Έξοδος από την Ευρωζώνη; Γιατί Όχι; Η Ελλάδα, έχοντας πλεονάσματα σε πρωτογενές επίπεδο και στο εμπορικό ισοζύγιο, είναι σε θέση να φύγει από το ευρώ. Κάτι τέτοιο θα της έδινε, το απαραίτητο «οξυγόνο».
Στο παρόν άρθρο, συνενώνονται απόψεις γνωστών οικονομολόγων και αναλυτών διεθνώς όπως και του γράφοντος. Το παρόν άρθρο θέλει να δείξει ότι η χώρα μας σήμερα, έχει εναλλακτική στην περίπτωση που μια σκληρή διαπραγμάτευση με τους επίσημους πιστωτές μας, θα απέβαινε άκαρπη και θα εξωθούμασταν εκτός Ευρωζώνης. Αυτή η πιθανότητα, είναι κάτι που ίσως δεν πρέπει να φοβίζει και αμέσως παρακάτω, θα αναλυθεί γιατί.
Η χώρα μας μετά από έξι χρόνια οικονομικής ύφεσης, σήμερα και αντιμέτωπη με τις προοπτικές του 2014, δεν φαίνεται να είναι στη καλύτερη δυνατή κατάσταση.
Οι προοπτικές ανάπτυξης για φέτος (2014), είναι απαισιόδοξες και αρνητικές παρά τα όσα λέγονται από πλευράς κυβέρνησης (και πότε από τότε που ξεκίνησε η ύφεση πέτυχαν τον στόχο για την οικονομία; Πάντα ο στόχος απέκλινε προς το χειρότερο). Υπενθυμίζουμε ότι το ΑΕΠ για το 2013 διαμορφώθηκε περίπου 4% χαμηλότερα από το 2012 .
Πράγματι, η ελληνική οικονομία σήμερα, έχει συρρικνωθεί άνω του 25% του ΑΕΠ της σε σχέση με την αρχή αυτής της κρίσης. Για την σύγκριση, η οικονομία των ΗΠΑ στην Μεγάλη Ύφεση, είχε χάσει περίπου 30%. Η Ελλάδα λοιπόν, υφίσταται έτσι μια πραγματική κατάρρευση της οποίας το ‘εύρος’ είναι κυριολεκτικά τρομακτικό όπως αποτυπώνεται στο επίσημο ποσοστό γενικής ανεργίας, περί του 27% ή 55% στη νεολαία!
Δυο άνεργοι για έναν εργαζόμενο
Η πραγματικότητα είναι ακόμη πιο οδυνηρή, αφού χονδρικά δύο συμπολίτες μας είναι άνεργοι για έναν εργαζόμενο: αυτή η αναλογία είναι η υψηλότερη στον κόσμο.
Η κυβέρνηση θεωρεί ότι η χώρα φέτος θα επιστρέψει στην ανάπτυξη και ότι θα αρχίζει να φαίνεται μια σταθερή μείωση στην ανεργία. Μάλιστα ο πρωθυπουργός (Σαμαράς), παρουσιάζοντας το «νέο Εθνικό Αναπτυξιακό Πρότυπο», υπόσχεται 550.000 νέες θέσεις εργασίας έως το 2018.
Όμως αυτά δεν είναι άλλο παρά κενές υποσχέσεις, καθώς η χώρα μας δεν επρόσθετε παρά λίγες χιλιάδες θέσεις εργασίας ετησίως, κατά τα προ κρίσεως χρόνια, που διακρίνονταν και από έντονη ανάπτυξη. Εφόσον λοιπόν δεν επιστρέψουμε σε ετήσιους ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 5% ή περισσότερο, κάτι αδύνατον δηλαδή, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν και τα νούμερα απασχόλησης που ανέφερε ο πρωθυπουργός.
Οι μισθοί στην Ελλάδα, αν και μειωμένοι περίπου κατά 50% κατά τα χρόνια της κρίσεως, ωστόσο εξακολουθούν να είναι αρκετά υψηλότεροι συγκριτικά με χώρες (taxcoach.gr) όπως η Βουλγαρία και Ρουμανία στα Βαλκάνια ή η Ουγγαρία και Πολωνία στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη.
