3 Σεπτεμβρίου 2024

Αύξηση του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου κατά 2% από 1ης Ιανουαρίου 2022

Αύξηση του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου κατά 2% από 1ης Ιανουαρίου 2022

Κ. Χατζηδάκης: Συνετή αύξηση η οποία στηρίζει όσο γίνεται την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας

Από το Γραφείο Τύπου του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων εκδόθηκε η ακόλουθη ανακοίνωση:

Το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε σήμερα την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% από 1ης Ιανουαρίου 2022, από τα 650 ευρώ που είναι σήμερα, στα 663 ευρώ το μήνα, ή 773,5 ευρώ αν συνυπολογισθεί το γεγονός ότι καταβάλλονται 14 μισθοί το χρόνο.

Η απόφαση ελήφθη ύστερα από την ολοκλήρωση της διαβούλευσης στην οποία συμμετείχαν οι κοινωνικοί εταίροι, ερευνητικοί και επιστημονικοί φορείς, η Τράπεζα της Ελλάδος κ.ά., με βάση τις προτάσεις που διατυπώθηκαν, τις αντοχές της οικονομίας και των επιχειρήσεων, ιδίως των μικρομεσαίων αλλά και τη διεθνή συγκυρία.

Ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Κωστής Χατζηδάκης, δήλωσε:
«Η ελληνική οικονομία βίωσε βαθιά ύφεση εξαιτίας των επιπτώσεων της πανδημίας, η οποία ήρθε σε συνέχεια της οικονομικής κρίσης. Μέλημα της κυβέρνησης με την απόφαση για την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% από 1ης Ιανουαρίου του 2022, αλλά και με τη μείωση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών – που οδήγησε σε πρόσθετη αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων κατά 1,6 % – είναι να στηρίξει την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων χωρίς να θέσει σε κίνδυνο επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας. Λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα της διαβούλευσης, δίνουμε μια συνετή αύξηση που δεν βάζει εμπόδια στην ανοδική τροχιά της οικονομίας και επιπλέον διατηρεί τον κατώτατο μισθό στο μέσο του πίνακα των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από εκεί και πέρα, εργοδότες και εργαζόμενοι έχουν τη δυνατότητα να συμφωνήσουν καλύτερες αμοιβές με τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας που υπογράφουν σε επιχειρησιακό, κλαδικό ή εθνικό επίπεδο. Γνωρίζω βεβαίως ότι η αύξηση αυτή δεν λύνει τα προβλήματα των εργαζομένων. Ακολουθούμε όμως το δρόμο της σύνεσης μέχρι να ξεπεραστούν οι συνέπειες της πανδημίας στις επιχειρήσεις και ιδιαίτερα τις μικρομεσαίες. Και είμαι βέβαιος ότι η πολιτική της κυβέρνησης που οδηγεί σε αύξηση των επενδύσεων και άνοδο του οικονομικού επιπέδου της χώρας, είναι η μόνη που πραγματικά δημιουργεί τις προϋποθέσεις για καλύτερες αμοιβές, πράγμα που θα πιστοποιηθεί στις διαδικασίες που θα ακολουθήσουν από το 2022 και μετά».

Ακολουθεί ενημερωτικό σημείωμα για το σκεπτικό της απόφασης, το ύψος του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα σήμερα, το ευρωπαϊκό περιβάλλον σε σχέση με τους κατώτατους μισθούς, τις απόψεις που διατυπώθηκαν στο πλαίσιο της διαβούλευσης και τη διαδικασία καθορισμού του κατώτατου μισθού.

