν σκέφτεται καθαρά ή οι δικαιούχοι βρίσκονται σε διαμάχη. Το trust δεν έχει την νομική προσωπικότητα και δεν μπορεί να έχει περιουσιακά στοιχεία, όλη η περιουσία του trust είναι εκχωρημένη στον διαχειριστή που μπορεί να είναι είτε το φυσικό πρόσωπο είτε η εταιρεία. Τα περιουσιακά στοιχεία του trust μπορεί να είναι ακίνητα, μετρητά και αλλά αξιόγραφα.
Ένα trust συστήνεται με εγγραφή συμφωνία. Πρέπει να σημειώσουμε ότι σε περισσότερες περιπτώσεις ο διαθέτης και ο δικαιούχος είναι το ίδιο πρόσωπο. Οι χώρες που αναγνωρίζουν το trust είναι συνήθως του Αγγλοσαξονικού δικαίου, ενώ στις άλλες χώρες που βασίζονται σε Γαλλογερμανικό μοντέλο, όπως και η Ελλάδα δεν αναγνωρίζουν το trust. Οι περισσότερες εξωχώριες δικαιοδοσίες παρέχουν τη δυνατότητα στέγασης σε trust. Η συνηθέστερη αιτία χρήσης των υπεράκτιων trust είναι η απόκρυψη της ταυτότητας των διαθετών για την αποφυγή των διατάξεων περί ξεπλύματος του μαύρου χρήματος και αυξημένης φορολογίας.
Η χρήση των trust επιτρέπει τον διαχωρισμό της ιδιοκτησίας ή των δικαιωμάτων ενός περιουσιακού στοιχείου. Συχνά παρέχει μεγαλύτερη ευελιξία και ανωνυμία κατά την μεταφορά και τον έλεγχο κεφαλαίων ή περιουσιακών στοιχείων. Ένα trust δεν αντιμετωπίζει συχνά προβλήματα με μετόχους, μερίσματα ή άλλες υποχρεώσεις που εμφανίζει ένας άλλος οργανισμός.
8) Εταιρείες Επενδύσεων (Investment companies)
Κεφάλαια συγκεντρωμένα δια μέσου υπεράκτιων εταιριών επενδύσεων μπορούν να επενδυθούν ή να κατευθυνθούν οπουδήποτε στον κόσμο. Η προσεκτική επιλογή της εξωχώριας δικαιοδοσίας επιτρέπει να επενδυθούν τα προαναφερόμενα κεφάλαια σε χώρες με υψηλούς συντελεστές φορολόγησης εφόσον αυτές έχουν συνάψει φορολογικές συμβάσεις με υπεράκτιο κέντρο.
9) Τραπεζικές εταιρείες (Banking companies)
Τελευταίο καιρό πολλά τραπεζικά ιδρύματα σε υπεράκτιες δικαιοδοσίες έχουν καθιερωθεί ως φορολογικά καταφύγια. Πολλά από τα ιδρύματα είναι θυγατρικές μεγάλων διεθνών τραπεζών. Το μεγάλο τους πλεονέκτημα είναι ότι καταβάλλουν τόκους απαλλαγμένους από την παρακράτηση του φόρου. Περάν αυτού ασχολούνται με διεθνή χρηματοδότηση από προνομιακές βάσεις (εξωχώρια κέντρα), η οποία δεν uπόκειται σε συναλλαγματικούς ελέγχους.
10) Εταιρείες Αντιπροσώπευσης (Nominee companies)
Οι εταιρίες αντιπροσώπευσης είναι δομές όπου μια εγχώρια (onshore) εταιρεία ενεργεί ως αντιπρόσωπος μιας ή περισσοτέρων εξωχώριων εταιρειών. Όπως προαναφερθήκαμε οι εξωχώριες εταιρίες πάντα αποβλέπουν στην μείωση φορολογητέας ύλης των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων καθώς επίσης πολύ συχνά στο ξέπλυμα του μαύρου χρήματος. Για τον λόγο αυτό οι θιγόμενες χώρες από την διεθνή αυτή την μέθοδο φοροαποφυγής προσπάθησαν να αντιδράσουν θέτοντας ειδικούς νομοθετικούς κανόνες για την διασφάλιση σύλληψης της φορολογητέας ύλης και στην δημιουργία εμποδίων για την λειτουργία των υπεράκτιων εταιριών. Η Ελλάδα απάντησε στο φαινόμενο των υπεράκτιων εταιριών με τον Ν. 3091/2002, όπου χοντρικά οι συναλλασσόμενοι με υπεράκτιες εταιρίες δεν μπορούν να αναγνωρίσουν τις δαπάνες και τις αποσβέσεις για αγαθά και υπηρεσίες που προέρχονται από αυτές όπως επίσης και επιβάλλοντας ειδικό ετήσιο φόρο σε ποσοστό 15% επί τις ακίνητης περιουσίας των υπεράκτιων εταιριών.