Με άλλα λόγια, η Ελλάδα δεν είναι σε θέση να αξιοποιήσει τον τομέα των εξαγωγών της και να βελτιώσει αισθητά την ανάπτυξή της, αφού άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι αρκετά χαμηλότερα σε επίπεδο μισθών και η Ελλάδα δεν μπορεί να το καταφέρει παρά το γεγονός ότι οι πολίτες της χώρας μας, «μάτωσαν» επιφέροντας υψηλότερη παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα.
Αντικειμενικά λοιπόν, η ανάκαμψη (επιστροφή στην ανάπτυξη) είναι απίθανο να συμβεί στο τρέχον έτος, πόσο δε μάλιστα όταν η γενικότερη πολιτική παραμένει περιοριστική.
Τα δύο βασικά πλεονάσματα
Ωστόσο, η οικονομία της χώρας μας, κατά την διάρκεια των δύο τελευταίων ετών έχει πετύχει πλεονάσματα σε δύο πολύ βασικά μεγέθη. Έχουμε πλέον ένα εμπορικό πλεόνασμα, κυρίως λόγω του τομέα του τουρισμού που αναπτύχθηκε κατά 12% το 2013, αλλά και της έντονης ανεργίας και της οικονομικής ύφεσης που λογικά, είχε ως αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση της των εισαγωγών μας λόγω κάμψης της ζήτησης.
Επίσης, η Ελλάδα πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα, που σημαίνει ότι δεν χρειάζεται πλέον να δανειστεί από τις αγορές, για να καλύψει τις τρέχουσες ανάγκες της που αφορούν στη λειτουργία του Δημοσίου.
Οι προβλέψεις της κυβέρνησης, είναι ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι μεγαλύτερο φέτος και καθώς τουριστικά, το 2014 αναμένεται μία χρονιά ακόμα καλύτερη συγκριτικά με το 2013, τότε και το εμπορικό μας ισοζύγιο θα είναι πλεονασματικό και ισχυροποιημένο ως προς πέρσι.
Με άλλα λόγια, η χώρα μας πλέον βρίσκεται σε μια βασική «υγιή» κατάσταση σε θεμελιώδες δημοσιονομικό επίπεδο, αφού σε επίπεδο εμπορικού ισοζυγίου έχουμε πλεόνασμα και δη αυξανόμενο, σε επίπεδο πρωτογενούς λειτουργίας του Δημοσίου, έχουμε επίσης πλεόνασμα, άρα δεν χρειαζόμαστε περαιτέρω νέο δανεισμό για κάλυψη λειτουργικών μας αναγκών.
Χρειαζόμαστε όμως χρήματα και δη πάρα πολλά, για την εξυπηρέτηση του υπερμεγέθους δανεισμού μας (για τα τοκοχρεολύσια), ο οποίος ομολογουμένως (ο δανεισμός μας, το χρέος μας), είναι αντικειμενικά μη βιώσιμο – απέχει δε μακράν από το να καταστεί βιώσιμο.
Όμως το «πορτοφόλι» της Ελλάδος πλέον, έχει περίσσευμα, ήτοι τα πλεονάσματα σε εμπορικό ισοζύγιο (με διευρυμένη έννοια, μαζί με τον τουρισμό) και το πρωτογενές στη λειτουργία του Δημοσίου.
Η κατάσταση άλλαξε από την αρχή της κρίσης
Μία χώρα που θα είχε πλεόνασμα στο εμπορικό της ισοζύγιο και πρωτογενές πλεόνασμα στη λειτουργία του Δημοσίου, θα γίνονταν σήμερα ευκόλως δεκτή στην Ευρωζώνη, καθώς μια τέτοια εικόνα είναι θεμελιωδώς υγιής σε οικονομικό – δημοσιονομικό επίπεδο.
