Ομιλία του Υφυπουργού Οικονομικών, αρμόδιου για το Χρηματοπιστωτικό Σύστημα, κ. Γιώργου Ζαββού, στην Ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση του Σχεδίου Νόμου του Υπουργείου Οικονομικών «Εταιρική διακυβέρνηση ανωνύμων εταιρειών, σύγχρονη αγορά κεφαλαίου, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, μέτρα προς εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1131 και άλλες διατάξεις»
Σήμερα θα συζητήσουμε το νομοσχέδιο για την εταιρική διακυβέρνηση. Ωστόσο, προηγουμένως ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΚΙΝΑΛ, ο κ. Λοβέρδος, αναφέρθηκε προσωπικά σε εμένα και σε ορισμένα θέματα που αφορούν ευρύτερες επιλογές πολιτικών για το τραπεζικό σύστημα και πιο συγκεκριμένα, σ’ έναν από τους τρόπους που μπορούν να μειωθούν τα «κόκκινα δάνεια».
Ο κ. Λοβέρδος αναφέρθηκε σε μία επιλογή, που είναι η bad bank και άφησε ασύμμετρες νύξεις ότι παίρνω ορισμένες θέσεις ακραιφνώς προσωπικές ή ότι το Υπουργείο στέκεται σε θέματα αρχών ή ότι κινδυνολογούμε όταν αναφερόμαστε σε κείμενους νόμους ή ότι υπάρχει ενδεχομένως διαφορά με την Τράπεζα της Ελλάδος.
Θα ήθελα να πω ότι όλα αυτά δεν ισχύουν. Και δεν ισχύουν, γιατί όσον αφορά το θέμα των επιλογών για τη μείωση των «κόκκινων δανείων», γνωρίζετε όλοι, εφόσον ψηφίστηκε απ’ αυτό το Σώμα, τον νόμο για τον «Ηρακλή», ένα εξαιρετικά επιτυχημένο εγχείρημα συστημικής εμβέλειας για τη μείωση των «κόκκινων δανείων», το οποίο βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, παρά την κρίση, εφόσον έχουμε ήδη μία τράπεζα η οποία έχει υποβάλει τρεις αιτήσεις παροχής εγγυήσεων για τιτλοποιήσεις ύψους 7,5 δισεκατομμυρίων ευρώ, οι οποίες έχουν εγκριθεί. Οι υπόλοιπες συστημικές τράπεζες θα εντάξουν τις τιτλοποιήσεις τους στον «Ηρακλή» αυτόν τον χρόνο.
Το κυριότερο, όμως, στοιχείο σχετικά με το ζήτημα το οποίο έθιξε ο κ. Λοβέρδος, είναι ότι την απάντηση την έχει δώσει ο ίδιος ο Έλληνας Πρωθυπουργός στις 17 Ιουνίου 2020, σε συνέντευξή του στο Bloomberg, ο οποίος, όταν τον ρώτησαν για το σχέδιο της Τράπεζας της Ελλάδος για την «κακή τράπεζα» με σκοπό τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, απάντησε : «αποτελεί μία επιλογή, αλλά δεν νομίζω ότι χρειάζεται τώρα».
Αυτή είναι η θέση της Ελληνικής Κυβέρνησης και δεν είναι θέση κάποιου Υπουργού ή Υφυπουργού. Ωστόσο, ήθελα να πω ότι για όλες τις παρατηρήσεις ή τις απορίες που έχουν εκφράσει ο κ. Λοβέρδος και άλλοι, ο Υπουργός Οικονομικών δήλωσε λίγες ημέρες πριν ότι το καταλληλότερο μέρος για να συζητηθούν είναι σε μία επιτροπή, όπου θα έχουμε όλο τον χρόνο και θα δώσουμε όλα εκείνα τα στοιχεία που χρειάζονται οι Βουλευτές, ώστε να μπορέσουν να σκεφθούν πάνω σε συγκεκριμένα σχέδια.
Εγώ, όμως, προσωπικά είμαι, όπως ξέρετε, διατεθειμένος ανά πάσα στιγμή και χωρίς χρονικό περιορισμό να καθίσουμε, να συζητήσουμε -εννοώ κατ’ ιδίαν- όλα αυτά τα τεχνικά, οικονομικά, εποπτικά, δημοσιονομικά θέματα, με πολύ μεγάλη χαρά, γιατί πιστεύω ότι θα πρέπει τα θέματα που αφορούν ειδικά το τραπεζικό σύστημα να τα προσεγγίζουμε με την απαραίτητη νηφαλιότητα, με τα στέρεα εκείνα επιχειρήματα τα οποία χρειάζεται να έχουμε, όταν αντιμετωπίζουμε τόσο σημαντικά προβλήματα.
