Ομιλία του Υφυπουργού Οικονομιών, αρμόδιου για το Χρηματοπιστωτικό Σύστημα, κ. Γιώργου Ζαββού, στη δεύτερη συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων για το Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Οικονομικών, με τίτλο:
«Εταιρική διακυβέρνηση ανωνύμων εταιρειών, σύγχρονη αγορά κεφαλαίου, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, μέτρα προς εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1131 και άλλες διατάξεις»
Καταρχάς θα ήθελα να ευχαριστήσω ιδιαιτέρως και τους Εισηγητές των κομμάτων αλλά ακόμη περισσότερο τους φορείς, οι οποίοι κατέθεσαν πάρα πολύ χρήσιμες προτάσεις, ορισμένες από τις οποίες και θα λάβουμε σοβαρά υπ’ όψιν. Αντιλαμβάνεστε ότι έχει προηγηθεί μια ευρύτατη διαβούλευση και άρα έχουν συζητηθεί πολλά από αυτά τα θέματα. Η κυβέρνηση φέρνει αυτό το νομοσχέδιο προς ψήφιση με αφορμή τα γνωστά σκάνδαλα που συνέβησαν και στην Ελλάδα με τη Folli-Follie και στη Γερμανία και αλλού. Πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν μας ότι ένα από τα κορυφαία θέματα συζήτησης στα ανώτατα ευρωπαϊκά όργανα, αυτή την περίοδο, όπου η προεδρεία είναι γερμανική, είναι η εταιρική διακυβέρνηση.
Θέλω να πω ότι δεν είμαστε μόνοι. Αποτελεί μία πολύ επίπονη διαδικασία το να μπορέσουμε να διασφαλίσουμε την βέλτιστη εποπτική και ελεγκτική αρχιτεκτονική όχι μόνο σε εθνικό επίπεδο, κάτι το οποίο κάνουμε αυτή τη στιγμή αλλά κυρίως σε ευρωπαϊκό. Κύριε Πρόεδρε, ένα από τα θέματα που τέθηκαν και ήταν αναμενόμενο είναι η σχέση μεταξύ αυτορρύθμισης και θετικού δικαίου. Είναι μια παλιά ιστορία θα έλεγα για την οποία ήδη έχουμε εμπειρίες από την Ευρωπαϊκή Ένωση τις προηγούμενες δεκαετίες. Είναι αλήθεια ότι σε ορισμένα κράτη μέλη της ευρωπαϊκής ένωσης, λειτούργησαν κώδικες αυτορρύθμισης, δηλαδή μη νομικά δεσμευτικές οδηγίες.
Ωστόσο γνωρίζουμε ότι η αυτορρύθμιση δεν ήταν πάντα αποτελεσματική. Ιδιαίτερα η τελευταία εμπειρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία είχε στην αρχή κάνει συστάσεις, έχει δείξει ότι, τις περισσότερες φορές, η αυτορρύθμιση δεν λειτούργησε θετικά. Για αυτό και τώρα σε επίπεδο δικαίου Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουμε πολύ περισσότερους κανόνες θετικού δικαίου, παρά κανόνες του ήπιου δικαίου. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η υιοθέτηση κανόνων για την επιτροπή ελέγχου, τις πολιτικές αποδοχών, τη δήλωση εταιρικής διακυβέρνησης και την ενίσχυση των ανεξάρτητων μη εκτελεστικών μελών στο διοικητικό συμβούλιο. Ο λόγος της αυστηροποίησης αυτών των διαδικασιών οφείλεται κυρίως στο ότι υπάρχει μια αμφιλεγόμενη αποτελεσματικότητα των κανόνων της αυτορρύθμισης. Αυτή η διαπίστωση είναι ακόμα μεγαλύτερη στα πλαίσια της Ελλάδος, η οποία δεν έχει και μεγάλη παράδοση σωστής αυτορρύθμισης.
