9 Αυγούστου 2024

Θ. Θεοχάρης: έμμεσες τεχνικές ελέγχου και άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών. Τι προβλέπει η εγκύκλιος

Θ. Θεοχάρης: έμμεσες τεχνικές ελέγχου και άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών. Τι προβλέπει η εγκύκλιος

έμμεσες τεχνικές ελέγχου και άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμώνΤι προβλέπει η εγκύκλιος Θεοχάρη για τις έμμεσες τεχνικές ελέγχου και άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών.

«Αφορμή και θάνατος» θυμίζουν τα νέα κριτήρια επιλογής και διενέργειας ελέγχων με βάση τις νέες τεχνικές και διασταυρώσεις, τις οποίες θέτει πλέον σε εφαρμογή το υπουργείο Οικονομικών. Μπλεξίματα με την εφορία που θα υπολογίζει από μόνη της το φορολογητέο εισόδημα των φορολογουμένων και θα επιβάλλει πρόσθετους φόρους, θα έχουν έτσι όχι μόνον όσοι εμπλέκονται σε μόνο «βαριές» υποθέσεις φοροδιαφυγής που απασχολούν τις διωκτικές αρχές, αλλά ακόμα και ανυποψίαστοι φορολογούμενοι που μπορεί να μπουν στο στόχαστρο για απλές γραφειοκρατικές παραβάσεις ή παραλείψεις.

Με εγκύκλιο Θεοχάρη ενεργοποιούνται διατάξεις του νόμου 4174 που ψηφίστηκε πέρυσι στη Βουλή και ισχύουν και για τα εισοδήματα που αποκτώντας από 1.1.2014, αλλά και για κάθε έλεγχο σε προηγούμενα έτη. Στηρίζονται στα στοιχεία που συλλέγει η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων από τις τράπεζες για κάθε φορολογούμενο, η οποία έως αύριο (28 Φεβρουαρίου) θα έχει στα χέρια της και τα στοιχεία κινήσεων όλων των τραπεζικών λογαριασμών κατά το 2013, για να τα βλέπει, να τα συγκρίνει και να «ράβει κοστούμι» με συνοπτικές διαδικασίες σε όσους βάλει στο στόχαστρο.

Ποιοι θα έχουν μπλεξίματα

Σύμφωνα με την εγκύκλιο, το μέτρο αφορά όλους τους φορολογουμένους, ασχέτως πηγής εισοδήματος, ακόμα και μισθωτούς ή συνταξιούχους.

Ωστόσο, όπως προκύπτει από όσα προβλέπει, για να μην μπλέξουν στις διαδικασίες αυτές και οι συνεπείς φορολογούμενοι, θα πρέπει να είναι απολύτως τυπικοί στις φορολογικές υποχρεώσεις τους, αν και αυτό δεν αρκεί πάντα: χρειάζεται να τηρούν αναλυτικά στοιχεία και αρχείο για κάθε τους κίνηση που θα θέσει στο μικροσκόπιο η εφορία, για να δίνουν ισχυρές και πειστικές απαντήσεις στους ελεγκτές που θα τους ζητούν εξηγήσεις για να αποδείξουν ότι … «δεν είναι ελέφαντες». Οι φορολογούμενοι και όχι η εφορία φέρουν το βάρος της απόδειξης, ακόμα και για υποθέσεις του μακρινού παρελθόντος, αν θεωρηθούν «ύποπτοι φοροδιαφυγής» και βρεθούν μπλεγμένοι ακόμα και «δια ασήμαντον αφορμή» ή μετά από … ανώνυμη καταγγελία που θα προκαλούσε διενέργεια ελέγχου σε βάρος τους.

Μπελάδες μπορεί να βρουν όμως και οι συνδικαιούχοι κοινών λογαριασμών, αν η εφορία θεωρήσει ότι τους αναλογεί ποσό χρημάτων που δεν καλύπτεται από δηλωμένα εισοδήματα

Ποιοι κινδυνεύουν

Με βάση τις νέες οδηγίες της εφορίας, έλεγχοι θα γίνονται για να επιβληθεί πρόσθετη της φορολογητέα ύλη σε φυσικά πρόσωπα, αξιοποιώντας:

– πληροφορίες και δεδομένα για έσοδα από κάθε πηγή

– πραγματοποιηθείσες δαπάνες πάσης φύσεως, που εξετάζει η εφορία, για τον ίδιο τον/την σύζυγο του και τα προστατευόμενα μέλη αυτών.

