Στο τελευταίο του εβδομαδιαίο Δελτίο για την ελληνική οικονομία και επιχειρήσεις, ο ΣΕΒ αναφέρει συνοπτικά τα ακόλουθα:
Παρά τις ιδεολογικές διαφορές, οι παρουσιάσεις των πολιτικών αρχηγών των δύο μεγάλων κομμάτων στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης συγκλίνουν στην αναγκαιότητα ταχείας εξόδου από την κρίση και την ύφεση και τη μετάβαση της οικονομίας σε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο εστιασμένο στις επενδύσεις και τις εξαγωγές, με περισσότερο σχεδιασμό, λιγότερη παροχολογία και μεγαλύτερη συμμόρφωση προς τους περιορισμούς του Μνημονίου.
Υπήρξε επίσης συμφωνία θέσεων όσον αφορά στην πάταξη της φοροδιαφυγής μέσω της μεγαλύτερης διείσδυσης των ηλεκτρονικών συναλλαγών και τη μείωση των στόχων του πρωτογενούς πλεονάσματος μετά το 2018, σε συμφωνία με τους δανειστές, ώστε να δημιουργηθεί το απαραίτητο δημοσιονομικό περιθώριο για τη μείωση της υπερφορολόγησης της ιδιωτικής οικονομίας.
Αν και οι δύο πλευρές συμφωνούν στη μείωση της φορολογίας, του ΕΝΦΙΑ και των εμμέσων φόρων, η αντιπολίτευση, σε αντιδιαστολή με την κυβέρνηση, προκρίνει, ως κομβικό σημείο επανεκκίνησης της αναπτυξιακής διαδικασίας, τη μείωση της φορολογίας εισοδήματος, άμεσα στα εταιρικά κέρδη και μερίσματα, και, σε βάθος χρόνου στα φυσικά πρόσωπα, καθώς και των ασφαλιστικών εισφορών. Προτείνει, επίσης, συγκεκριμένα μέτρα για τη μείωση δαπανών και την εξοικονόμηση πόρων, σε μία προσπάθεια μερικής αντιστάθμισης της απώλειας φορολογικών εσόδων, δεδομένων των δημοσιονομικών περιορισμών.
Είναι προφανές, συνεπώς, ότι ενώ ο αναπτυξιακός στόχος, είναι κοινός, τα μέσα διαφέρουν. Η αντιπολίτευση, πέραν της κινητοποίησης του κρατικού μηχανισμού μέσω του αναπτυξιακού νόμου, των νέων χρηματοδοτικών εργαλείων, των δημοσίων επενδύσεων, των πόρων ΕΣΠΑ, του πακέτου Γιουνκέρ, προκρίνει την ενεργοποίηση της ιδιωτικής οικονομίας μέσω μείωσης της υπερφορολόγησης και παροχής φορολογικών επενδυτικών κινήτρων, όπως π.χ. οι υπεραποσβέσεις, καθώς και ταχείας εφαρμογής των διαρθρωτικών αλλαγών που διευκολύνουν την παραγωγική διαδικασία και μειώνουν το κόστος παραγωγής.
Παρά τις καλές επιδόσεις της αγοράς εργασίας ως προς την απασχόληση, οι εγγεγραμμένοι άνεργοι δεν υποχωρούν ενώ η λήξη της περιόδου πληρωμής του επιδόματος ανεργίας αρχίζει να αγγίζει τους νέους ανέργους της τελευταίας διετίας. Η μεγάλη υποχώρηση των καθαρών προσλήψεων τον Αύγουστο σχετίζεται με την αυξημένη συμμόρφωση των επιχειρήσεων στην εργασιακή νομοθεσία, καθώς και την αντιστροφή των καθαρών προσλήψεων που σημειώθηκαν τους προηγούμενους μήνες στο πλαίσιο μιας τελικά επιτυχημένης τουριστικής περιόδου. Ταυτόχρονα, οι μισθοί στο σύνολο της οικονομίας σημειώνουν σημαντική άνοδο το Β’ 3μηνο του 2016, η οποία δεν δικαιολογείται από την ανοδική τάση των αμοιβών προσωπικού στο δημόσιο, δεδομένου ότι οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα εξακολουθούν να μειώνονται αν και ο ρυθμός μείωσης περιορίζεται.
Η αδυναμία των καθαρών εσόδων του τακτικού προϋπολογισμού τον Αύγουστο μπορεί και αυτή να οφείλεται εν μέρει σε συγκυριακούς παράγοντες, αλλά αρχίζει να διαφαίνεται επίσης μια ενδεχόμενη ανεπάρκεια των εισπρακτικών μέτρων να εξασφαλίσουν την αύξηση εσόδων που έχει προϋπολογιστεί.
Ο κύκλος εργασιών στην μεταποίηση χωρίς πετρελαιοειδή βελτιώνεται ενώ στους περισσότερους κλάδους των υπηρεσιών καταγράφει απώλειες. Αντίθετα, στη γεωργία, οι όροι εμπορίου βελτιώνονται. Οι εισπράξεις από μεταφορές κινούνται ανοδικά επίσης τον Ιούλιο, οι οποίες κυρίως λόγω των capital controls είχαν μειωθεί δραματικά τους προηγούμενους μήνες. Την ίδια ώρα, παρά την άνοδο των αφίξεων, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις κινούνται σε αρνητικό έδαφος στο επτάμηνο, ενώ ο ελληνικός εμπορικός στόλος συνεχίζει να συρρικνώνεται.
Την περίοδο 2008-2014 τα μεγέθη κύκλου εργασιών και κερδοφορίας των επιχειρήσεων που δημοσιεύουν ισολογισμό αποτυπώνουν μια εικόνα υποχώρησης, με ορόσημο την καταστροφική διετία 2011-2012, και σταδιακής σταθεροποίησης στη συνέχεια. Αποτυπώνουν επίσης την τάση μετασχηματισμού και συγκέντρωσης γύρω από κερδοφόρες δραστηριότητες, που έχουν επιτρέψει τη σταθεροποίηση της αγοράς, αν και συνολικά η αγορά συνέχιζε το 2014 να αιμορραγεί, όπως αποτυπώνει και η υποχώρηση του μετοχικού κεφαλαίου των επιχειρήσεων.
Το στοίχημα συνεπώς παραμένει, περισσότερο από ποτέ, η προωθούμενη επιτάχυνση της διαχείρισης των «κόκκινων δανείων» να υποστηριχθεί από μια εδραίωση ουσιαστικής ανάκαμψης της οικονομίας, ώστε να ενισχυθεί η διαπραγματευτική θέση όσων επιχειρηματιών αναζητούν συνεργασίες και νέα κεφάλαια στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης και διάσωσης των επιχειρήσεων τους. Μια τέτοια προσπάθεια πρέπει να υποστηριχθεί από το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο καθώς και διοικήσεις τραπεζών που έχουν την ικανότητα και τη θέληση να στηρίξουν την Ελληνική επιχειρηματικότητα σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία.
Διαβάστε ολόκληρο το τελευταίο εβδομαδιαίο Δελτίο του ΣΕΒ, εδώ.