Όμως η ίδια αυτή θεμελιωδώς υγιής κατάσταση σε οικονομικό – δημοσιονομικό επίπεδο, είναι που δίδει στην Ελλάδα και την εναλλακτική, δηλαδή της οικειοθελούς (αν θέλει) εξόδου από την Ευρωζώνη, αφού πλέον είναι σε θέση να καλύψει τις ανάγκες της, χωρίς να χρειάζεται νέο δανεισμό από τους επίσημους πιστωτές μας (Ευρωπαϊκή Ένωση και ΔΝΤ).
Στην αρχή της κρίσεως, με ελλείμματα στα δύο αυτά βασικά οικονομικά μεγέθη και μάλιστα με ελλείμματα υψηλά, δεν μπορούσαμε να πράξουμε κάτι τέτοιο (οικειοθελή έξοδο από την Ευρωζώνη).
Σχετικά ισχυρό νόμισμα η νεοδραχμή
Το εμπορικό μας πλεόνασμα θα επέτρεπε στη νέα δραχμή που θα δημιουργούνταν, να είναι σχετικά ισχυρή διότι οποιοδήποτε νόμισμα όταν στηρίζεται σε πλεόνασμα, είναι ισχυρό (αντίθετα, αδύναμο είναι ένα νόμισμα όταν ‘πατάει’ σε ελλείμματα).
Αυτό σημαίνει ότι η δημιουργία μιας νέας δραχμής δεν θα έφερνε τον υψηλό πληθωρισμό, που φοβούνται ορισμένοι.
Κάνοντας όμως ηθελημένα και ελεγχόμενα μια μικρή και σταθερή για μια περίοδο διολίσθηση του νομίσματός μας (και όχι μια απότομη και μεγάλη υποτίμηση), θα κερδίζαμε σε ανταγωνιστικότητα ως χώρα, ωθώνeffectτας περαιτέρω τις εξαγωγές μας και διατηρώντας το πλεονέκτημα στον τουρισμό μας.
Σταδιακή αποπληρωμή των χρεών
Αν εξωθούμασταν εκτός Ευρωζώνης από τους πιστωτές μας, προφανώς θα κάναμε παύση πληρωμών, για να χρησιμοποιήσουμε την ρευστότητά μας και τα πλεονάσματά μας για να ξεκινήσουμε την ανάπτυξη, ωστόσο σε βάθος χρόνου, θα μπορούσαμε να κάνουμε σταδιακές αποπληρωμές του χρέους μας.
Λάβετε δε υπόψη σας ότι με αυτή την υγιή δημοσιονομικά κατάσταση (των διπλών βασικών πλεονασμάτων), θα βρίσκονταν επενδυτές στις αγορές να μας δανείσουν σύντομα, αν και εφόσον χρειαζόμασταν κάποια στιγμή να δανειστούμε. Θα μας δάνειζαν εύκολα, αφού από την στιγμή που θα κάναμε παύση πληρωμών, στη συνέχεια ο κίνδυνος νέας αθέτησης, θα ήτο μικρότατος. Επιπλέον οι αγορές έχουν κοντή μνήμη όταν βλέπουν κέρδος. Εννοείται βέβαια, ότι για να παραμείνει ‘υγιής’ το effect του νέου εθνικού νομίσματος, θα έπρεπε στο Δημόσιο να υπάρξει ουσιαστικό νοικοκύρεμα, ήτοι περιορισμός του σημειακά, παύση πελατειακών σχέσεων και παρεμπόδιση μελλοντικής ανάπτυξης (πελατειακών σχέσεων) με την επικράτηση αμοιβών μικροτέρων από τις αντίστοιχες εργασίες στον ιδιωτικό τομέα.
Σε κάθε περίπτωση, έχοντας δικό μας νόμισμα, θα μπορούσαμε ως έκτακτη «λύση» να προχωρήσουμε και στην εκτύπωση χρήματος. Αλλά επαναλαμβάνουμε ότι αφού η νέα δραχμή θα ήταν σχετικά ισχυρή λόγω των βασικών πλεονασμάτων, η πιθανότητα να χρειαστεί να εκτυπώσουμε χρήμα, είναι μικροτάτη.