Στον τρόπο και στη διαδικασία ελέγχου που ορίζεται με την απόφαση αυτή μπορούν, μεταξύ άλλων, να υποβληθούν οι φορολογούμενοι:

– αν έχουν υπάρξει πληροφορίες για παράνομα ή αδήλωτα εισοδήματα, αγορές ή δαπάνες (επαγγελματικές, ατομικές, οικογενειακές). Αρκεί δηλαδή και ένας δυσαρεστημένος πρώην συνεταίρος, σύζυγος, λογιστής ή γείτονας να δώσει ανώνυμα πληροφορίες για κάποιον φορολογούμενο, προκειμένου να κινήσει έρευνα σε βάρος του.

– αν παραμένουν ανέλεγκτες υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος επιτηδευματιών, για τα φορολογικά έτη που αρχίζουν από 1/1/2014 και μετά, αν διαπιστωθεί ότι που:

α) δεν τηρούν σωστά τα λογιστικά αρχεία ή οικονομικές καταστάσεις, σύμφωνα με τον νόμο για τα λογιστικά πρότυπα ή τον Κώδικα Φορολογικής Διοίκησης. Σημειώνεται πως 1 στους 5 επιτηδευματίες δεν υποβάλλουν ως τώρα περιοδικές ΦΠΑ και υπολογίζονται σε πάνω από 800.000 εκείνοι που έχουν παραλείψει να υποβάλουν δηλώσεις στην εφορία.

β) δεν προσκομίζουν τα λογιστικά αρχεία ή φορολογικά στοιχεία στην εφορία μετά από σχετική πρόσκληση.

– αν έχουν ανέλεγκτες χρήσεις για διαχειριστικές περιόδους για τις οποίες δεν είχε γίνει έναρξη ελέγχου μέχρι 31/12/2013 και συντρέχει μία ή περισσότερες από τις πιο κάτω περιπτώσεις:

α) υφίσταται αδικαιολόγητος πλουτισμός (περιουσιακά στοιχεία και καταθέσεις),

β) παρουσιάζονται μεγάλες δαπάνες που δεν δικαιολογούνται από τα δηλωθέντα εισοδήματα του φορολογούμενου φυσικού προσώπου(ατομικά και οικογενειακά),

γ) Είναι μέλη εταιρειών (οποιασδήποτε μορφής) με ζημιογόνα αποτελέσματα,

δ) δεν τηρούνται ή δεν επιδεικνύονται τα βιβλία και τα στοιχεία ΚΒΣ/Κ.Φ.Α.Σ.,

Τι ψάχνει η εφορία

Οι έλεγχοι γίνονται με βάση τις κινήσεις του χρήματος. Συγκεκριμένα στηρίζεται:

– στα στοιχεία για τις κινήσεις χρημάτων μέσω των τραπεζών

– στοιχεία για την περιουσιακή κατάσταση (μετρητά «στο στρώμα», ακίνητα κλπ) που καλείται να τα παράσχει στην εφορία για να κάνει «ανταπόδειξη» σε όσα του καταλογίζονται

– στοιχεία για τις συνθήκες διαβίωσης του ιδίου, του/της συζύγου του και των προστατευόμενων μελών τους, για τις ελεγχόμενες φορολογικές περιόδους

– κάθε άλλο στοιχείο που η Φορολογική Διοίκηση θεωρεί απαραίτητο να ζητήσει από τον ελεγχόμενο.

Στα στοιχεία που μπορεί να του ζητηθούν και θα πρέπει να τα τεκμηριώσει με έγγραφα συμπεριλαμβάνονται (ενδεικτικά):

– στοιχεία για ακίνητα (οικόπεδα, αγροτεμάχια, κτίσματα κάθε μορφής),

– στοιχεία για κινητά μέσα (οχήματα κάθε μορφής, πλωτά και εναέρια μέσα),

– στοιχεία για επενδύσεις/συμμετοχές κάθε μορφής,

– στοιχεία για καταθέσεις κάθε μορφής στην Ελλάδα και στο εξωτερικό,

– στοιχεία για διαθέσιμα μετρητά,

– στοιχεία για έργα τέχνης, συλλογές και λοιπά τιμαλφή και για απαιτήσεις/υποχρεώσεις κάθε είδους, αξίας άνω των 5.000 ευρώ.