Το τελευταίο θέμα είναι το θέμα των κυρώσεων, κυρώσεις, προφανώς, που δεν θα πρέπει να είναι απλώς κατασταλτικού χαρακτήρα, αλλά κυρώσεις οι οποίες πρέπει να έχουν αποτρεπτικό χαρακτήρα. Βέβαια, θα ισχύσει πάντα η βασική αρχή της αναλογικότητας μεταξύ της βαρύτητας της παραβίασης και της επιβαλλόμενης ποινής.
Κλείνοντας θέλω να πω ότι θεωρούμε εξαιρετικά σημαντική την πρόταση που έχουμε κάνει για την ενίσχυση της σχέσης μεταξύ της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και της ΕΛΤΕ, δηλαδή τη συμμετοχή της ΕΛΤΕ στη διοίκηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Κάναμε αυτή την πρόταση γιατί θέλουμε μια πολύ πιο ουσιαστική συνέργεια μεταξύ αυτών των δύο φορέων, η οποία νομίζουμε ότι θα αναβαθμίσει και την ποιότητα των ελέγχων και την ποιότητα της εποπτείας, που, όπως γνωρίζουμε όλοι, έχει πραγματικά ανάγκη η ελληνική κεφαλαιαγορά και το Χρηματιστήριο. Ως αποτέλεσμα, θα μπορέσουμε, έχοντας κάνει πρώτα τη δουλειά μας και έχοντας βάλει σε τάξη τα θέματα της εταιρικής διακυβέρνησης, να προσκαλέσουμε κυρίως διεθνείς επενδυτές να μας εμπιστευτούν, αλλά, παράλληλα, να είναι και σίγουροι ακόμα και οι μικροεπενδυτές ότι θα εισέλθουν σε μία αγορά με πλήρη λειτουργία κανόνων διαφάνειας και αποτελεσματικής εποπτείας.
Κύριε Πρόεδρε, σας ευχαριστώ πολύ.
—- —- —- —-
Ομιλία του Υφυπουργού Οικονομιών, αρμόδιου για το Χρηματοπιστωτικό Σύστημα, Γιώργου Ζαββού, στην τρίτη συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων για το Ν/Σ του Υπουργείου Οικονομικών, με τίτλο:
«Εταιρική διακυβέρνηση ανωνύμων εταιρειών, σύγχρονη αγορά κεφαλαίου, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, μέτρα προς εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1131 και άλλες διατάξεις»
Θα ήθελα κατ’ αρχήν, να ευχαριστήσω τους εισηγητές όλων των κομμάτων για τις εξαιρετικά εποικοδομητικές επισημάνσεις, τις οποίες έχουν κάνει και θα ήθελα να σας διαβεβαιώσω, ότι η κυβέρνηση με την καλύτερη διάθεση, θα προσπαθήσει να τις συζητήσει, να τις αναλύσει, και ενδεχομένως, να τις εντάξει και στις τελικές βελτιώσεις, που οπωσδήποτε θα πρέπει να υπάρχουν σ’ αυτό το νομοσχέδιο.
Επίσης, χαιρετίζω την πολύ σημαντική σύγκλιση, που είχαμε σήμερα με όλους τους φορείς, οι οποίοι τόνισαν την άμεση αναγκαιότητα του νομοσχεδίου, που αφορά την εταιρική διακυβέρνηση. Την αναγκαιότητα αυτή κάνει επιτακτική αφενός μεν η ανάγκη εκσυγχρονισμού του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου, το οποίο θεσμοθετήθηκε 20 χρόνια πριν και είναι αρκετά παλιό, ειδικά σε σχέση με τις σύγχρονες αγορές. Αφετέρου δε, θα έλεγα την αναγκαιότητα δημιουργούν τα ατυχή φαινόμενα και σκάνδαλα, που έχουν παρουσιαστεί και στην Ελλάδα με την Folli-Follie, αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γερμανία.
Είναι σπάνια αυτή η συγκυρία, όπου ένα τέτοιο νομοσχέδιο που αφορά την εσωτερική διάσταση της ενίσχυσης της υποδομής της κεφαλαιαγοράς και του χρηματιστηρίου, της θεσμικής υποδομής, έχει τόσο κρίσιμη σχέση με τα τεκταινόμενα στην Ε.Ε..
Και, όπως είπα και το πρωί, το θέμα της εταιρικής διακυβέρνησης και της εποπτείας των κεφαλαιαγορών βρίσκεται, αυτή τη στιγμή που μιλάμε, στην κορυφή της ευρωπαϊκής ατζέντας και της ευρωπαϊκής προεδρίας, η οποία τυχαίνει να είναι γερμανική. Γιατί; Γιατί έχουν παρουσιαστεί φαινόμενα που δείχνουν ότι υπάρχουν ατέλειες, ρήγματα σημαντικά στην ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική εποπτείας των κεφαλαιαγορών, του χρηματιστηρίου και των πληροφοριών που διακινούνται.
Κύριε Πρόεδρε, είναι τρεις οι βασικοί λόγοι που μας ωθούν να φέρουμε αυτό το νομοσχέδιο προς ψήφιση. Πρώτον, είναι η ανάγκη μιας κεφαλαιαγοράς, που πρέπει να είναι αρκετά ελκυστική και ανταγωνιστική, ώστε να μπορέσει να έχει όσο το δυνατόν περισσότερους ξένους επενδυτές, σε μια κρίσιμη συγκυρία για την ελληνική οικονομία.
Βέβαια, θέλουμε αυτή η αγορά να είναι και ασφαλής και αυτός είναι ο δεύτερος στόχος. Δεν θέλουμε τον παρασιτικό, τον κερδοσκοπικό χαρακτήρα του χρηματιστηρίου. Χρειαζόμαστε ένα χρηματιστήριο, και εδώ είναι ο τρίτος στόχος, που να διασφαλίζει αφενός μεν διαφάνεια για τους μικρομετόχους που μπαίνουν στο χρηματιστήριο, αλλά παράλληλα να προσελκύει και τους σοβαρούς μακροπρόθεσμους επενδυτές που έχει αυτή τη στιγμή ανάγκη η χώρα μας. Δεν χρειαζόμαστε τους καιροσκόπους, τους κερδοσκόπους, ούτε το insider-trading. Θέλουμε ο εκσυγχρονισμός της ελληνικής κεφαλαιαγοράς να αποτελέσει ένα πραγματικό εφαλτήριο, ένα ουσιαστικό εργαλείο για την ανάπτυξη της χώρας και όπως είχαμε την ευκαιρία να πούμε και το πρωί, θέλουμε το χρηματιστήριο να είναι ένας πραγματικός ιμάντας άντλησης κεφαλαίων. Το χρηματιστήριο πρέπει να γίνει ο σύνδεσμος μεταξύ των επενδυτών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που έχουν ανάγκη από ρευστότητα. Γι’ αυτό όμως σε όλους εκείνους τους παράγοντες, οι οποίοι συνθέτουν την αλυσίδα αυτή, η οποία οδηγεί στην άντληση κεφαλαίων από το χρηματιστήριο, πρέπει να ισχύουν σοβαροί κανόνες για τις ίδιες εταιρείες, που έχουν τεράστια κοινωνική ευθύνη, καθώς το κέρδος δεν μπορεί να είναι ο μόνος σκοπός τους. Αφετέρου δε, υπάρχει υποχρέωση ευθύνης για τους ορκωτούς ελεγκτές, για το χρηματιστήριο, για την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Όλοι αυτοί πρέπει να διασφαλίζουν την ασφάλεια, την εμπιστοσύνη και την αξιοπιστία για το επενδυτικό κοινό.
Το νομοσχέδιο στηρίζεται σε τρεις πυλώνες. Ο πρώτος είναι η εταιρική διακυβέρνηση. Προσπαθήσαμε να κάνουμε προτάσεις στηριζόμενες στις βέλτιστες πρακτικές από την ευρωπαϊκή και από τη διεθνή εμπειρία. Ωστόσο έχουμε και εδώ, όπως και σε κάθε νομοθέτημα, να σφυρηλατήσουμε μία κρίσιμη ισορροπία, ανάμεσα από τη μια μεριά σε ένα ευέλικτο πλαίσιο και από την άλλη μεριά σε ένα πλαίσιο που να προσφέρει ασφάλεια.
Βρισκόμαστε και πάλι στο παλιό δίλημμα ανάμεσα στην ανάγκη αυτορρύθμισης και στην ανάγκη να προσφύγουμε στο δίκαιο και στις δεσμευτικές ρυθμίσεις του. Εδώ θα έλεγα ότι η πρόσφατη ευρωπαϊκή εμπειρία αναγκάζει να προσφύγουμε περισσότερο σε νομικές διατάξεις. Το λέω αυτό γιατί, όπως γνωρίζετε και τις προηγούμενες δεκαετίες η Ευρωπαϊκή Ένωση πειραματίστηκε με συστάσεις, δηλαδή, μη νομικά δεσμευτικές οδηγίες. Διαπίστωσε, όμως, ότι δεν λειτουργούν επαρκώς. Δυστυχώς, η αγορά τις χαιρετίζει, αλλά δεν τις εφαρμόζει και γι’ αυτό αναγκάστηκε, ιδιαίτερα στα θέματα της εταιρικής διακυβέρνησης, να υιοθετήσει διατάξεις σαν αυτές που φέρνουμε και τώρα προς ψήφιση.
Επίσης, η ελληνική εμπειρία δεν ήταν και τόσο επιτυχημένη. Αυτός είναι ένας από τους κυριότερους λόγους που μας οδηγεί στο να υιοθετήσουμε διατάξεις δικαίου νομικά δεσμευτικές για την εταιρική διακυβέρνηση.
Θα ήθελα, όμως, να πω ότι σε ότι αφορά ορισμένα θέματα, όπως είναι οι κυρώσεις, είμαστε ανοιχτοί σε μία συζήτηση, ώστε να βρούμε την καλύτερη μεθοδολογία, θεσπίζοντας, ενδεχομένως, συγκεκριμένα αναλογικά κριτήρια ανάμεσα στη βαρύτητα της παράβασης και στο επιβαλλόμενο πρόστιμο.
Είδατε ότι η κυβέρνηση προτείνει μία μεγάλη αύξηση, στις κυρώσεις που αφορούν στους ορκωτούς ελεγκτές, καθώς από ποινές των πενήντα χιλιάδων ευρώ προτείνουμε τώρα ένα όριο ενός εκατομμυρίου. Αυτό αποτελεί μία σημαντική αυστηροποίηση, που νομίζουμε ότι είναι αναγκαία. Δεν διαπνεόμεθα από μια διάθεση αστυνόμευσης. Είναι όμως μία προειδοποίηση προς όλους αυτούς οι οποίοι έχουν δημόσια ευθύνη, να εκτελούν σωστά την αποστολή τους και να ξέρουν, ότι θα υπάρξουν κυρώσεις σημαντικές σε περίπτωση που παραβούν αυτές τις υποχρεώσεις.
Αν επιβληθεί μια ποινή μόνο 50.000 ευρώ, όπως ίσχυσε στην περίπτωση της Folli-Follie, δεν είναι δύσκολο να υπάρξει παράβαση. Όταν όμως γνωρίζει ο ορκωτός ελεγκτής ότι η ποινή θα είναι ένα εκατομμύριο, μπορεί να το διπλοσκεφτεί.
Το δεύτερο θέμα, κύριε πρόεδρε, στην εταιρική διακυβέρνηση αφορά σε αυτό που είπε – νομίζω – και ο εισηγητής της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αφορά στο θέμα του αν οι διατάξεις που προτείνουμε είναι, πράγματι, οριζόντιες και άκαμπτες ρυθμίσεις. Θα ήθελα να πω, ότι έχουμε κάνει μια πραγματική προσπάθεια για να το αποφύγουμε, αλλά είμαστε και πάλι ανοιχτοί σε συγκεκριμένες παρατηρήσεις, ώστε οι διατάξεις αυτές, όχι απλώς να μην είναι άκαμπτες, αλλά να είναι και όσο το δυνατόν καλύτερα προσαρμοσμένες στις περιστάσεις.
Θα σας δώσω δύο παραδείγματα. Το ένα είναι το παράδειγμα του άρθρου 10 παράγραφος 2, όπου έχουμε τις επιτροπές αποδοχών και υποψηφιοτήτων που μπορούν να ανατεθούν σε μία επιτροπή.
Ένα άλλο παράδειγμα, είναι το άρθρο 20, όπου υπάρχει μονάδα εξυπηρέτησης μετόχων και εταιρικών ανακοινώσεων, που μπορεί να λειτουργούν ως μία μονάδα.
Ο δεύτερος πυλώνας του νομοσχεδίου, αφορά στην ίδια την επιτροπή κεφαλαιαγοράς. Συμφωνώ, απόλυτα, με τις παρατηρήσεις του κυρίου Κατρίνη και των άλλων, ότι θα πρέπει να έχουμε μία, πραγματικά, θωρακισμένη μια πραγματικά ανεξάρτητα λειτουργούσα επιτροπή κεφαλαιαγοράς, για να μην επαναληφθούν τα φαινόμενα αυτά τα οποία ζήσαμε και τα οποία, όπως ξέρουμε καλά, αμαύρωσαν διεθνώς την εικόνα της Ελλάδος, της ελληνικής κεφαλαιαγοράς, της ελληνικής επιχειρηματικής κοινότητας.
Συμφωνώ ότι θα πρέπει η ίδια η επιτροπή κεφαλαιαγοράς, έχοντας βέβαια στηριχθεί κυρίως στους ορκωτούς λογιστές, να ελέγχει επιμελώς ποια είναι τα ταμειακά διαθέσιμα της εταιρείας. Είναι κρίσιμο αυτό το στοιχείο. Είναι δυνατόν να έχετε μια εταιρεία που να διατείνεται ότι έχει κύκλο εργασιών δισεκατομμύρια και να μην έχει διανείμει μερίσματα; Τότε ο ορκωτός ελεγκτής θα πρέπει να ανάβει τα «κόκκινα φωτάκια». Γιατί, άραγε, τότε η επιτροπή κεφαλαιαγοράς, δεν ζήτησε έστω κάποιο διπλό έλεγχο σε μια αρχή μιας άλλης χώρας, όπου και πάλι αυτή η εταιρεία είχε κάποιες θυγατρικές ή κάποια υποκαταστήματα.
Βασικά ερωτήματα θα πρέπει να απαντηθούν κύριε πρόεδρε για να αποφύγουμε και πάλι αυτά τα φαινόμενα.
Εδώ, θα έλεγα, κάνουμε μία τομή οιονεί θεσμική, φέρνοντας πολύ κοντά στην επιτροπή κεφαλαιαγοράς την ΕΛΤΕ. Γι’ αυτό ζητήσαμε, ο πρόεδρος της ΕΛΤΕ, να αποτελεί μέλος του Δ.Σ. της επιτροπής κεφαλαιαγοράς. Και η επιτροπή κεφαλαιαγοράς, στο άμεσο μέλλον, θα πρέπει να εξοπλιστεί με δύο βασικά πράγματα.
Το πρώτον είναι με ένα πλήρως λειτουργούντα εσωτερικό κανονισμό και το δεύτερο είναι ότι θα πρέπει να έχει συνάψει ένα μνημόνιο συνεργασίας (memorandum of understanding) με την ΕΛΤΕ. Αυτό, αν θέλετε, θα είναι μία ουσιαστική συνεργασία, μεταξύ αυτών των δύο βασικών σωμάτων τα οποία θα πρέπει να διασφαλίζουν την επάρκεια της εποπτείας, της διαφάνειας και της ασφάλειας για τον επενδυτή.
Κύριε Πρόεδρε, ο τρίτος πυλώνας, είναι το θεσμικό ευρωπαϊκό πλαίσιο, το οποίο εφαρμόζουμε και νομίζουμε ότι θα συμβάλει στη διασφάλιση, σε μεγάλο βαθμό, της διαφάνειας με τις βέλτιστες πρακτικές, που υπάρχουν στα ευρωπαϊκά κράτη.
Κλείνοντας, θα ήθελα να απαντήσω και στις εξαιρετικά ενδιαφέρουσες και λεπτομερειακές παρατηρήσεις του κ. Βιλιάρδου, που αφορούν την προοπτική στην οποία εντάσσονται, η στρατηγική αυτή της κυβέρνησης και θα έλεγα της Ελλάδος, για την ανάταξη του χρηματιστηρίου και της κεφαλαιαγοράς. Ναι κύριε Βιλιάρδο. Η πρόθεση της Ευρώπης είναι αυτή τη στιγμή, να υπάρξει το συντομότερο δυνατόν, μία ολοκληρωμένη ένωση κεφαλαιαγορών. Δεν είναι απλώς ένα σχήμα λόγου. Είναι μια κολοσσιαία αναγκαιότητα αυτής της στιγμής, την οποία επιβάλλουν τρεις βασικοί λόγοι.
Ο πρώτος είναι, ότι η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Ένωση, όταν σκαλώνει, χρειάζεται ένα δεύτερο μοτέρ. Αυτό το μοτέρ, μπορεί να το προσφέρει, πράγματι, η ένωση των κεφαλαιαγορών. Το βλέπουμε αυτό στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το δεύτερο είναι, ότι έχουμε το Brexit, δηλαδή το προηγουμένως σημαντικό κέντρο άντλησης κεφαλαίων, το CITY, θα βρίσκεται έξω από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Γι’ αυτό επείγει η ένωση κεφαλαιαγορών, για να μπορούν οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να αντλούν την αναγκαία χρηματοδότηση. Ο τρίτος λόγος είναι, ότι χρειαζόμαστε επειγόντως, ιδιωτικούς, επαρκείς μηχανισμούς ανακύκλησης των τεράστιων πλεονασμάτων ορισμένων χωρών, ώστε να μπορέσουν να επενδυθούν σε χώρες, στις οποίες οι επιχειρήσεις έχουν πράγματι ανάγκη, έχουν στεγνώσει αυτή τη στιγμή από ρευστότητα. Η Ένωση Κεφαλαιαγορών πρέπει να ανταποκρίνεται στην τεράστια ανάγκη χρηματοδότησης της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Και το τελευταίο σημείο, κύριε Πρόεδρε, είναι ότι το κεντρικό σημείο αυτής της ένωσης κεφαλαιαγορών θα είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κεφαλαιαγορών, όπως είναι αυτή τη στιγμή η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ο SSM με την εποπτεία των τραπεζών. Υπάρχει, ήδη, ένα σημαντικό πρόπλασμα με την ESMA και νομίζω ότι υπάρχουν τέσσερις λόγοι, οι οποίοι επιβάλλουν αμέσως, την αναβάθμιση και τη θεσμική ενίσχυση αυτής της ευρωπαϊκής αρχής κεφαλαιαγορών. Ο πρώτος είναι, ότι η εποπτεία αυτή υπάρχει στον τραπεζικό τομέα, με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τον λεγόμενο SSM. Ο δεύτερος είναι, ότι υπάρχουν μεγάλες χρηματιστηριακές εταιρείες των οποίων οι δραστηριότητες υπερβαίνουν τα στενά όρια οποιουδήποτε κράτους. Η λειτουργία τους μπορεί κάποια στιγμή να δημιουργήσει συστημικούς κινδύνους, που μόνο ένας ευρωπαϊκός φορέας μπορεί να τους αντιμετωπίσει. Ο τρίτος λόγος είναι, ότι το χρηματιστηριακό έγκλημα δεν έχει σύνορα, δε γνωρίζει κράτη. Άρα, χρειάζεται μια εποπτεία. Χρειάζεται αυτό το «λυκόσκυλο» στο επίπεδο της Ευρώπης. Ο τέταρτος λόγος είναι, ότι τουλάχιστον για τις πολύ μεγάλες εταιρείες, χρειάζεται μία ενιαία αρχή αδειοδότησης των χρηματιστηριακών και επενδυτικών εταιρειών. Αυτό, όμως, δεν θα αφαιρεί τη δυνατότητα, στις καθ’ έκαστον κράτος εποπτικές αρχές, να διασφαλίζουν τον έλεγχο στις μικρότερες εταιρείες.
Κύριε Πρόεδρε, ρώτησε επίσης ο κ. Βιλιάρδος, τι γίνεται με τη δημοσιονομική ένωση. Θα ήθελα να πω ότι, ευτυχώς αυτή τη φορά, τα σημάδια είναι πολύ ευνοϊκά. Θα έχουμε αυτό το περίφημο ταμείο, το οποίο αυτή τη στιγμή περιμένουμε να υιοθετηθεί, δηλαδή το ταμείο ανάκαμψης με τα 750 δισεκατομμύρια. Πρόκειται για έναν οιονεί δημοσιονομικό μηχανισμό παρέμβασης, βάσει του οποίου θα μπορέσουν να μεταφερθούν πόροι, κυρίως, στις χώρες εκείνες που έχουν, περισσότερο από οποιονδήποτε, ανάγκη, όπως είναι οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου.
Και βλέπετε πολύ καλά, κύριε Πρόεδρε, γιατί γίνεται όχι απλώς αναγκαία, αλλά επείγουσα η εμπέδωση και στην Ελλάδα μιας μεταρρύθμισης στο χρηματιστήριο, στην κεφαλαιαγορά, ώστε να μπορέσουμε άμεσα να εκμεταλλευτούμε αυτή την πολλή σημαντική συγκυρία.
Κλείνοντας, ήθελα να πω, ότι ακούσαμε και από τον Ειδικό Αγορητή του ΚΚΕ, περί πρωίμου καπιταλισμού. Είναι αλήθεια, δεν έχουμε βρει μέχρι αυτή τη στιγμή κάποια καλύτερη μορφή λειτουργίας της αγοράς από την Ανώνυμη Εταιρία. Θα πρέπει όμως να την θωρακίσουμε. Ξέρουμε, ότι θα γίνονται σφάλματα, αλλά δεν θα πρέπει να σταματάμε να προσαρμόζουμε και τους εποπτικούς μηχανισμούς και τους άλλους.
Κι εδώ θα έλεγα σε ένα κλίμα –αν θέλετε- σύγκλισης και έμπνευσης που δίνει αυτή η συζήτηση πέντε ωρών, ότι ο Ελύτης μας συνόψισε πολύ εύστοχα αυτή την πρόκληση λέγοντας: «Το θέμα είναι να πηγαίνεις στην αγορά, χωρίς όμως να γίνεσαι αγοραίος».
Σας ευχαριστώ πολύ.
Webinar – Bitcoin: Να ΕΠΕΝΔΥΣΩ ή Όχι;