Το παραπάνω γράφημα, μας δείχνει την συνολική επένδυση στην Ελλάδα ως ποσοστό % επί του ΑΕΠ.
Παρατηρούμε ότι την περίοδο της δραχμής (προ του 2002) το ποσοστό της συνολικής Επένδυσης, κυμαίνονταν από μέγιστο 30% το 1980 σε ελάχιστο 23% το 1995 και 1997. Με το ευρώ, το ποσοστό της συνολικής Επένδυσης, κυμαίνονταν από μέγιστο 27% το 2003 και 2007 έως και κάτω από 10%, περίπου στο 9% εκτίμηση για το 2015.
Είναι σαφές ότι κατά την περίοδο της δραχμής, το ποσοστό της συνολικής Επένδυσης ως ποσοστό του ΑΕΠ, παρουσίαζε μια ελαφρώς διολισθαίνουσα τάση, ενώ κατά την περίοδο του ευρώ, έχουμε μια κατάρρευση παρόλο που λόγω της εσωτερικής υποτίμησης, βασικά κόστη όπως αυτό της εργασίας, μειώθηκε σημαντικά.
Από το γράφημα, διαφαίνεται ότι επενδύσεις προσελκύονται όταν η κατάσταση στην πραγματική οικονομία είναι φυσιολογική και υγιής, ενώ όταν είναι μη φυσιολογική και νοσηρή, δεν προσελκύονται και παρά την μείωση του κόστους – κυρίως – εργασίας, που θεωρητικά, θα έπρεπε να επιδρούσε θετικά. Βέβαια, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι στην κατάρρευση των τελευταίων ετών, πρέπει να έχει επηρεάσει αρνητικά η ουσιαστική υπερφορολόγηση.
Επομένως, από τα δεδομένα αυτά διαπιστώνουμε – και προχωρούμε σε εκτίμηση – ότι η Επένδυση στη χώρα μας, θα αρχίσει να αυξάνεται, που με την σειρά της θα συμβάλει και στην ουσιαστική αύξηση της απασχόλησης, όταν: α) επιστρέψουμε από καθεστώς υπερφορολόγησης σε καθεστώς φυσιολογικής φορολόγησης και β) η οικονομία φτιάξει και πλέον είναι φυσιολογική και υγιής, που με την σειρά του προαπαιτεί, την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος για την πλειοψηφία των πολιτών, έτσι ώστε μέσα από αυτήν, να είναι δυνατόν να υπάρξει ουσιαστική επανεκκίνηση αυτής και επιστροφή, σε ουσιαστική ανάπτυξη, ήτοι διαχεόμενη σε βάθος και πλάτος.
Προχωρώντας σε περαιτέρω εκτίμηση βάσει των δύο καθοριστικών παραγόντων, ήτοι την (υπερ)φορολογία και το διαθέσιμο εισόδημα, τουλάχιστον στον ορατό ορίζοντα ενός περίπου έτους, δεν μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι ότι θα υπάρξει η ποθητή επιστροφή μας στην ουσιαστική ανάπτυξη, αφού αφενός στην παρούσα φάση διανύουμε διαδικασία υπερφορολόγησης, που θα στερήσει την πραγματική οικονομία πολύτιμης ρευστότητας, αφετέρου υπ’αυτές τις συνθήκες, δεν διαφαίνεται μια ευρεία αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος, που θα οδηγούσε στην ανάκαμψη. Εξ αυτών, εκτιμούμε ότι η ανάκαμψη δεν θα συμβεί – δυστυχώς – και κατά το 2016.