Τα ανωτέρω στοιχεία πρέπει να παρέχονται ξεχωριστά και αναλυτικά ανά έτος, για κάθε φορολογική περίοδο σε περίπτωση που υπάρχουν μεταβολές.

Το βάρος της απόδειξης για τα διαθέσιμα περιουσιακά στοιχεία φέρει ο φορολογούμενος.

Αν επικαλεστεί καταθέσεις και μετρητά που είχε στη διάθεσή του στο παρελθόν, προκειμένου να γίνει δεκτό, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το πραγματικό διαθέσιμο κεφάλαιο προηγουμένων ετών, όπως αυτό προσδιορίζεται με βάση τα δεδομένα των υποβληθεισών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, ή όμως και από στοιχεία που έχει στην διάθεση της η ελεγκτική υπηρεσία.

Παγίδες

Για την εφαρμογή των νέων τεχνικών ελέγχου, στις οδηγίες αυτές περιλαμβάνονται και πολλές παγίδες για τους φορολογούμενους. Ενδεικτικά:

– Για συνδικαιούχους σε προσωπικούς, οικογενειακούς και επαγγελματικούς λογαριασμούς τραπεζών: οι Καταθέσεις και Αναλήψεις καταλογίζονται στον πραγματικό δικαιούχο (ο οποίος καθορίζεται με βάση τις πραγματικές περιστάσεις και τη φύση των συναλλαγών) αλλά εφόσον αυτό δεν είναι δυνατό να αποδειχτεί με αναλυτικά στοιχεία και τεκμήρια, τα ποσά κατανέμονται ισόποσα σε όλους τους συνδικαιούχους (ποσό διά αριθμό συνδικαιούχων). Έτσι πχ μπορεί να καταλογιστεί αδήλωτο εισόδημα σε συνδικαιούχο σύζυγο ή παιδί που δεν έχει πόρους.

– Για τα Περιουσιακά στοιχεία: εξετάζεται η κινητή και ακίνητη περιουσία οποιασδήποτε μορφής του φορολογουμένου και της οικογένειάς του, σε Ελλάδα και Εξωτερικό. Η αποτίμηση γίνεται με βάση την αξία κτήσης ή το κόστος κατασκευής, προσαυξημένη με την αξία και κόστος τυχόν προσθηκών ή βελτιώσεων, για την απόδειξη των οποίων δύσκολα ίσως θα είχε να προσκομίσει στοιχεία ο ελεγχόμενος.

– Για τις Δαπάνες: σε περίπτωση όπου είναι δεδομένη η πραγματοποίηση της δαπάνης, αλλά δεν είναι γνωστό το ποσό που καταβλήθηκε αλλά ο φορολογούμενος δεν μπορεί να αποδείξει με στοιχεία το ύψος της, αυτό προσδιορίζεται από την εφορία, με βάσει συγκριτικά και άλλα στοιχεία που έχει στην διάθεση της.

Πώς ελέγχονται τα μετρητά

Οι κινήσεις μέσω τραπεζών είναι οι πρώτες που μπαίνουν στο μικροσκόπιο. Αν ο ελεγχόμενος έχει την άποψη ότι τα κεφάλαια δεν αποτελούν εισόδημά του, θα πρέπει να αποδεικνύει το πραγματικό στοιχείο της συναλλαγής, για κάθε πίστωση των ποσών σε λογαριασμό/ούς του ελεγχόμενου, του/της συζύγου ή των προστατευόμενων μελών αυτών.

Η τεχνική με βάση το ύψος των τραπεζικών καταθέσεων και μετρητών, παρακολουθεί την κίνηση των (διαθεσίμων) κεφαλαίων του φορολογούμενου, του/της συζύγου και των προστατευομένων μελών αυτών, με σκοπό να τους προσδιορίσει φορολογητέα ύλη.

Εξετάζονται είτε η κατάθεση σε χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς είτε η ανάλωσή τους σε διάφορες συναλλαγές με χρήση μετρητών. Αναλύει τις συνολικές καταθέσεις σε χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς, τα διαθέσιμα, τις αγορές και δαπάνες σε μετρητά τόσο σε επαγγελματικό όσο και σε οικογενειακό επίπεδο κατά τη διάρκεια της ελεγχομένης φορολογικής περιόδου και τα συγκρίνει με τα συνολικά δηλωθέντα έσοδα.