Επομένως η Ελλάδα είναι σήμερα, στην καλύτερη θέση να διαπραγματευτεί σκληρά με τους επίσημους πιστωτές της, σκληρότατα θα έλεγα και να αποσπάσει πολλά από αυτούς.
Εάν οι επίσημοι πιστωτές μας, θέλοντας να μας τιμωρήσουν για την σκληρή μας στάση σε μια επαναδιαπραγμάτευση, μας ωθούσαν στην έξοδο από την Ευρωζώνη, μη δανείζοντάς μας τα απαιτούμενα κεφάλαια για την αποπληρωμή του χρέους, εμείς είμαστε σε θέση να ανταπεξέλθουμε όπως περιγράψαμε, δηλαδή ικανοποιητικά και επιτυχώς, ενώ οι πιστωτές μας σε μια τέτοια περίπτωση, θα ζημιώνονταν σε υπερθετικό βαθμό αφού όπως έχει παραδεχτεί η ίδια η Μέρκελ, η έξοδος της Ελλάδος (αλλά και οποιασδήποτε χώρας) από την Ευρωζώνη, θα είχε ανυπολόγιστες συνέπειες.
Μήπως λοιπόν πρέπει να επιδιώξουμε και μόνοι μας το Grexit – το οποίο βέβαια πρέπει να γίνει οργανωμένα και με προετοιμασία; Αφού αν παραμείνουμε στην επιβαλλόμενη κατ’ουσίαν από τους Γερμανούς εφαρμοζόμενη περιοριστική πολιτική στη χώρα μας, αφενός λόγω της περιοριστικής φύσεως η ανάκαμψη θα αργήσει να έρθει, αφετέρου λόγω της κανονικής μέχρι σήμερα αποπληρωμής των τοκοχρεολυσίων του ούτως ή άλλως μη βιώσιμου χρέους μας, στερεί πολύτιμη ρευστότητα που θα μπορούσε να πέσει ολόκληρη ή μέρος της στην αγορά, στην πραγματική οικονομία, βοηθώντας με την σειρά του να ανακάμψει η οικονομία μας.
Πόσο δε μάλιστα, έχοντας μπροστά μας, την χρονική αυτή περίοδο, κατά την οποία θα αρχίσουμε να εκμεταλλευόμαστε τα βεβαιωμένα και επιστημονικώς πλέον, πλούσια κοιτάσματα υδρογονανθράκων; … και επιπρόσθετα, όταν η περιοχή της Ελλάδος και Κύπρου, μπορεί να καταστεί ο ενεργειακός προμηθευτής (σε φυσικό αέριο και πετρέλαιο) της ενεργειακά εξαρτώμενης Ευρώπης, είναι δυνατόν να μας αφήσουν τελικά να βγούμε εκτός Ευρωζώνης;
… και αν μας αφήσουν, τότε ναι, γιατί όχι;
Τα παραπάνω βέβαια δεν σημαίνουν ότι το εθνικό νόμισμα αποτελεί μια εύκολη λύση για την έξοδό μας από την κρίση. Η κρίση που περνάμε, είναι τέτοιου μεγέθους, εύρους και έντασης που δεν έχει εύκολες λύσεις. Το εθνικό νόμισμα όμως, δείχνει να είναι υπό προϋποθέσεις, η ολιγότερο δύσκολη λύση για την ανάκαμψη της χώρας. Ποιες οι προϋποθέσεις; Η διατήρηση και αύξησις των δύο βασικών πλεονασμάτων που ανέφερα και το ουσιαστικό νοικοκύρεμα στο Δημόσιο, όπως επίσης ανέφερα. Μια τρίτη, θα ήταν η οργάνωση της μετάβασης από το Ευρώ στο εθνικό νόμισμα, να γίνει βάσει σχεδίου καθώς ο,τιδήποτε γίνεται άτακτα και χωρίς σχέδιο, ακόμα και εάν είναι καλό, μπορεί να εφαρμοστεί άσχημα.
Παναγιώτης Σοφιανόπουλος
Συνεργάτης TaxCoach.gr
>>>•<<<