11) Εταιρείες Ασφαλίσεων
Πολλοί διεθνείς οργανισμοί έχουν αναπτύξει την πρακτική συνδυασμού ενός υφιστάμενου trust, το οποίο δεν είναι νέο offshore προϊόν, με πολιτική ασφάλισης, επίσης όχι νέο onshore προϊόν. Τα δυο αυτά προϊόντα σε συνδυασμό δίνουν νέες ευκαιρίες. Όταν ασφαλίζεται κάποιος πληρώνει ένα ασφάλιστρο. Η ασφάλιση στοιχίζει μόνο ένα μικρό μέρος του ασφαλίστρου που καταβάλλεται. Η ασφαλιστική εταιρεία αφού προβεί στην ασφάλιση, τοποθετεί το υπόλοιπο ποσό μαζί με τα δικά της επενδυτικά κεφάλαια και προβαίνει στην παθητική διαχείριση, δηλαδή σε επενδύσεις χαμηλού κίνδυνου. Έτσι η ασφαλιστική πολιτική οδηγεί στο σχηματισμό ενός επενδυτικού χαρτοφυλακίου, το οποίο σημειωτέων μπορεί να περιλαμβάνει όχι μόνο τα χρήματα, αλλά και άλλες μορφές , όπως μετοχές, ομολογίες, παράγωγα χρήματα οικονομικά προϊόντα, ομόλογα κτλ.
12) Ακίνητα (real estate)
Ίσως η πιο διαδεδομένη χρήση των υπεράκτιων εταιριών στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια είναι η αγορά και διαχείριση ακινήτων. Προκειμένου να προχωρήσει μια υπεράκτια εταιρεία στην αγορά ακινήτου, πρέπει το φυσικό πρόσωπο, που εμφανίζεται ενώπιον του συμβολαιογράφου ως εκπρόσωπος της εταιρείας, να είναι εφοδιασμένος με πλήρη σειρά εγγράφων που θα αποδεικνύουν τη νόμιμη σύσταση της εταιρείας κατά το δίκαιο της έδρας της, την μέχρι εκείνη τη στιγμή λειτουργία και μη λύση της και την πληρεξουσιότητα του εμφανιζόμενου προσώπου για την κατάρτιση και υπογραφή του συμβολαίου αγοράς. Σημειωτέον ότι όπως γίνεται δεκτό από την διοίκηση η μίσθωση και ιδιόχρηση ακινήτων στην Ελλάδα από μόνα τους δεν δημιουργούν μόνιμη εγκατάσταση, καθώς και η μεταγενέστερη μεταβίβαση των μετοχών της εταιρείας και ως εκ τούτου όλης της περιουσίας της τόσο της κινητής όσο και της ακίνητης δεν είναι εύκολο να γίνει αντιληπτή από τις φορολογικές Αρχές.
Φορολογία ακινήτων των εξωχώριων εταιρειών
Κατά την πώληση ακινήτου εξωχώριας εταιρείας παραδίδονται οι μετοχές της υπεράκτιας, έτσι αποφεύγει ο αγοραστής τον εκάστοτε φόρο μεταβίβασης ακινήτου, ενώ όταν αποβιώσουν οι κληρονόμοι τους δεν πληρώνουν φόρο κληρονομιάς.
Αυτή η περίπτωση όμως δεν μπορεί να αποφευχθεί διότι κανείς δεν μπορεί να απαγορεύσει να χρησιμοποιούνται οι εταιρείες αυτές, το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να προσπαθήσουν να τις φορολογήσουν ώστε να τους αποτρέψουν κι αυτό προσπαθούν.
Η παγκοσμιοποίηση θα μπορούσε να φέρει κάποια θετικά αποτελέσματα, δηλαδή η Ευρωπαϊκή Ένωση κατάφερε αρχικά κάθε χώρα-μέλος της να είναι υποχρεωμένο να ενημερώνει τις φορολογικές αρχές των άλλων χωρών για τις τοποθετήσεις που κάνουν οι φορολογικοί κάτοικοι στο έδαφος της.
Άλλωστε με τις διατάξεις άρθρων 15 έως και 18 του ν. 3091/2002 θεσπίστηκε για πρώτη φορά φόρος επί των ακινήτων των εξωχώριων εταιρειών. Ειδικότερα, άρχισε να ισχύει ο ν. 3091/2002 (ΦΕΚ Α330/24-12-2002) και η παρ.1 του άρθρου 15 του ν. 3091/2002 βάση του οποίου από το 2003 και κάθε επόμενο έτος, οι εταιρείες οι οποίες έχουν εμπράγματα δικαιώματα πλήρους ή ψιλής κυριότητας ή επικαρπίας σε ακίνητα που βρίσκονται στην Ελλάδα, καταβάλλουν ειδικό ετήσιο φόρο 3% επί της αξίας αυτών, όπως προσδιορίζεται με το άρθρο 17 του ίδιου νόμου. Κατόπιν με τις διατάξεις του άρθρου 57 του ν. 3842/2010 τροποποιήθηκε το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει τον ειδικό φόρο επί των ακινήτων (άρθρα 15 έως 17 του ν. 3091/2002). Ειδικότερα, με τις ισχύουσες διατάξεις από το έτος 2010 αναπροσαρμόσθηκε ο φορολογικός συντελεστής της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του ν. 3091/2002 από 3% σε 15% και διευρύνθηκαν οι κατηγορίες των προσώπων-οντοτήτων που είναι υπόχρεοι σε υποβολή δήλωσης και καταβολής του φόρου.