Κατά την τεχνική αυτή από τις συνολικές τραπεζικές καταθέσεις της ελεγχόμενης φορολογικής περιόδου αφαιρούνται τα κατατεθειμένα ποσά που αφορούν μη υποκείμενα σε φορολογία έσοδα, όπως εκταμιεύσεις δανείων, συμψηφιστικές κινήσεις και λοιπές πράξεις που δεν αποτελούν καθαρές καταθέσεις.

Στο Υπόλοιπο των καθαρών τραπεζικών καταθέσεων προστίθενται όλες οι καταβολές σε μετρητά για αγορές, δαπάνες (προσωπικές/οικογενειακές ή επαγγελματικές) και λοιπές συναλλαγές και αφαιρούνται τα μη υποκείμενα σε φορολογία έσοδα που δεν κατατέθηκαν σε λογαριασμούς.

To νέο Υπόλοιπο αναμορφώνεται με τις αυξήσεις/ μειώσεις εισπρακτέων λογαριασμών και συγκρίνεται με τα συνολικά δηλωθέντα Εισοδήματα.

Η προκύπτουσα διαφορά θεωρείται μη δηλωθείσα φορολογητέα ύλη και εφόσον δεν αιτιολογείται υπόκειται σε φορολόγηση.

Ποιες εξηγήσεις δέχεται η εφορία

Ο φορολογούμενος έχει δικαίωμα ανταπόδειξης σε περίπτωση διορθωτικού προσδιορισμού φορολογητέας ύλης με τις τεχνικές ελέγχου των έμμεσων μεθόδων.

Οι διαφορές μεταξύ προσδιορισθείσας βάσει τεχνικών ελέγχου και δηλωθείσας φορολογητέας ύλης αιτιολογούνται με τεκμηριωμένα στοιχεία που προσκομίζονται από τον φορολογούμενο και δικαιολογούν έσοδα αποκτηθέντα και μη δηλωθέντα σε κάθε ελεγχόμενη/ νο φορολογική περίοδο/διαχειριστικό έτος, όπως πωλητήρια συμβόλαια, δηλώσεις φόρου δωρεάς- κληρονομιάς χρημάτων, κέρδη από τυχερά παίγνια γενικά, συμβάσεις δανείων και κάθε σχετικό έγγραφο το οποίο θα φέρει βεβαία ημερομηνία και στοιχεία νομιμότητας.

Αν σε κάποια φορολογική περίοδο, το φορολογητέο εισόδημα του φορολογούμενου/ης και του/της συζύγου του προσδιορίστηκε τεκμαρτά, ο τεκμαρτός προσδιορισμός θα λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό του τελικού φορολογητέου εισοδήματος.

Σε κάθε περίπτωση το βάρος της απόδειξης φέρει ο φορολογούμενος.

Έλεγχος στα πάντα

Με την εφαρμογή των νέων τεχνικών, ο έλεγχος επεκτείνεται και σε άλλους φόρους, πέραν τους φόρους εισοδήματος.

Τα ακαθάριστα εισοδήματα ή συνολικά έσοδα που προκύπτουν, λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των φόρων, τελών και εισφορών και στις λοιπές φορολογίες. Ο προσδιορισμός πραγματοποιείται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις για κάθε φορολογία.

Επί του προσδιορισθέντος συνολικού καθαρού εισοδήματος προσδιορίζεται και η Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης, καθώς και κάθε άλλη επιβάρυνση που προβλέπονταν κάθε χρονιά.

Πώς γίνονται οι έλεγχοι

Μέσω τεχνικών υπολογισμών, η εφορία προσδιορίζει τη φορολογητέα ύλη αναλύοντας τα έσοδα (φορολογητέα και μη), τις αγορές και δαπάνες (επαγγελματικές, ατομικές και οικογενειακές) και τις αυξήσεις και μειώσεις των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων (επαγγελματικών, ατομικών και οικογενειακών) του φορολογούμενου φυσικού προσώπου.

Κατά την μέθοδο αυτή δημιουργείται ισοζύγιο με δύο βασικές στήλες: «Πηγές Κεφαλαίων/Εσόδων» και «Αναλώσεις Κεφαλαίων/Εσόδων».

Στην πρώτη στήλη Πηγές Κεφαλαίων/Εσόδων περιλαμβάνονται τα κάθε μορφής έσοδα που έχουν εισπραχθεί στην διάρκεια της ελεγχομένης φορολογικής περιόδου, των οποίων αποδεικνύεται η πραγματοποίηση και η νομιμότητα των συναλλαγών.