Α. Η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου
Η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% από 1ης Ιανουαρίου 2022 είναι η χρυσή τομή που επελέγη προκειμένου να ενισχυθεί η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η βιωσιμότητα επιχειρήσεων που βρίσκονται σε οριακό σημείο. Η απόφαση ελήφθη με γνώμονα την εξέλιξη της οικονομίας κατά τη διετία 2019 – 2020 (δεδομένου ότι η προηγούμενη αύξηση του κατώτατου μισθού έγινε στις αρχές του 2019) και τις προβλέψεις διεθνών και εγχώριων οργανισμών και ινστιτούτων για την ανάπτυξη της οικονομίας το 2021 και το 2022. Ειδικότερα:
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (αλυσωτοί δείκτες όγκου με εποχική με ημερολογιακή διόρθωση) το ΑΕΠ το 2018 ήταν 180,068 δισ. ευρώ. ενώ το 2020 λόγω της κρίσης του κορωνοϊού διαμορφώθηκε σε 168,737 δισ. ευρώ. Δηλαδή ήταν μειωμένο κατά 6,29%, σε σχέση με το 2018 εξαιτίας κατά κύριο λόγο των επιπτώσεων της πανδημίας. Υπενθυμίζεται ότι η ύφεση το 2020 ήταν 8,2%.
Οι προβλέψεις διεθνών και εγχώριων φορέων συγκλίνουν σε ισχυρά ποσοστά ανάπτυξης τόσο το 2021 όσο και, κυρίως, το 2022 (ενδεικτικά: Ευρωπαϊκή Επιτροπή +4,3% το 2021, +6% το 2022, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο: +3,3% το 2021, +5,4% το 2022, Τράπεζα της Ελλάδος: +4,2% το 2021, +5,3% το 2022).
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω δεδομένα για την διετία 2019 – 2020 (σωρευτική ύφεση 6,29%) και τις εκτιμήσεις για το 2021 (ανάπτυξη 3,3% – 4,3%), η κυβέρνηση αποφάσισε την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% από 1ης Ιανουαρίου του 2022, μια λελογισμένη αύξηση η οποία αντανακλά τις μέχρι τώρα επιδόσεις αλλά και τις προοπτικές της οικονομίας και δεν βάζει σε κίνδυνο τις επιχειρήσεις και τις θέσεις εργασίας. Οι προβλέψεις για την ανάπτυξη το 2022 (5,3% – 6%) οι οποίες είναι ακόμη πιο ευνοϊκές, θα ληφθούν υπόψη προφανώς, μαζί με τα απολογιστικά στοιχεία που θα υπάρχουν τότε, κατά τη διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού που θα γίνει το 2022.
Η αύξηση του κατώτατου μισθού σε επίπεδα που υπερβαίνουν τις αντοχές της οικονομίας και των επιχειρήσεων θα απέβαινε τελικά σε βάρος των ίδιων των εργαζομένων καθώς θα οδηγούσε σε:
Κίνδυνο για τη βιωσιμότητα επιχειρήσεων που έχουν πληγεί από την πανδημία και λειτουργούν «στο όριο». Ο κίνδυνος αυτός είναι ιδιαίτερα αυξημένος καθώς οι κλάδοι που επηρεάστηκαν περισσότερο (εστίαση κλπ) έχουν ταυτόχρονα και υψηλό ποσοστό εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό.
Κίνδυνο απολύσεων ή στροφής σε αδήλωτη / υποδηλωμένη εργασία λόγω της δυσκολίας απορρόφησης της αύξησης του εργασιακού κόστους εν μέσω ύφεσης.
Περαιτέρω επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής οικονομίας καθώς στο έντονο πλήγμα που είχε ήδη υποστεί λόγω της οικονομικής κρίσης προστέθηκαν και οι αρνητικές συνέπειες της πανδημίας (μείωση παραγωγικότητας κατά 6,9% και αύξηση μοναδιαίου κόστους εργασίας κατά 7,9% το 2020).

Β. Ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα σήμερα
Στην Ελλάδα ο νομοθετημένος από 1/2/2019 κατώτατος μηνιαίος μισθός για τους υπαλλήλους ανέρχεται στα 650 ευρώ και το ημερομίσθιο για εργατοτεχνίτες στα 29,04 ευρώ. Δεδομένου ότι στην Ελλάδα καταβάλλονται 14 μισθοί, αυτό αντιστοιχεί σε 758 ευρώ/μήνα. Με την εγκύκλιο 7613/395-18-02-2019 του Υπουργείου Εργασίας ορίστηκε ότι τα ανωτέρω ποσά προσαυξάνονται μέχρι και 30% ανάλογα με τα έτη προϋπηρεσίας που έχει συμπληρώσει ο/η εργαζόμενος/η προ του 2012. Συνεπώς ο κατώτατος μισθός μπορεί να είναι έως και 195 ευρώ υψηλότερος (βλ. πίνακα).
Αντίστοιχα από 1-1-2022 ο κατώτατος μισθός διαμορφώνεται στα 663 ευρώ το μήνα (ή 773,5 ευρώ με αναγωγή των 14 μισθών) ενώ με τις τριετίες φθάνει έως και 198,9 ευρώ υψηλότερα. Το κατώτατο ημερομίσθιο από 1-1-2022 διαμορφώνεται σε 29,62 ευρώ.
Οι ισχύοντες και οι νέοι μισθοί για άγαμους και έγγαμους υπαλλήλους και εργατοτεχνίτες με τις τριετίες παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα.

Κατώτατος μισθός και ημερομίσθιο στην Ελλάδα – σημερινό καθεστώς και διαμόρφωση από 1-1-2022

Ύψος κατώτατου μισθού και κατώτατου ημερομισθίου για διάφορες κατηγορίες εργαζόμενων.

Σήμερα 1-1-2022

Έτη προϋπηρεσίας: Υπάλληλοι (€/μήνα)
0-3 650,00 663,00
3-6 715,00 729,30
6-9 780,00 795,60
9 και άνω 845,00 861,90
Κατώτατος μισθός με επίδομα γάμου (€/μήνα)
0-3 715,00 729,30
3-6 780,00 795,60
6-9 845,00 861,90
9 και άνω 910,00 928,20
Εργατοτεχνίτες (€/ημέρα)
0-3 29,04 29,62
3-6 30,49 31,10
6-9 31,94 32,58
9-12 33,40 34,07
12-15 34,85 35,55
15-18 36,30 37,03
18 και άνω 37,75 38,51
Κατώτατο ημερομίσθιο με επίδομα γάμου (€/ημέρα)
0-3 31,94 32,58
3-6 33,40 34,07
6-9 34,85 35,55
9-12 36,30 37,03
12-15 37,75 38,51
15-18 39,20 39,98
18 και άνω 40,66 41,47