Βασικά Πλεονεκτήματα:
- Οι μετοχές των εξωχώριων εταιρειών μεταβιβάζονται ελεύθερα από τον κομιστή.
- Δεν θα καταβληθεί ποτέ φόρος μεταβίβασης, κληρονομιάς, γονικής παροχής ή δωρεάς.
- Κατά την μεταβίβαση του ακινήτου δεν καταβάλλεται φόρος υπεραξίας.
- κεφάλαιο για την αγορά του ακινήτου δεν φορολογείται και δεν υπάρχει πόθεν έσχες.
- Η αποφυγή διεκδικήσεων συζύγων σε περίπτωση διαζυγίου
- Διασφάλιση από μελλοντικές διεκδικήσεις δανειστών
- Αποφυγή λοιπών φορολογικών επιβαρύνσεων
- Η αποφυγή διεκδικήσεων συζύγων σε περίπτωση διαζυγίου
Βασικά Μειονεκτήματα:
- Ετήσια καταβολή φόρου 15% επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου δηλαδή ουσιαστικά σε 6-7 έτη ο ιδιοκτήτης θα χάσει με την μορφή φόρου την αξία του ακινήτου.
- Η εξωχώρια εταιρεία πληρώνει φόρο κατοχής (ακίνητης περιουσίας) του ακινήτου.
- Συνήθως η εξωχώρια εταιρεία πληρώνει φόρο για εικονικά ενοίκια που εισπράττει από αυτόν που κατοικεί στο ακίνητο (συνήθως τον πραγματικό ιδιοκτήτη)
- Κατά την αγοράς ενός ακινήτου από εξωχώρια εταιρεία ο αγοραστής πρέπει είναι πολύ επιφυλακτικός διότι κατά την μεταβίβαση των μετοχών θα πρέπει να γνωρίζει τις οποιεσδήποτε άλλες υποχρεώσεις της εξωχώριας εταιρείας
Ευθύνη παρένθετων προσώπων:
Επίσης σε ισχύ είναι και το άρθρο 16 του ν.3091/2002 που ορίζει την «Ευθύνη παρένθετων προσώπων» :
Παρένθετα πρόσωπα ευθύνονται σε ολόκληρο με τον υπόχρεο για την καταβολή του φόρου που προβλέπεται στο προηγούμενο άρθρο 15. Για τους σκοπούς του νόμου αυτού παρένθετο πρόσωπο είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που συμμετέχει με οποιαδήποτε μορφή ή ποσοστό σε νομικό πρόσωπο, της παραγράφου 1 του άρθρου 15, που έχει κυριότητα ή επικαρπία σε ακίνητο ή συμμετέχει σε τρίτο νομικό πρόσωπο που έχει κυριότητα ή άλλα εμπράγματα δικαιώματα σε ακίνητο ή παρεμβάλλεται με οποιονδήποτε τρόπο στη σειρά των συμμετοχών στο κεφάλαιο ενός νομικού προσώπου. Αν η κυριότητα ή η επικαρπία σε ακίνητο μεταβιβασθούν, για την καταβολή του επιμεριστικά αναλογούντος οφειλόμενου φόρου, που προβλέπεται στο προηγούμενο άρθρο, και των προσαυξήσεων ευθύνεται σε ολόκληρο με τον υπόχρεο και ο νέος κύριος ή επικαρπωτής.
Διαδικασία επιβολής του ειδικού φόρου:
Σύμφωνα με το άρθρο 17 του ν.3091/2002 «Διαδικασία επιβολής του ειδικού φόρου» :
- Χρόνος γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης είναι η 1η Ιανουαρίου κάθε έτους.
- Για τον υπολογισμό του φόρου λαμβάνεται υπόψη η αξία που έχουν τα ακίνητα και τα εμπράγματα σε αυτά δικαιώματα κατά την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας, για τον προσδιορισμό της οποίας εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 10 του N. 2961/2001.
- Για την παραλαβή των δηλώσεων και τη βεβαίωση του φόρου αρμόδιος είναι ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, που είναι αρμόδια για τη φορολογία εισοδήματος.
- Η δήλωση υποβάλλεται μέχρι την 20η Μαΐου του έτους φορολογίας. Για τον τρόπο υποβολής της δήλωσης εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 68 του N. 2961/ 2001. Ο φόρος που αναλογεί καταβάλλεται εφάπαξ με την υποβολή της δήλωσης. Η δήλωση που υποβάλλεται χωρίς την καταβολή του φόρου θεωρείται απαράδεκτη και δεν παράγει έννομα αποτελέσματα.
Δημήτρης Δημητρίου –Ορκωτός Ελεγκτής Λογιστής – Baker Tilly Hellas