Στην δεύτερη στήλη Αναλώσεις Κεφαλαίων /Εσόδων περιλαμβάνονται όλες οι πραγματοποιηθείσες αναλώσεις, κατά τη διάρκεια της ελεγχομένης φορολογικής περιόδου.

Η διαφορά μεταξύ στήλης «Αναλώσεις Κεφαλαίων/ Εσόδων» και στήλης «Πηγές Κεφαλαίων/Εσόδων», θεωρείται μη δηλωθείσα φορολογητέα ύλη και εφόσον δεν αιτιολογείται υπόκειται σε φορολόγηση.

Με άλλη τεχνική, δημιουργείται το οικονομικό ιστορικό του φορολογούμενου φυσικού προσώπου και προσδιορίζει φορολογητέα ύλη, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα περιουσιακά στοιχεία και τα διαθέσιμα κεφάλαια προσωπικά, οικογενειακά, επαγγελματικά, τις διάφορες απαιτήσεις προσωπικές, οικογενειακές, επαγγελματικές (ενεργητικό), τις υποχρεώσεις προσωπικές, οικογενειακές ή επαγγελματικές (παθητικό), τις ατομικές, οικογενειακές και επαγγελματικές δαπάνες ως και τα εισοδήματα από λοιπές πηγές (ατομικά και οικογενειακά).

Κατά την τεχνική αυτή δημιουργείται ο Πίνακας Ενεργητικού και Παθητικού για όλες τις ελεγχόμενες φορολογικές περιόδους με φορολογική περίοδο βάσης την αμέσως προηγούμενη από την πρώτη ελεγχόμενη φορολογική περίοδο. Στο Ενεργητικό περιλαμβάνονται όλα τα περιουσιακά στοιχεία και οι καταθέσεις σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα κατά την λήξη κάθε φορολογικής περιόδου. Στο Παθητικό περιλαμβάνονται οι αντίστοιχες υποχρεώσεις. Η διαφορά Ενεργητικού-Παθητικού αποτελεί την Καθαρή Θέση κάθε φορολογικής περιόδου.

Από την καθαρή θέση λήξης κάθε φορολογικής περιόδου αφαιρείται η καθαρή θέση έναρξης.

Οι αυξήσεις/μειώσεις της Καθαρής Θέσης αναπροσαρμόζονται με τις περιπτώσεις απόκτησης περιουσιακών στοιχείων άνευ ανταλλάγματος (αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής, προίκας, κερδών από τυχερά παίγνια, ανταλλαγής) και τις περιπτώσεις εκποίησης αυτών, με τις ατομικές και οικογενειακές δαπάνες κάθε είδους, και συγκρίνονται με τα δηλωθέντα εισοδήματα.

Η προκύπτουσα διαφορά θεωρείται μη δηλωθείσα φορολογητέα ύλη και εφόσον δεν αιτιολογείται υπόκειται σε φορολόγηση.

Τέλος, με την Τεχνική ελέγχου του ύψους των τραπεζικών καταθέσεων και των δαπανών σε μετρητά, από τις συνολικές τραπεζικές καταθέσεις της ελεγχόμενης φορολογικής περιόδου αφαιρούνται τα κατατεθειμένα ποσά που αφορούν μη υποκείμενα σε φορολογία έσοδα, όπως εκταμιεύσεις δανείων, συμψηφιστικές κινήσεις και λοιπές πράξεις που δεν αποτελούν καθαρές καταθέσεις.

Στο Υπόλοιπο των καθαρών τραπεζικών καταθέσεων προστίθενται όλες οι καταβολές σε μετρητά για αγορές, δαπάνες (προσωπικές/οικογενειακές ή επαγγελματικές) και λοιπές συναλλαγές και αφαιρούνται τα μη υποκείμενα σε φορολογία έσοδα που δεν κατατέθηκαν σε λογαριασμούς.

Το νέο Υπόλοιπο αναμορφώνεται με τις αυξήσεις/ μειώσεις εισπρακτέων λογαριασμών και συγκρίνεται με τα συνολικά δηλωθέντα Εισοδήματα.

Η προκύπτουσα διαφορά θεωρείται μη δηλωθείσα φορολογητέα ύλη και εφόσον δεν αιτιολογείται υπόκειται σε φορολόγηση.

Πηγή: newmoney.gr Του Κωστή Πλάντζου

Related posts