Επίσης, ήθελα να πω ότι αναφέρθηκα στο κράτος δικαίου, γιατί υπάρχουν διαφορετικοί και διακριτοί θεσμικοί ρόλοι. Αυτό, όμως, δεν εμποδίζει καθόλου τους παράγοντες να συνεργάζονται παραγωγικά, ώστε να μπορούν να βρίσκουν λύση σε κοινά προβλήματα.
Κυρία Πρόεδρε, θα ήθελα να πω ότι αδικούμε σήμερα το νομοσχέδιο το οποίο συζητάμε, το οποίο έχει μία ειδική βαρύτητα και σημασία, όπως αποδείχθηκε τόσο από τις συζητήσεις που έγιναν στην Επιτροπή όσο και από τις γνώμες τις οποίες εξέφρασαν οι φορείς.
Διαπιστώνουμε με μεγάλη χαρά ότι υπάρχει μια σημαντική, ουσιαστική σύγκλιση απόψεων πάνω στα ουσιώδη αυτού του νομοσχεδίου. Αυτό σημαίνει ότι το Σώμα μπορεί έγκαιρα να ανταποκρίνεται σε τέτοιες προκλήσεις, όπως είναι αυτή της αναβάθμισης της κεφαλαιαγοράς, του Χρηματιστηρίου, μέσω της αναθεώρησης του νόμου που αφορά την εταιρική διακυβέρνηση.
Υπάρχουν ορισμένοι βασικοί λόγοι οι οποίοι οδηγούν την Κυβέρνηση να φέρει προς ψήφιση αυτό το νομοσχέδιο:
Ο πρώτος λόγος είναι το ευρύτερο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα στο οποίο τοποθετείται και η αναθεώρηση του νόμου για την κεφαλαιαγορά και την εταιρική διακυβέρνηση. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι έρχεται στην επαύριον ενός σκανδάλου, το οποίο, όπως ξέρουμε, καταρράκωσε τη χώρα μας στη διεθνή επενδυτική κοινότητα και κυρίως αμαύρωσε τη φήμη της ελληνικής επιχειρηματικής κοινότητας.
Είδαμε πρόσφατα, και ειδικά αυτές τις ημέρες, ότι κυκλοφόρησε η έκθεση ελέγχου μιας εκ των ελεγκτικών εταιρειών που δείχνει ότι οι οικονομικές καταστάσεις της «Folli-follie» ήταν ουσιωδώς εσφαλμένες και διαπιστωνόταν η απουσία δικλείδων εσωτερικού ελέγχου και το ανεπαρκές σύστημα εσωτερικής πληροφόρησης. Βέβαια, όπως προαναφέρθηκε, το σκάνδαλο αυτό δεν είναι μόνο ελληνικό. Υπάρχουν αυτές τις ημέρες εν εξελίξει έρευνες για άλλα σκάνδαλα σε άλλες μεγάλες χώρες, όπως είναι αυτό της «Wirecard». Βρισκόμαστε πραγματικά σε ένα, όχι μόνο εθνικό, αλλά πανευρωπαϊκό ή και παγκόσμιο φαινόμενο το οποίο χρήζει άμεσης αντιμετώπισης.
Ο τρίτος λόγος είναι ότι χρειαζόμαστε αυτό το νομοσχέδιο, αυτόν το νόμο γιατί το προηγούμενο πλαίσιο χρονολογείται από το 2002 και επείγει ο εκσυγχρονισμός του. Ο εκσυγχρονισμός του επείγει κυρίως γιατί, όπως είπαμε, βρίσκονται σε εξέλιξη μεγάλες διεργασίες που αφορούν την επιτάχυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης Κεφαλαιαγορών.
Θα εστιάσω μόνο σε ορισμένα από τα μεγάλα θέματα που πιστεύω ότι αφορούν αυτό το νομοσχέδιο.
Το πρώτο είναι η συζήτηση γύρω από την αυτορρύθμιση ή τους νομικά δεσμευτικούς κανόνες. Είναι γνωστό και κάπως παλιό το δίλημμα. Η αυτορρύθμιση έχει επιχειρηθεί και σε ευρωπαϊκό επίπεδο με τις διάφορες συστάσεις τις οποίες έχει κάνει κατά καιρούς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά και σε ελληνικό επίπεδο. Ειδικά, όμως, στα θέματα της εταιρικής διακυβέρνησης γνωρίζουμε ότι τα αποτελέσματα δεν ήταν ικανοποιητικά, δεν ήταν θετικά. Μπορεί, όπως λέω, η αγορά να χαιρετίζει, αλλά δεν ακολουθεί πάντα αυτούς τους κανόνες. Γι’ αυτό και στο ευρωπαϊκό επίπεδο και στη χώρα μας έχουμε τώρα περισσότερους κανόνες θετικού δικαίου παρά κανόνες ήπιου δικαίου.
