10 Αυγούστου 2024

Ομιλία Τσακαλώτου στο 27ο Συνέδριο του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου: Ελληνικό χρέος – Επιταχύνοντας την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας

Ομιλία Τσακαλώτου στο 27ο Συνέδριο του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου:  Ελληνικό χρέος – Επιταχύνοντας την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας

Ακολουθεί η Ομιλία του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου στο 27ο Συνέδριο του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου.

Το θέμα ήταν: «Ελληνικό χρέος: Επιταχύνοντας την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας»

 >>><<<

Κυρίες και κύριοι,

Ευχαριστώ τους οργανωτές, ευχαριστώ και τον Αμερικανό πρέσβη και τον Μπενουά Κερέ για τα καλά του λόγια. Όπως είπε ο πρόεδρος (σ.σ. του Ελληνο-Αμερικανικού Επιμελητηρίου) είναι μία κρίσιμη μέρα σήμερα και ο επόμενος μήνας είναι, νομίζω, ο πιο κρίσιμος μήνας μετά από τον Ιούλιο – Αύγουστο του 2015.

Μετά από αυτή την περίοδο έγιναν οι εκλογές και η ελληνική κυβέρνηση είχε ένα χρονοδιάγραμμα, έναν οδικό χάρτη για το πώς θα βγούμε από αυτή την κρίση. Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, έπρεπε να εφαρμόσουμε τα συμφωνηθέντα με τους πιστωτές, εκεί που υπήρχε απόλυτη συμφωνία, να διαπραγματευτούμε κομμάτια που ήταν ακόμη αμφίσημα ή υπό διαπραγμάτευση, να μπορέσουμε να τελειώσουμε τις αξιολογήσεις, να αρχίσει η συζήτηση για το χρέος, να μπορούμε να μπούμε στο QE, να βγούμε στις αγορές και τελικά, τον Αύγουστο του 2018 να βγούμε από το μνημόνιο.

Να το πω και αντίστροφα. Χωρίς να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση δεν θα υπάρχει συζήτηση και λύση για το χρέος. Χωρίς να υπάρχει λύση για το χρέος δεν θα μπούμε στη νομισματική χαλάρωση. Χωρίς να μπούμε στη νομισματική χαλάρωση δεν θα μπορέσει η ελληνική κυβέρνηση να βγει στις αγορές στα τέλη του 2017, το πολύ αρχές του 2018, και άρα οι Ευρωπαίοι και εμείς θα έχουμε συγκροτήσει ένα πρόγραμμα που δεν τελειώνει. Γιατί το θεωρώ ως δεδομένο ότι σκοπός του κάθε προγράμματος είναι η έξοδος της χώρας από αυτό, με την ολοκλήρωσή του.

Αν θέλετε ας δούμε μαζί τι συζητάμε τώρα. Έχουμε τρεις μεγάλες ενότητες:

Η πρώτη ενότητα είναι οι μεταρρυθμίσεις και πώς θα καλύψουμε τους δημοσιονομικούς στόχους το 2017 και το 2018.

Η δεύτερη ενότητα είναι τι γίνεται για τους δημοσιονομικούς στόχους για μετά το πρόγραμμα, ιδιαίτερα για το 2019 και το 2020 και αν χρειάζονται και άλλα μέτρα γι’ αυτή την περίοδο.

Η τρίτη ενότητα αφορά το χρέος.

Αρχίζω με την πρώτη που έχει να κάνει με τις μεταρρυθμίσεις. Νομίζω ότι το πρόγραμμα των μεταρρυθμίσεων που έχουμε δει τον τελευταίο χρόνο είναι χωρίς προηγούμενο, όχι μόνο στην αγορά προϊόντων, στα κλειστά επαγγέλματα, στην Ανεξάρτητη Αρχή Εσόδων, στις συντάξεις, στα χρηματοοικονομικά που ανέλυσε και ο κ. Κερέ, αλλά, σχεδόν, σε όλες τις πτυχές της ελληνικής οικονομίας και της πολιτείας. Βεβαίως, το ΔΝΤ έχει κάποιες αντιρρήσεις για την ποσότητα και την ποιότητα των μεταρρυθμίσεων, αλλά πρέπει να σας πω ότι δεν μπορώ να καταλάβω από πού εκπορεύεται αυτός ο σκεπτικισμός.

Επιτρέψτε μου να πω μόνο για τρία θέματα που ακόμη συζητούνται. Το πρώτο είναι τα εργασιακά. Κατά τη δική μας άποψη η ελληνική κυβέρνηση διαπραγματεύεται εντελώς εντός του μνημονίου που υπογράψαμε το 2015, σύμφωνα με το οποίο η ελληνική κυβέρνηση θα νομοθετήσει διάφορες αλλαγές σε σχέση με τις καλύτερες πρακτικές της ΕΕ. Και, μάλιστα, για να υπάρχει κάποια αντικειμενικότητα σε αυτή τη διαδικασία, συγκροτήθηκε μία επιτροπή Σοφών τους οποίους επιλέξαμε και εμείς και οι θεσμοί, που πήραν κάποιες αποφάσεις για το ποιες είναι οι καλύτερες πρακτικές στην ΕΕ. Και σε πολλά από αυτά, σχεδόν στην πλειοψηφία από αυτά που θέλουμε να νομοθετήσουμε τώρα, η ομόφωνη απόφαση αυτής της επιτροπής ήταν υπέρ της ελληνικής κυβέρνησης και των θέσεών μας για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και τις ομαδικές απολύσεις.

Επιτρέψετε μου εδώ μία κριτική για τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, σ’ αυτή τη στιγμή. Παρόλο που έχουν κάνει πολλά πράγματα για να βοηθήσουν την ελληνική κυβέρνηση να βρεθεί συμβιβασμός -και στα εργασιακά προφανώς έχουν κάνει κάποιους συμβιβασμούς για να εντάξουν το ΔΝΤ- η άποψή μου είναι ότι ευρωπαϊκοί θεσμοί δεν μπορούν να διαπραγματεύονται για τα εργασιακά εκτός του ευρωπαϊκού πλαισίου, εκτός των ευρωπαϊκών καλύτερων πρακτικών. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί έχουν ένα χρέος προς τους Ευρωπαίους πολίτες να διαπραγματεύονται σε σχέση με το ευρωπαϊκό πλαίσιο και να μην θεωρούν ότι μία χώρα που είναι σε πρόγραμμα έχει και μειωμένα δικαιώματα. Νομίζω ότι αυτό δεν είναι σωστό δεοντολογικά και δεν είναι σωστό για την κατάσταση στην οποία είναι η ευρωζώνη. Γιατί ο λόγος που θέλει η ελληνική κυβέρνηση να υπάρχει μία επιστροφή στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, είναι ότι οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες πρέπει να έχουν την αίσθηση ότι τώρα που θα έρθει η ανάκαμψη θα συμμετέχουν και οι ίδιοι στα καλά της ανάκαμψης. Ο βασικός λόγος που έχουμε λαϊκίστικες, δεξιές τάσεις στην Ευρώπη, και άρα και φυγόκεντρες τάσεις εντός της ευρωζώνης, είναι ότι όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι και εργαζόμενες δεν αισθάνονται ότι συμμετέχουν στην ανάκαμψη, θεωρούν ότι σηκώνουν τα περισσότερα βάρη στην κρίση και όταν ξαναρχίσουν οι καλύτερες μέρες δεν συμμετέχουν σε αυτές.

Το δεύτερο σημείο, της πρώτης ενότητας, που θα ήθελα να τονίσω στις συζητήσεις που γίνονται είναι για το 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα το 2018. Εκεί υπήρχε ένα κενό και αυτό γιατί έχουμε ένα πρόγραμμα -που αρχίζει το 2017- για το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα, το οποίο θα δώσει μεγάλη ανάσα στους πιο φτωχούς συμπολίτες μας και άρα αυτό το κενό έπρεπε να καλυφθεί. Είμαι στην ευχάριστη θέση να πω ότι μετά από διαδοχικές συζητήσεις με τους θεσμούς έχει μειωθεί η απόσταση που μας χώριζε και τώρα βρισκόμαστε σε μία απόσταση όχι μεγαλύτερη από το 0,1% του ΑΕΠ.

Πριν πάω στη δεύτερη ενότητα, επιτρέψτε μου να πω κάτι και για τις συντάξεις και για αυτούς που θέλουν να ανοίξει πάλι η συζήτηση για τις συντάξεις. Ακούω το επιχείρημα ότι οι συντάξεις είναι πολύ γενναιόδωρες στην Ελλάδα. Πρέπει να σας πω ότι αν πάρουμε τη συνολική κοινωνική δαπάνη ανά άτομο πάνω από 65, είμαστε στο 65% του Μ.Ο. της ΕΕ και στο 55% της Γερμανίας. Άρα δεν προκύπτει ότι είμαστε γενναιόδωροι, δεν προκύπτει ότι οι κοινωνικές δαπάνες ως προς το ποσοστό του ΑΕΠ είναι γενναιόδωρες. Ίσα- ίσα το αντίθετο ισχύει, είμαστε από τις χαμηλότερες χώρες σε αυτό τον τομέα. Και φυσικά εάν είσαι ένας οργανισμός που υποστηρίζει ότι η ανάπτυξη δεν μπορεί να πάει χέρι – χέρι με την ανισότητα και τον κοινωνικό αποκλεισμό, είναι σημαντικό αυτό να επηρεάζει όχι μόνο τον οργανισμό στα υψηλότερα κλιμάκια , αλλά και στα χαμηλότερα όταν διαπραγματεύονται με μία κυβέρνηση.

Πάμε τώρα στη δεύτερη ενότητα που έχει να κάνει με τους δημοσιονομικούς στόχους και τα πρωτογενή πλεονάσματα πέραν του προγράμματος. Δηλαδή κατά τα έτη 2019 και 2020 κι αν χρειάζονται ή δεν χρειάζονται περισσότερα μέτρα. Εμείς και το ΔΝΤ και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και πολλές ευρωπαϊκές χώρες θεωρούμε ότι μια οικονομία πολύ δύσκολα μπορεί να διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 3,5% για πολλά χρόνια. Κάτι τέτοιο δεν στέκει ούτε από οικονομικής άποψης, ούτε άποψη δημοσιονομικού χώρου, ούτε από κοινωνική άποψη. Μάλιστα, πολύ λίγες χώρες έχουν καταφέρει κάτι τέτοιο, το έχει καταφέρει η Νορβηγία που είχε το πετρέλαιο και υπάρχουν και μερικές άλλες εξαιρέσεις. Η συντριπτική πλειοψηφία των οικονομολόγων αυτό υποστηρίζει. Μας λέει το ΔΝΤ ότι αυτή είναι και η δική του ανάλυση, ότι δεν πρέπει να έχουμε μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα μετά το 2018, ότι αυτό θα ήταν κακό για την οικονομία. Συμφωνεί δε και με τον Πρόεδρο Ομπάμα και τον πρωθυπουργό Ρέντσι ως προς το ότι κάτι τέτοιο δημιουργεί ύφεση και λιτότητα, στην δε περίπτωση της Ελλάδος αυτό έχει φτάσει στο τέλος του. Όμως το ΔΝΤ λέει ότι εάν εσείς οι Έλληνες συμφωνήσετε με τους Ευρωπαίους για υψηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα, τότε τι να κάνουμε εμείς, θα πρέπει να σας αναγκάσουμε να πάρετε και περισσότερα μέτρα για να φτάσετε σε αυτό το 3,5%! Δεν είναι μία θέση που ο Ζορμπάς του Καζαντζάκη θα την αποκαλούσε «θαρραλέα και με φιλότιμο». Γιατί αντί να τα βάλουν με τους μεγάλους της Ευρώπης που αντιστέκονται στο να δώσουν μέτρα για το χρέος, τα βάζουν με μια χώρα, την Ελλάδα, που είναι σε αδύναμη θέση κι όλοι συμφωνούν ότι πρέπει να φύγει επιτέλους από τη λιτότητα.

Θέλω σε αυτό το σημείο να πω και κάτι για τις χώρες που διστάζουν να δώσουν λύση για το χρέος για να μπορούν να μειωθούν τα πλεονάσματα μετά το 2018. Κι έχω να κάνω μια συγκεκριμένη πρόταση, που θα ακουστεί πρώτη φορά εδώ. Εάν το πρόβλημα είναι ότι μερικές χώρες σου λένε ότι το χρέος δεν είναι το βασικό πρόβλημα της Ελλάδος, αλλά είναι η ανταγωνιστικότητα, η πρόταση μου είναι η εξής: να συμφωνήσουμε στη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων από το 3,5% στο 2,5% και να δεσμευτεί η ελληνική κυβέρνηση ότι αυτό το 1% μείωση κι όλος ο δημοσιονομικός χώρος που θα δημιουργηθεί από αυτή τη μείωση να ξοδευτεί μόνο στην ελάφρυνση των φόρων και των εισφορών των μικρομεσαίων επιχειρήσεων για να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα. Μπορεί μετά από συζήτηση με τους θεσμούς να το εξειδικεύσουμε και περισσότερο να είναι σε συγκεκριμένες μικρομεσαίες επιχειρήσεις ανά κλάδο, π.χ. σε αυτές που έχουν νέες τεχνολογίες. Εάν το πρόβλημα είναι η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδος, δεν μπορώ να σκεφτώ καλύτερο μέτρο από το να μειώσουμε τα πλεονάσματα κι αυτό να χρησιμοποιηθεί με τον τρόπο που σας είπα. Θα μπορούμε να έχουμε τον εξής συμβιβασμό, ότι όποιο δημοσιονομικό χώρο δημιουργήσουμε εμείς επειδή θα καταπολεμήσουμε τη φοροδιαφυγή, αυξήσουμε την εισπραξιμότητα του ΦΠΑ, μειώσουμε το λαθρεμπόριο στα καπνά ή στο πετρέλαιο, μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε για κοινωνικούς λόγους ή όποιους λόγους θέλουμε, αλλά η μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων να χρησιμοποιηθεί με αυτόν τον τρόπο.

Αυτό όμως που δεν μπορεί να δεχτεί η ελληνική κυβέρνηση, εάν δεν μειωθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα, είναι ότι η διαφορά μεταξύ του ΔΝΤ και κάποιων χωρών της ΕΕ, αυτός ο συμβιβασμός να γίνει στην πλάτη μας. Κι αφού δεν θα μπορούν να τα βρουν στις εκτιμήσεις τους να έρθει το Εurogroup και να πει: “νομοθετήστε τώρα περισσότερα μέτρα για να εφαρμοστούν το 2019 και το 2020, αφού πρέπει να έχετε πρωτογενή πλεονάσματα, κ.λπ. Κάτι τέτοιο δεν φαίνεται ούτε τίμιο, ούτε έχει οικονομική λογική. Η ελληνική κυβέρνηση έχει εφαρμόσει κατά γράμμα το μνημόνιο, έχουμε εφαρμόσει όλα τα συμφωνηθέντα, έχουμε διαπραγματευτεί με τον καλύτερο τρόπο πράγματα που θεωρούσαμε παράλογα ή δε τα θεωρούσαμε κοινωνικά κι άρα δεν μπορεί αυτή τη στιγμή, επειδή υπάρχει μία διαφωνία ανάμεσα στο ΔΝΤ και σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες να πάρουμε άλλα μέτρα. Εξάλλου εμείς λέμε -κι όπως λένε και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί- ότι το 3,5% το φτάνουμε χωρίς άλλα μέτρα, πόσο μάλλον ότι σε αυτούς τους υπολογισμούς δεν προσμετρώνται όλα τα μέτρα που είναι μη παραμετρικά. Μη παραμετρικά σημαίνει μέτρα από φοροδιαφυγή ή από το λαθρεμπόριο καυσίμων, όλα αυτά τα μέτρα, δηλαδή, που δεν είναι εύκολα υπολογίσιμα, αλλά δεν μπορεί να πιστεύει κανείς ότι μετά από δύο χρόνια δεν θα έχουμε και πόρους από αυτά.

Νομίζω ότι ο συμβιβασμός μπορεί να γίνει, αλλά και ο συμβιβασμός θα πρέπει να πάρει υπόψη του και την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και την κατάσταση της ελληνικής κοινωνίας.

Η τρίτη ενότητα είναι το χρέος που έχει γίνει μεγάλη πρόοδος στα βραχυπρόθεσμα μέτρα του ESM. Όλο και περισσότερο το ESM έχει στρέψει τις δυνατότητες που έχει στην προσπάθεια να βοηθήσει και να μειώσει το ρίσκο που συνδέεται με το ελληνικό χρέος. Περιμένουμε με μεγάλο ενδιαφέρον τη συζήτηση μετά από τις 5 Δεκεμβρίου και για μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα για το χρέος. Δηλαδή, η επιδίωξη της ελληνικής κυβέρνησης είναι μετά από τις 5 Δεκεμβρίου και οι τρεις ενότητες να δέσουν μαζί οπότε το ΔΝΤ θα έχει το τέλος και τα μέτρα και τις μεταρρυθμίσεις και το χρέος και τους στόχους και τα δημοσιονομικά μέτρα που χρειάζονται ή δεν χρειάζονται για να πάρει την απόφασή του.

Θα τελειώσω με την εξής σκέψη. Νομίζω λίγοι άνθρωποι θεωρούν ότι η Ευρωζώνη περνά χρυσές στιγμές. Ένας από τους λόγους που δεν περνάει χρυσές στιγμές είναι ότι δεν αποδεικνύει πάντοτε ότι μπορεί να λύσει προβλήματα, ότι δίνει την εντύπωση, πολλές φορές, πως προτιμάει να κλωτσήσει τον ντενεκέ πιο κάτω -«kick the can down the road”. Αν το κάνουν ξανά αυτό για την Ελλάδα δεν θα είναι κακό μόνο για την Ελλάδα, όπως υπαινίχτηκε και ο Μ. Κερέ, θα είναι κακό για την Ευρωζώνη, γιατί η Ευρωζώνη χρειάζεται αυτή τη στιγμή να έχει επιτυχίες. Και επιτυχίες έχεις όταν λύνεις πολιτικά προβλήματα, επιτυχίες είναι όταν δίνεις σε μια χώρα ένα καθαρό διάδρομο να ξέρουν οι ξένοι επενδυτές, οι Έλληνες επενδυτές, οι Έλληνες πολίτες τι να περιμένουν τα επόμενα δύο – τρία χρόνια. Επιτυχίες έχεις όταν δίνεις στον ευρωπαϊκό λαό να καταλάβει ότι οι πολιτικές λύσεις επιτυγχάνονται με έναν τρόπο με τον οποίο παίρνουν και τον κόσμο της εργασίας μαζί τους.

Ευχαριστώ πολύ.

 

Related posts