Επισημαίνεται ότι από το Φεβρουάριο του 2019, η αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού έχει αυξηθεί, αφενός εξαιτίας των αποπληθωριστικών πιέσεων (-1,3% το 2020) αφετέρου λόγω της μείωσης κατά 1,63% των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλουν οι εργαζόμενοι (από 15,75% σε 14,12%). Για ένα μισθωτό πλήρους απασχόλησης που λαμβάνει τον κατώτατο μισθό των 650 ευρώ το συνολικό όφελος από τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών ανέρχεται σε 10,6 ευρώ/μήνα ή 148,3 ευρώ/έτος (14 μισθοί).
Δηλαδή συνολικά, το πραγματικό ετήσιο διαθέσιμο των μισθωτών πλήρους απασχόλησης που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό των 650 ευρώ έχει αυξηθεί κατά περίπου 250 ευρώ το χρόνο λόγω του αρνητικού πληθωρισμού και της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών και θα αυξηθεί από 1-1-2022 επιπλέον κατά 182 ευρώ με την αύξηση του κατώτατου μισθού.

Γ. Το ευρωπαϊκό περιβάλλον
Μεταξύ των 21 κρατών μελών της ΕΕ που έχουν νομοθετημένο κατώτατο μισθό, η Ελλάδα βρίσκεται στη μέση της κατάταξης όσον αφορά το ύψος του κατώτατου μισθού (11η με βάση τον ονομαστικό και 13η με βάση τα Ισοδύναμα Αγοραστικής Δύναμης).

Διάγραμμα: Ύψος κατώτατου μισθού στην ΕΕ
Οι 18 από τις ανωτέρω χώρες προχώρησαν σε ονομαστική αύξηση το διάστημα Ιαν 2020-Μαρ. 2021. Ωστόσο, η σύγκριση των ονομαστικών αυξήσεων αγνοεί σημαντικά νομισματικά και οικονομικά μεγέθη (πληθωρισμός, συναλλαγματική ισοτιμία, μεταβολή ΑΕΠ, ιστορικό μεταβολών κατώτατου μισθού). Ειδικότερα:
Μόνο σε 9 χώρες η αύξηση υπερέβη το 2%, αν λάβουμε υπόψιν τον πληθωρισμό και τη συναλλαγματική ισοτιμία (για τις χώρες που δεν είναι μέλη της Ευρωζώνης). Σε 6 χώρες η πραγματική αύξηση ήταν μικρότερη της μίας ποσοστιαίας μονάδας και σε 1 ο πραγματικός κατώτατος μισθός μειώθηκε.
Στην Ελλάδα η πραγματική αξία του κατώτατου μισθού αυξήθηκε κατά 1,3% λόγω του αποπληθωρισμού, ενώ περαιτέρω αύξηση της αγοραστικής δύναμης επήλθε από τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων κατά 1,63%.
Η πλειονότητα των χωρών με σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού είναι μικρές και «ανοικτές» οικονομίες που είχαν έντονη αναπτυξιακή δυναμική πριν την πανδημία και επλήγησαν πολύ λιγότερο από αυτήν. Επίσης στις δύο χώρες με την υψηλότερη ποσοστιαία αύξηση (Λετονία, Σλοβενία) εφαρμόστηκαν αποφάσεις που είχαν ληφθεί πολύ πριν την πανδημία. Η Σλοβενική κυβέρνηση έσπευσε μάλιστα να δεσμευτεί ότι θα αποζημιώσει, εν μέρει, τις επιχειρήσεις για το αυξημένο εργασιακό κόστος.
Η Ισπανία και η Εσθονία διατήρησαν αμετάβλητο τον ονομαστικό κατώτατο μισθό το 2020, ενώ η πραγματική αύξηση (αφού ληφθεί υπόψη ο πληθωρισμός) ήταν μικρότερη από εκείνη της χώρας μας.

Μεταβολή κατώτατου μισθού στις χώρες της ευρωζώνης (Ιαν. 2020- Μαρ. 2021)

Χώρα ΚΜ ευρώ (3/2021) Ονομαστική μεταβολή από 1/2020 Πληθωρισμός 2020 Πραγματική μεταβολή από 1/2020 Μεταβολή ΑΕΠ 2020

Λετονία 500 16,3% 0,1% 16,2% -3,6%
Σλοβενία 1.024 8,9% -0,3% 9,2% -5,5%
Σλοβακία 623 7,4% 2,0% 5,4% -4,8%
Πορτογαλία 775 4,7% -0,1% 4,8% -7,6%
Λιθουανία 642 5,8% 1,1% 4,7% -0,9%
Ιρλανδία 1.723 4% -0,5% 4,5% 3,4%
Λουξεμβούργο 2.201 2,8% 0% 2,8% -1,3%
Βέλγιο 1.625 2% 0,4% 1,6% -6,3%

Γερμανία 1.614 1,9% 0,4% 1,5% -4,8%
Ελλάδα 758 0% -1,3% 1,3% -8,2%
Ολλανδία 1.684 1,9% 1,1% 0,8% -3,7%
Εσθονία 584 0,0% -0,6% 0,6% -2,9%
Γαλλία 1.554 1,% 0,5% 0,5% -7,9%
Ισπανία 1.108 0% -0,3% 0,3% -10,8%
Μάλτα 784 1,% 0,8% 0,2% -7,8%
Πηγή: Eurostat *Για την Ελλάδα υπολογίζεται με 12 καταβολές

