To 2015, γύρω στα 119 εκατ. άνθρωποι ή ποσοστό 23,7% του πληθυσμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) βρίσκονταν σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού.
Αυτό σημαίνει ότι βρίσκονταν σε μία τουλάχιστον από από τις παρακάτω τρεις καταστάσεις: σε κίνδυνο φτώχειας (εισοδηματική φτώχεια), με σοβαρές υλικές ελλείψεις ή ζούσαν σε νοικοκυριά με πολύ χαμηλή ένταση εργασίας.
Μετά από τρία συνεχόμενα χρόνια αυξήσεως μεταξύ του 2009 και 2012, όταν έφτασε σχεδόν το 25%, το ποσοστό των ανθρώπων σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού στην Ε.Ε., έκτοτε μειώνεται συνεχώς και πλέον (2015) επέστρεψε στα επίπεδα του 2008 (23,7%), αλλά παραμένει το 2015 υψηλότερα από το χαμηλό σημείο, του έτους 2009 (23,3%).
Σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές αρχές, η μείωση αυτών που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, είναι από τους κύριους στόχους της Στρατηγικής Europe 2020.
Στην Ελλάδα ωστόσο, το ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, το 2015 και σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία της Eurostat, διαμορφώθηκε σε 35,7% έναντι 28,1% το 2008, ήτοι είναι αυξημένο και επί της ουσίας, μιλάμε για περισσότερους από έναν στους τρεις. Μάλιστα η χώρα μας πρωταγωνιστεί αρνητικά, καθώς είναι τρίτη στην Ε.Ε. με το χειρότερο ποσοστό. Μας ξεπερνάει η Βουλγαρία και Ρουμανία.
Δείτε σχετικά τον ακόλουθο Πίνακα:
Επιπλέον, υψηλά ποσοστά, πάνω του μέσου όρου της Ε.Ε. και το σημαντικότερο, με χειροτέρευση μεταξύ των ετών 2008 και 2015, παρουσιάζουν (συμπτωματικά; ), οι χώρες που εφάρμοσαν τυπικά ή άτυπα πολιτικές γενικευμένης λιτότητας, ήτοι η Ιταλία, Κύπρος, Ισπανία και Πορτογαλία. Δεδομένου ότι κάποιες χώρες εξ αυτών, εφάρμοσαν τις τυπικές ή άτυπες μνημονιακές πολιτικές τους συστηματικά και πειθαρχημένα, δεν συμπεραίνεται εξ αυτού, ότι αυτές οι πολιτικές είναι κοινωνικά άδικες;και αντίκεινται στην βασικό στόχο, που η ίδια η Ε.Ε. αναφέρει ότι έχει έως το 2020 περί μείωσης του ποσοστού πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού;