Ο Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων (ΣΕΒ) στο τελευταίο εβδομαδιαίο Δελτίο του για την ελληνική οικονομία και επιχειρήσεις, αναφέρει συνοπτικά τα ακόλουθα:
Στο Συνέδριο του ΣΕΒ για τις Μεσαίες και Μικρές Επιχειρήσεις στην Ελλάδα, αναδείχθηκε με έμφαση η ανάγκη να υπάρξει ένα πλαίσιο κανόνων και κινήτρων που να ευνοεί τις συγχωνεύσεις και εξαγορές επιχειρήσεων, ως εργαλείο εξυγίανσης και μεγέθυνσης τους. Από πολλά παραδείγματα που αναφέρθηκαν, τεκμηριώθηκε ο εγκλωβισμός χιλιάδων μικρών και μεσαίων ελληνικών επιχειρήσεων στην υπερχρέωση και στην υψηλή φορολογία.
Σε ένα περιβάλλον αργής ανάκαμψης της κερδοφορίας και αυξανόμενης πίεσης για τη διαχείριση των συσσωρευμένων ζημιών, που προσεγγίζουν τα €85 δισ. (σύμφωνα με τους δημοσιευμένους ισολογισμούς – πλην χρηματοπιστωτικών εταιρειών) για την περίοδο 2008-2015, απαιτείται, όχι μόνο να αντιμετωπιστούν τα φορολογικά εμπόδια στην ανάκαμψη, αλλά επιπλέον να διευκολυνθούν διαδικαστικά οι μετασχηματισμοί και οι συγχωνεύσεις.
Το ζητούμενο πρέπει να είναι η ταχύτατη αναδιάρθρωση της αγοράς, ώστε οι επιχειρήσεις να αφήσουν πίσω τους την κρίση. Άλλωστε, δίπλα στους υψηλούς ονομαστικούς φορολογικούς συντελεστές σε κέρδη και διανεμόμενα μερίσματα, πρέπει να συνυπολογιστούν πρόσθετες δυσκαμψίες του φορολογικού πλαισίου, όπως η αδυναμία συμψηφισμού ζημιών με τα κέρδη πέραν της 5ετίας – όταν η κρίση μετράει ήδη 9 χρόνια – η αδυναμία ενοποίησης φορολογικών αποτελεσμάτων και χρήσης των φορολογικών ζημιών στο πλαίσιο εξαγοράς μιας ζημιογόνας από μια κερδοφόρα επιχείρηση, η άρνηση επιστροφής του αχρεωστήτως καταβληθέντος ΦΠΑ επί απαιτήσεων που διαγράφονται, η απουσία κινήτρων όπως οι υπερ-αποσβέσεις και οι επιταχυνόμενες αποσβέσεις, τα αβέβαια κίνητρα για επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη (Ε&Α), οι δυσμενείς συντελεστές αποσβέσεων για επενδύσεις σε μηχανήματα και εξοπλισμό, οι υπερβολικές ευθύνες των διοικήσεων των επιχειρήσεων, το ασαφές νομοθετικό πλαίσιο που οδηγεί στην απόρριψη «μη παραγωγικών δαπανών» και η αργή απόδοση της φορολογικής δικαιοσύνης.
Σε μία κρίσιμη χρονική περίοδο που έχει ξεσπάσει «παγκόσμιος πόλεμος» μεταξύ των κυβερνήσεων όλων των κρατών για παροχή φορολογικών κινήτρων στις επιχειρήσεις, υπό την πίεση της «φορολογικής μεταρρύθμισης Τραμπ», στην Ελλάδα ακολουθείται η ακριβώς αντίθετη πολιτική, με τη διατήρηση – αλλά και τη δημιουργία – αντικινήτρων στον παραγωγικό μετασχηματισμό της Ελληνικής οικονομίας.
Η Πολιτεία καλείται να επιταχύνει με κάθε τρόπο τους ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας που έχει σαν βασική προϋπόθεση και την αναδιάρθρωση των ελληνικών επιχειρήσεων, αίροντας όλα τα αντικίνητρα, όπως η υπερφορολόγηση, που τεκμηριώνεται εύκολα όταν συγκρίνουμε τα ισχύοντα στην Ελλάδα σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες.
Διαβάστε λίγο πιο κάτω, ολόκληρο το Εβδομαδιαίο Δελτίο για την Ελληνική οικονομία – Οικονομία & Επιχειρήσεις: Η ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση συγχωνεύσεων και εξαγορών αντίδοτο στην ακραία υπερφορολόγηση!
• Παρά την υποχώρηση του Δεκεμβρίου του 2017 (-5,7%), ο κύκλος εργασιών στη μεταποίηση πλην πετρελαιοειδών κατέγραψε αύξηση +4,8% στο σύνολο του έτους, έναντι υποχώρησης -0,6% το 2016, ενώ δεδομένης της ενίσχυσης της βιομηχανικής παραγωγής, της δυναμικής πορείας των εξαγωγών και της σημαντικής βελτίωσης των προσδοκιών στη βιομηχανία, αναμένεται να κινηθεί ανοδικά κατά τους επόμενους μήνες.
Παράλληλα, αν και αρνητικό, το ισοζύγιο προσλήψεων – αποχωρήσεων τον Ιανουάριο του 2018 (-16,5 χιλ. θέσεις) είναι ελαφρά βελτιωμένο σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2017 (-29,8 χιλ. θέσεις), με την αύξηση των προσλήψεων σε θέσεις εποχιακής απασχόλησης κατά την εορταστική περίοδο των Χριστουγέννων, κυρίως στο λιανικό εμπόριο και τον τουρισμό, να επιδρά αρνητικά τον Ιανουάριο καθώς ακολουθείται από αυξημένες αποχωρήσεις.
Από την άλλη πλευρά, ο πληθωρισμός ήταν οριακά αρνητικός τον Ιανουάριο του 2018 (-0,2%), ύστερα από 12 μήνες ανόδου, με την επίδραση της αύξησης των έμμεσων φόρων να εξασθενεί, ωστόσο τους επόμενους μήνες αναμένεται να επανέλθει σε θετικό έδαφος, δεδομένης της σταθερής μείωσης της ανεργίας (20,9% τον Νοέμβριο του 2017) και της ενίσχυσης των αμοιβών των εργαζομένων (+0,5% το πρώτο 9μηνο του 2017).