Μεταβολή κατώτατου μισθού στις χώρες ΕΕ που δεν ανήκουν στην ευρωζώνη (Ιαν. 2020 – Μαρ. 2021)

Χώρα Μεταβολή από 1/2020 (εθνικό νόμισμα) Μεταβολή από 1/2020 (ευρώ) Ύψος ΚΜ 3/2021 (ευρώ) Μεταβολή ΑΕΠ 2020

Βουλγαρία 6,6% 6,6% 332,34 -4,2%
Κροατία 4,6% 3,1% 562,77 -8,0%
Ουγγαρία 4% -4,1% 442,44 -5,0%
Πολωνία 7,7% 0,5% 614,08 -2,7%
Ρουμανία 3,1% 1,3% 458,07 -3,9%
Τσεχία 4,1% 0,8% 579,22 -5,6%
Πηγή: Eurostat

Δ. Τα αποτελέσματα της διαβούλευσης
Υπέρ του παγώματος του κατώτατου μισθού τάχθηκαν οι εργοδοτικοί φορείς, συμπεριλαμβανομένων των μικρομεσαίων. Υπέρ του παγώματος επίσης ή της πολύ περιορισμένης αύξησης τάχθηκαν οι επιστημονικοί φορείς που συμμετείχαν στη διαδικασία διαβούλευσης συμπεριλαμβανομένης και της Τράπεζας της Ελλάδος. Η ΓΣΕΕ πρότεινε άμεση αύξηση στα 751 ευρώ μηνιαίως (15,5%) με την προοπτική περαιτέρω αύξησης στα 809 ευρώ. Στο τελικό πόρισμα της διαβούλευσης το ΚΕΠΕ και ορισμένα μέλη της επιτροπής των εμπειρογνωμόνων θεωρούν ότι είναι σκόπιμο «η όποια αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού να ανασταλεί έως ότου αποκατασταθεί η κανονικότητα στην οικονομία και αυτή καταγράψει συστηματικά θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης», ενώ ορισμένα άλλα μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων προτείνουν αύξηση του κατώτατου μισθού σε ποσοστό έως και 4% (26 ευρώ) θεωρώντας ότι αυτό θα στείλει ένα θετικό σήμα για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Οι προτάσεις των συμμετεχόντων στη διαβούλευση έχουν αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και παρουσιάζονται κωδικοποιημένες στον παρακάτω πίνακα.

Οι προτάσεις των κοινωνικών εταίρων και των επιστημονικών φορέων για τον κατώτατο μισθό
ΓΣΕΒΕΕ Σε αυτό το εξαιρετικά ρευστό περιβάλλον προέχει η διάσωση των επιχειρήσεων και η διατήρηση των θέσεων εργασίας. Ως εκ τούτου οποιαδήποτε μεταβολή που αυξάνει το κόστος λειτουργίας μπορεί να αποβεί καθοριστική τόσο για την βιωσιμότητα των επιχειρήσεων όσο και για την διατήρηση των θέσεων εργασίας
ΓΣΕΕ Για το 2021, η πρότασή μας είναι ο κατώτατος μισθός να ανέλθει στα 751 ευρώ και στη συνέχεια να προσαρμοστεί στο 60% του διάμεσου μισθού βάσει των στοιχείων του ΟΟΣΑ, δηλαδή στα 809 ευρώ.
ΕΣΕΕ Ενδεχόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού σήμερα θα είχε ως αποτέλεσμα να πληγεί η βιωσιμότητα των ΜμΕ, οι οποίες είναι ο σημαντικότερος εργοδότης της χώρας, ενώ θα επέφερε ισχυρές αναταράξεις σε θέσεις εργασίας που αμείβονται με τον κατώτατο (νέοι εργαζόμενοι και ευέλικτες μορφές απασχόλησης) ή σε ήδη σκληρά δοκιμαζόμενους κλάδους.
ΣΒΕ
Ο κατώτατος μισθός να παραμείνει και την επόμενη χρονιά στο ύψος των 650 ευρώ, αλλά να συνοδεύεται απαραίτητα από φορολογικές ελαφρύνσεις των χαμηλόμισθων και να εξεταστούν πιθανά άλλα μέτρα τα οποία θα βελτιώνουν το εισόδημά τους.
ΣΕΒ Τουλάχιστον για όσο διαρκούν οι άμεσες αρνητικές επιδράσεις της πανδημίας, το 2021 δεν κρίνεται σκόπιμο να γίνουν αλλαγές στο επίπεδο του κατώτατου μισθού, ειδικά μεγάλης κλίμακας.
ΣΕΤΕ Στην τρέχουσα οικονομική συγκυρία και τις συνθήκες που έχει δημιουργήσει η πανδημία του Covid-19 δεν ενδείκνυται μια αύξηση του κατώτατου μισθού το 2021.
Επιστημονικοί φορείς
Τράπεζα της Ελλάδος Δεν υπάρχει περιθώριο για μια αύξηση των κατώτατων μισθών και ημερομισθίων το 2021
ΙΟΒΕ Το τρέχον επίπεδο του κατώτατου μισθού δεν είναι ούτε ιδιαίτερα χαμηλό ούτε ιδιαίτερα υψηλό. Συνεπώς, τουλάχιστον για όσο διαρκούν οι άμεσες αρνητικές επιδράσεις της πανδημίας, το 2021 δεν κρίνεται σκόπιμο να γίνουν αλλαγές στο επίπεδο του κατώτατου μισθού, ειδικά μεγάλης κλίμακας
ΕΙΕΑΔ Επιλογή 1: Διατήρηση στα 650 ευρώ με συνοδευτικά μέτρα ενίσχυσης των χαμηλόμισθων (πχ αναψηλάφηση του ζητήματος των τριετιών, μικρή αύξηση του αφορολόγητου)

Επιλογή 2: Αύξηση κατά 1,53% που αντιστοιχεί το ήμισυ της αναμενόμενης αύξησης της παραγωγικότητας για το 2022

ΚΕΠΕ Ίσως να ήταν σκόπιμο η χώρα μας να απέχει από επιλογές που θα μπορούσαν να επιβαρύνουν αρκετές, ήδη οριακές, επιχειρήσεις και να έχουν δυσμενή αποτελέσματα στην απασχόληση και στους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης.
Οποιαδήποτε αλλαγή στο ύψος του κατώτατου μισθού προφανώς θα ενσωματώσει τις πρόσφατες φορολογικές και ασφαλιστικές αλλαγές μισθωτών και επιχειρήσεων.
Εφόσον αποκατασταθεί η ομαλότητα στην οικονομία και αυτή καταγράψει συστηματικά θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης του κατώτατου μισθού.

Ε. Η διαδικασία διαβούλευσης
Η προβλεπόμενη διαδικασία για την αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού ξεκίνησε στις 24 Φεβρουαρίου 2020 με τη συγκρότηση της τριμελούς επιτροπής συντονισμού της διαβούλευσης. Ωστόσο, οι εξελίξεις με την πανδημία κατέστησαν επιβεβλημένη την μετάθεσή της έναρξης της διαβούλευσης αρχικά για το Σεπτέμβριο του 2020, στη συνέχεια το Νοέμβριο του 2020, και εν τέλει, το Μάρτιο του 2021.
Η διαδικασία της διαβούλευσης που προβλέπεται στο άρθρο 103 του Ν. ν.4172/2013 ολοκληρώθηκε στις 30 Ιουνίου, με την αποστολή του πορίσματος που συνέταξε το ΚΕΠΕ σε συνεργασία με 5μελή επιτροπή εμπειρογνωμόνων.

Κατώτατος Μισθός στην Ελλάδα – Ερωτήσεις και απαντήσεις

1. Πώς ορίζεται ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα;

Στην Ελλάδα ο νομοθετημένος κατώτατος μισθός ορίζεται σε ετήσια βάση με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, μετά από σύμφωνη γνώμη του Υπουργικού Συμβουλίου. Της απόφασης προηγείται διεξαγωγή διαβούλευσης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, με την τεχνική και επιστημονική υποστήριξη εξειδικευμένων ερευνητικών φορέων και της Τράπεζας της Ελλάδος, την οποία συντονίζει ειδική τριμελής επιτροπή. Το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) σε συνεργασία με πενταμελή Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων συντάσσει πόρισμα της διαβούλευσης, το οποίο υποβάλλεται στους Υπουργούς Οικονομικών και Εργασίας.

2. Ποια είναι η πρόταση του ΚΕΠΕ μετά τη διαβούλευση που έγινε εφέτος;

Το ΚΕΠΕ και ορισμένα μέλη της Επιτροπής των Εμπειρογνωμόνων θεωρούν ότι είναι σκόπιμο η όποια αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού να ανασταλεί έως ότου αποκατασταθεί η κανονικότητα στην οικονομία και αυτή καταγράψει συστηματικά θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Ορισμένα άλλα μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων προτείνουν αύξηση του κατώτατου μισθού σε ποσοστό έως και 4%.
Στα συμπεράσματα της έκθεσης αναφέρεται συγκεκριμένα ότι: «Το ΚΕΠΕ (καθώς και ορισμένα μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων) θεωρούν ότι εφόσον αποκατασταθεί η ομαλότητα στην οικονομία και αυτή καταγράψει συστηματικά θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης του κατώτατου μισθού. Την τρέχουσα περίοδο με την έντονη αβεβαιότητα που υπάρχει ενώ η οικονομία ακόμα έχει περιορισμούς στη λειτουργία της και τα μέτρα στήριξης συνεχίζουν να υφίστανται θεωρούμε ότι δεν είναι σκόπιμο να υπάρξει κάποια επιπλέον διαταραχή στην αγορά εργασίας».

3. Ποιες είναι οι απόψεις που διατυπώθηκαν στη διαβούλευση;

Το σύνολο των εργοδοτικών φορέων, συμπεριλαμβανομένων των μικρομεσαίων τάχθηκαν υπέρ του παγώματος του κατώτατου μισθού. Υπέρ του παγώματος επίσης, ή πολύ περιορισμένης αύξησης τάχθηκαν οι επιστημονικοί φορείς, μεταξύ των οποίων η Τράπεζα της Ελλάδος. Η ΓΣΕΕ πρότεινε άμεση αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ μηνιαίως (15,5%) με προοπτική περαιτέρω αύξησης στα 809 ευρώ.

4. Γιατί δεν υιοθετήθηκε η πρόταση της ΓΣΕΕ για αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ;

Η επιλογή υπερβολικής αύξησης του κατώτατου μισθού, σε επίπεδα πέραν των αντοχών της οικονομίας και των επιχειρήσεων, μπορεί να φαίνεται φιλολαϊκή αλλά στην πράξη πλήττει τους ίδιους τους εργαζόμενους. Ο λόγος είναι ότι μπορεί να οδηγήσει τις επιχειρήσεις και κυρίως τις μικρομεσαίες που βρίσκονται στο όριο (ειδικά σε συνθήκες πανδημίας) σε κλείσιμο, άρα σε αύξηση των ανέργων, ή να προκαλέσει αύξηση της μαύρης και υποδηλωμένης εργασίας.
Αναφέρονται επιπλέον, ενδεικτικά, ορισμένες από τις απόψεις που διατυπώθηκαν στο πλαίσιο της διαβούλευσης για τον κατώτατο μισθό, σύμφωνα με το πόρισμα που συνέταξε το ΚΕΠΕ:
«Δεδομένου ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα είναι πολύ μικρές επιχειρήσεις που απασχολούν περίπου τους μισούς εργαζομένους στον επιχειρηματικό τομέα, ένα κύμα πτωχεύσεων μικρομεσαίων επιχειρήσεων θα οδηγήσει σε αύξηση της ανεργίας εργαζομένων που επί του παρόντος είναι σε καθεστώς αναστολής εργασίας». (ΤτΕ).
«Οι επιχειρήσεις που απασχολούν κατά κανόνα συχνότερα προσωπικό με τον ΚΜ ανήκουν σε κλάδους που επλήγησαν περισσότερο από την πανδημία και τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης, όπως ο τουρισμός, το εμπόριο, η εστίαση (βλ. υπομνήματα ΓΣΕΒΕΕ και ΕΣΕΕ) και οι μικρές επιχειρήσεις ανεξαρτήτως κλάδου». (ΚΕΠΕ)
«Οι κλάδοι που έπληξε περισσότερο η πανδημία (εμπόριο, εστίαση) έχουν υψηλότερα ποσοστά αμειβόμενων με τον ΚΜ, δημιούργησαν το 1/3 περίπου των νέων θέσεων την περίοδο 2016-2020 εκ των οποίων το 98% προσλήφθηκαν με τον ΚΜ». (πόρισμα ΚΕΠΕ, υπόμνημα ΣΕΒ)
«Αναμένουμε ότι οι όποιες μεταβολές του κατώτατου μισθού θα έχουν πιο δυσμενείς επιπτώσεις στην απασχόληση των μικρών επιχειρήσεων όπου οι μέσοι μισθοί είναι πολύ κοντά στον κατώτατο μισθό. Μια εναλλακτική διατύπωση θα μπορούσε να είναι ότι αυξήσεις στους ελάχιστους μισθούς βλάπτουν τις μικρές και οριακές επιχειρήσεις, ενώ δεν ενοχλούν τόσο πολύ τις μεγαλύτερες, οι οποίες μπορούν σε κάποιο βαθμό να απορροφήσουν το όποιο συνεπαγόμενο αυξημένο εργατικό κόστος». (ΚΕΠΕ)
Είναι απόφαση της κυβέρνησης και βασική προεκλογική δέσμευση να δίνεται στους εργαζόμενους ένα κοινωνικό μέρισμα σε κάθε έτος που θα υπάρχει θετικός ρυθμός ανάπτυξης. Και αυτό υλοποιείται με την αύξηση 2% παρότι έχει προηγηθεί μια ύφεση 8,2 % λόγω της πανδημίας το 2020, καθώς βλέπουμε παράλληλα τις θετικές προοπτικές της οικονομίας. Η κυβέρνηση επιλέγει το δρόμο της ευθύνης και της συνετής, αλλά σταθερής βελτίωσης των εισοδημάτων του κόσμου της εργασίας.
Οι εργαζόμενοι στο ιδιωτικό τομέα της οικονομίας γνωρίζουν ότι η σημερινή κυβέρνηση μπορεί να διασφαλίσει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης για όλα τα επόμενα χρόνια και συνεπώς να βελτιώνεται το εισόδημά τους χρόνο με το χρόνο και όχι μόνο στο τελευταίο προεκλογικό χρόνο όπως έκανε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Εξάλλου η κυβέρνηση απέδειξε στην πράξη και όχι στα λόγια ότι η στήριξη της απασχόλησης αποτελεί βασική προτεραιότητα. Από τα μέτρα που ελήφθησαν το 2020-2021 για τη στήριξη της οικονομίας, 8 δισεκ. ευρώ και πλέον έχουν δοθεί για την ενίσχυση 3 εκατομμυρίων εργαζομένων και ανέργων. Με τα μέτρα αυτά αποφεύχθηκε η εκτόξευση της ανεργίας και στηρίχθηκε η κοινωνία.