Θέλουμε σε κάθε περίπτωση η αλυσίδα των παραγόντων της κεφαλαιαγοράς, αυτό το κρίσιμο οικοσύστημα που αφορά την οικονομία, δηλαδή οι εισηγμένες εταιρείες, οι ορκωτοί ελεγκτές, η ΕΛΤΕ, το Χρηματιστήριο, η ίδια η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, να διέπονται από κανόνες διαφάνειας και να λειτουργούν με τις βέλτιστες πρακτικές, ώστε να εμπνέουν εμπιστοσύνη στους επενδυτές.
Το δεύτερο θέμα που έθιξαν αρκετοί Βουλευτές ήταν και είναι η ενίσχυση της ίδιας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Γι’ αυτό φέρνουμε και ορισμένες οιονεί θεσμικές τομές, όπως έχουμε πει, που αφορούν άμεσα την ενίσχυση της ίδιας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς με τη συμμετοχή του Προέδρου της ΕΛΤΕ στο Διοικητικό Συμβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Δεύτερον, έχουμε ζητήσει μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και της ΕΛΤΕ, ώστε να βελτιωθεί, να μεγιστοποιηθεί η συνέργεια που μπορεί να υπάρξει μεταξύ αυτών των δύο οργάνων, ώστε να έχουμε αποτελεσματικούς ελέγχους και εποπτεία.
Το τρίτο θέμα είναι οι κυρώσεις. Είναι αλήθεια ότι η Κυβέρνηση έχει προτείνει πολύ αυστηρές κυρώσεις. Από 50.000 ευρώ στους ορκωτούς ελεγκτές, έχουμε προτείνει την ποινή, το πρόστιμο του 1 εκατομμυρίου ευρώ. Νομίζουμε ότι οι κυρώσεις αυτές είναι αναγκαίες και δεν αποτελούν αντικίνητρο. Αν αποτελούν αντικίνητρο, αποτελούν ακριβώς γι’ αυτούς τους ορκωτούς ελεγκτές οι οποίοι υπέγραψαν κάποτε ισολογισμούς εταιρειών με θυγατρικές σε τρίτες χώρες ενώ δεν τις έλεγξαν.
Το τέταρτο θέμα αφορά την ίδια την εταιρική διακυβέρνηση. Και εδώ νομίζω εισάγουμε ένα ουσιαστικό, αποτελεσματικό σύστημα εταιρικής διακυβέρνησης με μια σειρά επιτροπών. Πρώτον, την επιτροπή εσωτερικού ελέγχου, δεύτερον, την επιτροπή κανονιστικής συμμόρφωσης και, τρίτον, την επιτροπή εντοπισμού κινδύνων, οι οποίες νομίζουμε ότι θα ενισχύσουν πάρα πολύ τη λειτουργία των εταιρειών. Επίσης, εισάγονται κριτήρια καταλληλότητας, κριτήρια ανεξαρτησίας, καθώς και 25% ποσόστωση για την ισότιμη εκπροσώπηση των φύλων στα διοικητικά συμβούλια.
Κυρία Πρόεδρε, έχουμε κάνει, επίσης, μια σειρά νομοτεχνικών βελτιώσεων, καθώς έχουμε δώσει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τη δυνατότητα να καθορίζει το περιεχόμενο του όρου της καταλληλότητας, καθώς και να προσδιορίζει το θέμα του υπολογισμού και της επιμέτρησης του ύψος των κυρώσεων ανά παράβαση, ώστε να τηρείται η αρχή της αναλογικότητας, η οποία, όπως ξέρουμε, είναι πάντοτε αναγκαία.
Μια άλλη σημαντική βελτίωση την οποία έχουμε εισάγει και την οποία πρότεινε και ο Υπουργός και ο εισηγητής της Συμπολίτευσης ήταν η ρήτρα αναθεώρησης. Αυτό σημαίνει ότι μέσα σε δύο χρόνια μετά την θέση σε εφαρμογή του νόμου θα συνταχθούν εκθέσεις σχετικά με τη λειτουργία του πλαισίου, οι οποίες θα δοθούν στο Σώμα και θα μπορούν παράλληλα να γίνουν και προτάσεις βελτιώσεων.
Ωστόσο ξέρουμε ότι το νομοσχέδιο αυτό ακόμα και όταν ψηφιστεί δεν είναι παρά ένα πρώτο, αν και σημαντικό, βήμα το οποίο θα συμβάλει στην ποιοτική αναβάθμιση της κεφαλαιαγοράς, του Χρηματιστηρίου και του θεσμικού τους πλαισίου.
Ξέρουμε ότι αυτά δεν είναι αρκετά, αν σκοπεύουμε πράγματι στην αναβάθμιση, στην ανταγωνιστικότητα και στην εξωστρέφεια της ελληνικής κεφαλαιαγοράς. Γι’ αυτό, όπως και προαναφέρθηκε, έχουμε συστήσει επιτροπή εμπειρογνωμόνων με όλους τους φορείς της κεφαλαιαγοράς και θα έχουμε σε σύντομο χρονικό διάστημα συγκεκριμένες προτάσεις, με σκοπό τη στρατηγική ανάπτυξη του Χρηματιστηρίου και της κεφαλαιαγοράς. Υπάρχει, επίσης, παράλληλα και λειτουργεί ήδη νομοπαρασκευαστική επιτροπή για το Συνεγγυητικό Κεφάλαιο.
Και πάλι θα έλεγα ότι αυτά δεν είναι αρκετά. Και θα χρειαστεί μετά την ενδεχόμενη αναθεώρηση του πλαισίου μετά από δύο έτη, να εξετάσουμε και πάλι την εισαγωγή μιας συνολικής ρύθμισης για την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς με σκοπό τον εκσυγχρονισμό της, ώστε να γίνει πιο ασφαλής και πιο αξιόπιστος εταίρος, στα πλαίσια της ενίσχυσης της ευρωπαϊκής εποπτείας των κεφαλαιαγορών.
Θα πρέπει, επίσης, να κάνουμε και μια συνολική αναθεώρηση κάποια στιγμή του καθεστώτος των ορκωτών ελεγκτών και της ΕΛΤΕ γιατί, όπως βλέπουμε, αυτού του είδους οι διεργασίες συντελούνται αυτή τη στιγμή και στα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη.
Κυρία Πρόεδρε, είπαμε ότι οι στοχοθετήσεις της Κυβέρνησης με όλες τις αναθεωρήσεις και τις μεταρρυθμίσεις τις οποίες εισάγει, εντάσσονται στην προοπτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης των Κεφαλαιαγορών, η οποία κάποια στιγμή θα πρέπει να αποκτήσει μια ενιαία αρχή εποπτείας των κεφαλαιαγορών κατά τα πρότυπα της τραπεζικής εποπτείας, του SSM, έτσι ώστε να εμπεδωθεί πλήρως η εμπιστοσύνη του επενδυτικού κοινού, αλλά να υπάρχει και αποτελεσματικότερη εποπτεία, ειδικά για τις διεθνείς επενδυτικές τράπεζες.
Ένα τελευταίο σημείο είναι ότι η θεσμική μεταρρύθμιση της εποπτείας των κεφαλαιαγορών και του Χρηματιστηρίου επείγει εξαιτίας της προοπτικής της λειτουργίας του ταμείου ανάκαμψης, το οποίο θέτει συγκεκριμένες στοχοθετήσεις για τους πόρους που θα προέλθουν από τα ευρωπαϊκά ταμεία, στις οποίες περιλαμβάνονται η πράσινη ανάπτυξη και η ψηφιακή μετάβαση.
Είναι σημαντικό να είμαστε πλήρως εξοπλισμένοι με την αναγκαία εκείνη θεσμική υποδομή, ώστε να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε τα πιθανά οφέλη. Ξέρουμε όμως ότι οι προσπάθειες που θα κάνουμε, αν και σημαντικές, είναι πιθανό να χρήζουν και βελτιώσεων ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Πολλά θα εξαρτηθούν από την εφαρμογή αυτού του νόμου. Πολλά θα εξαρτηθούν ακόμα περισσότερο από την κοινωνική ευθύνη των παραγόντων της κεφαλαιαγοράς, του χρηματιστηρίου και του επιχειρηματικού κόσμου.
Ξέρουμε όμως ότι το δίκαιο μπορεί να ρυθμίσει ορισμένα πράγματα, ειδικά με την κανονιστική ισχύ που έχει. Θα εναπόκειται πάντα ωστόσο στην ανθρώπινη φύση η πρόκληση να συμμορφωθεί με το δίκαιο. Και πιστεύω ότι την πρόκληση αυτή, ιδιαίτερα ως προς τη σφαίρα της ηθικής, αποτύπωσε πολύ καλά ο εθνικός μας ποιητής, ο Ελύτης, λέγοντας ότι το θέμα είναι «να πηγαίνεις στην αγορά, χωρίς ωστόσο να γίνεσαι αγοραίος».
Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω ιδιαιτέρως και να ζητήσω από το Σώμα να υπερψηφίσει το υπό συζήτηση νομοσχέδιο.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Webinar – Η Τέχνη των ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