5. Με ποια κριτήρια αποφασίστηκε αύξηση 2 % από 1-1-2022;

Πέρα από τα αποτελέσματα της διαβούλευσης, τις απόψεις των κοινωνικών εταίρων και επιστημονικών φορέων, ελήφθησαν υπόψη δύο παράγοντες: η πορεία της οικονομίας από το 2019 οπότε έγινε η προηγούμενη αναπροσαρμογή και οι εκτιμήσεις για την ανάπτυξη το 2021 και το 2022. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το ΑΕΠ το 2020 (168,7 δισεκ. ευρώ) ήταν 6,29 % μικρότερο σε σχέση με το 2018 (180 δισεκ. ευρώ), καθώς μεσολάβησε η πανδημία και το πάγωμα της οικονομικής δραστηριότητας. Οι εκτιμήσεις διεθνών και εγχώριων φορέων (ΕΕ, ΔΝΤ, ΤτΕ) για το 2021 κάνουν λόγο για ανάπτυξη 3,3 – 4,3 %. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις για ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων από 1-1-2022 σε ποσοστό που αντικατοπτρίζει τις επιδόσεις της οικονομίας στο μεσοδιάστημα από την προηγούμενη αναπροσαρμογή.
Το ποσοστό 2 % συνάδει επίσης με το στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τον πληθωρισμό, ενώ λαμβάνει υπόψη την εξέλιξη της παραγωγικότητας.
Σημειώνεται ότι οι προβλέψεις των ίδιων φορέων για την ανάπτυξη το 2022 κινούνται μεταξύ 4,2 και 5,3 %. Αυτό σημαίνει ότι οι συνθήκες που διαμορφώνονται για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού την επόμενη χρονιά είναι ακόμη πιο ευνοϊκές.

6. Επιτρέπεται να δοθούν υψηλότεροι μισθοί και αυξήσεις με κλαδικές ή επιχειρησιακές συμβάσεις;

Βεβαίως επιτρέπεται, παρότι σύμφωνα με ένα μύθο που έχει διαδοθεί αυτό επιχειρείται να αμφισβητηθεί. Εργαζόμενοι και εργοδότες με τις ΣΣΕ μπορούν – και αυτό γίνεται στην πράξη – να συμφωνούν το ύψος των αμοιβών σε υψηλότερα επίπεδα από τον κατώτατο μισθό. Η πρόβλεψη αυτή περιλαμβάνεται άλλωστε ρητά και για τις εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας στο νόμο για την Προστασία της Εργασίας (4808/2021, άρθρο 97). Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, οι βασικοί μισθοί και ημερομίσθια που καθορίζονται με τις εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας ισχύουν για τους εργαζόμενους και εργοδότες των συμβαλλόμενων οργανώσεων και δεν επιτρέπεται φυσικά να είναι χαμηλότεροι από το νόμιμο κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο.
Επιπλέον, σε αντίθεση με την ευρέως διαδεδομένη εντύπωση πως τα μνημόνια οδήγησαν στην κατάργηση των ΣΣΕ, η πραγματικότητα είναι ότι μεταξύ 2012-2019 (σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΜΕΔ) υπεγράφησαν συνολικά 3.166 ΣΣΕ – δηλαδή 398 περισσότερες σε σχέση με την οκταετία 2003-2010 (2.768). Αυτό που συνέβη είναι ότι αυξήθηκε το μερίδιο των επιχειρησιακών συλλογικών συμβάσεων έναντι των κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών. Το 2003 το 61% του συνόλου των ΣΣΕ είχαν συναφθεί σε επίπεδο επιχείρησης. Το 2019 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 91%.

7. Γιατί άλλες χώρες αύξησαν τον κατώτατο μισθό εν μέσω πανδημίας;

Η πραγματικότητα είναι ότι μόνο σε 9 χώρες – μέλη της ΕΕ η αύξηση υπερέβη το 2%, αν λάβουμε υπόψιν τον πληθωρισμό και τη συναλλαγματική ισοτιμία (για τις χώρες που δεν είναι μέλη της Ευρωζώνης). Σε 6 χώρες η πραγματική αύξηση ήταν μικρότερη της μίας ποσοστιαίας μονάδας και σε 1 ο πραγματικός κατώτατος μισθός μειώθηκε. Η Ισπανία και η Εσθονία διατήρησαν αμετάβλητο τον ονομαστικό κατώτατο μισθό το 2020 ενώ η πραγματική αύξηση (αφού ληφθεί υπόψη ο πληθωρισμός) ήταν μικρότερη από εκείνη της χώρας μας καθώς στην Ελλάδα η πραγματική αξία του κατώτατου μισθού αυξήθηκε κατά 1,3% λόγω του αποπληθωρισμού. Περαιτέρω αύξηση της αγοραστικής δύναμης επήλθε από τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων στην οποία προχώρησε η κυβέρνηση, κατά 1,63%. Για ένα μισθωτό πλήρους απασχόλησης το συνολικό ετήσιο όφελος υπερβαίνει τα 250 ευρώ.
Επιπλέον η πλειονότητα των χωρών με σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού είναι μικρές και «ανοικτές» οικονομίες που είχαν έντονη αναπτυξιακή δυναμική πριν την πανδημία και επλήγησαν πολύ λιγότερο από αυτήν, ενώ στις δύο χώρες με την υψηλότερη ποσοστιαία αύξηση (Λετονία, Σλοβενία) ουσιαστικά εφαρμόστηκαν αποφάσεις που είχαν ληφθεί πολύ πριν την πανδημία. Η Σλοβενική κυβέρνηση έσπευσε μάλιστα να δεσμευτεί ότι θα αποζημιώσει, εν μέρει, τις επιχειρήσεις για το αυξημένο εργασιακό κόστος.

8. Πώς διαμορφώνεται ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα σε σχέση με την ΕΕ;

Καταρχήν είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι στην Ελλάδα καταβάλλονται 14 μισθοί, συνεπώς ο κατώτατος μισθός των 650 ευρώ (663 ευρώ από 1-1-2022) αντιστοιχεί σε 758 ευρώ (773,5 από 1-1-2022) ανά μήνα. Επιπλέον τα ανωτέρω ποσά προσαυξάνονται από 10 μέχρι και 30% ανάλογα με τα έτη προϋπηρεσίας που έχει συμπληρώσει ο/η εργαζόμενος/η προ του 2012. Συνεπώς σε ορισμένες περιπτώσεις ο κατώτατος μισθός μπορεί να είναι έως και 195 ευρώ υψηλότερος (έως 198,9 ευρώ από 1-1-2022) και να φτάνει στα 845 ευρώ (861,9 ευρώ από 1-1-2022).
Σε σύγκριση με τα 21 κράτη μέλη της ΕΕ που έχουν νομοθετημένο κατώτατο μισθό, η Ελλάδα βρίσκεται στη μέση της κατάταξης όσον αφορά το ύψος του κατώτατου μισθού (11η με βάση τον ονομαστικό και 13η με βάση τα Ισοδύναμα Αγοραστικής Δύναμης), χωρίς να υπολογίζονται οι προσαυξήσεις που αναφέρονται παραπάνω λόγω προϋπηρεσίας.
Σημειώνεται ακόμη ότι σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΦΚΑ ο μέσος μισθός πλήρους απασχόλησης τον Φεβρουάριο του 2020 (τελευταία διαθέσιμη παρατήρηση) ανήλθε στα 1.187 ευρώ. Δηλαδή ο κατώτατος μισθός ανήλθε στο 55% του μέσου μισθού (5 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τον διεθνώς αναγνωρισμένο δείκτη επάρκειας).

9. Πού αλλού εφαρμόζεται το σύστημα καθορισμού του κατώτατου μισθού από την κυβέρνηση;

Το σύστημα του ορισμού του κατώτατου μισθού από την κυβέρνηση, μετά από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, είναι το πιο συχνά χρησιμοποιούμενο διεθνώς. Σε σχετική μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας για λογαριασμό του Υπουργείου Εργασίας αναφέρεται ότι το 56% των χωρών ορίζουν τον κατώτατο μισθό με το συγκεκριμένο σύστημα ενώ μόνο 14% αποκλειστικά με συλλογικές διαπραγματεύσεις. Σε 13 από τις 21 χώρες της ΕΕ που έχουν νομοθετημένο κατώτατο μισθό, οι κοινωνικοί εταίροι συμμετέχουν σε διαδικασίες διαβούλευσης αλλά η κυβέρνηση τελικά αποφασίζει, ενώ σε άλλες τρεις η κυβέρνηση έχει τον τελευταίο λόγο σε περίπτωση που οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των κοινωνικών εταίρων αποτύχουν.

10. Ποια τα πλεονεκτήματα του συγκεκριμένου συστήματος έναντι του ορισμού του κατώτατου μισθού μέσω διαπραγματεύσεων εργατικών και εργοδοτικών οργανώσεων;

Oι κοινωνικοί εταίροι διατηρούν τη δυνατότητα να διαπραγματεύονται και να ορίζουν στην ΕΓΣΣΕ μισθολογικούς όρους, οι οποίοι ισχύουν για τους εργαζόμενους που απασχολούνται από εργοδότες των συμβαλλομένων εργοδοτικών οργανώσεων.
Το υφιστάμενο σύστημα διασφαλίζει ότι ο κατώτατος μισθός καθορίζεται με οικονομικά ορθολογικό τρόπο, λαμβάνοντας υπόψη τα συμφέρονται των εχόντων εργασία αλλά και των ανέργων. Επιπλέον, η όλη διαδικασία είναι διαφανής και αντικειμενική, καθώς οι εκθέσεις, τα πορίσματα και όλο το σχετικό υλικό δημοσιεύονται και μπορούν συνεπώς να αξιολογηθούν από τους πολίτες και την επιστημονική κοινότητα.
Επισημαίνεται ότι το υφιστάμενο σύστημα προσδιορισμού του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα έχει πολλά κοινά σημεία με την υπό διαπραγμάτευση Ευρωπαϊκή Οδηγία για Επαρκείς Κατώτατους Μισθούς, η οποία απολαμβάνει ευρείας στήριξης επί της αρχής, τόσο από την κυβέρνηση όσο και από κόμματα της αντιπολίτευσης.

 

Related posts