2 Μαΐου 2024

Μικρή πτώση της Ανεργίας κατά το Β΄ τρίμηνο τρέχοντος έτους

Μικρή πτώση της Ανεργίας κατά το Β΄ τρίμηνο τρέχοντος έτους

Μικρή πτώση της Ανεργίας κατά το Β΄ τρίμηνο τρέχοντος έτους: οι καταγραφές, οι συγκρίσεις και οι διαπιστώσεις για την ίδια την ανεργία αλλά και για την οικονομία γενικότερα.ανεργία

Στο Β΄ τρίμηνο του 2014, ο αριθμός των απασχολούμενων ανήλθε σε 3.539.085 άτομα και των ανέργων σε 1.280.101. Το ποσοστό ανεργίας στο Β΄ τρίμηνο ήταν 26,6% έναντι 27,8% του προηγούμενου τριμήνου και 27,3% του αντίστοιχου τριμήνου 2013.

Η απασχόληση αυξήθηκε κατά 1,6% σε σχέση µε το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 0,1% σε σχέση µε το Α΄ τρίμηνο του 2014. Ο αριθμός των ανέργων μειώθηκε κατά 4,6% σε σχέση µε το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 3,6% σε σχέση µε το Β΄ τρίμηνο του 2013.
Παρόλο που δεν λέγεται στην ανάλυση της ΕΛΣΤΑΤ, εμείς (TaxCoach) θεωρούμε ότι η μικρή ενδυνάμωση της απασχόλησης οφείλεται σε σημαντικό  βαθμό στα κυβερνητικά προγράμματα 5μηνης εργασίας, που και πρόσκαιρη είναι και χαμηλά αμειβόμενη.

Από την ΕΛΣΤΑΤ επισημαίνεται ότι οι εκτιμήσεις που παρουσιάζονται για το Β΄ τρίμηνο, βασίζονται στην τριμηνιαία έρευνα Εργατικού Δυναμικού και ότι, σε αντίθεση µε τα μηνιαία αποτελέσματα της έρευνας, δεν είναι εποχικά διορθωμένες (άρα μπορεί να απέχει λέμε εμείς, ως TaxCoach, από την πραγματικότητα).

180914-5

Χαρακτηριστικά της Ανεργίας

Μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας παρουσιάζεται στις γυναίκες (30,4%) έναντι των ανδρών (23,5%). Η ανεργία ως γνωστόν, πλήττει αρκετά εντονότερα τους νέους με ποσοστά άνω του 50%.

Από το σύνολο των ανέργων που αναζητούν μισθωτή απασχόληση, το 21,4% αναζητά αποκλειστικά πλήρη απασχόληση ενώ το 72,7% αναζητά πλήρη αλλά στην ανάγκη, είναι διατεθειμένο να εργαστεί και με μερική απασχόληση. Τέλος, το 5,9% είτε αναζητά μερική απασχόληση είτε δεν ενδιαφέρεται αν θα βρει μερική ή πλήρη απασχόληση.

Ένα ποσοστό ανέργων (4,6%) απέρριψε κατά τη διάρκεια του Β΄ τριμήνου του 2014, κάποια πρόταση ανάληψης εργασίας για λόγους όπως:
(α) δεν εξυπηρετούσε ο τόπος εργασίας (27,9%)
(β) δεν ήταν ικανοποιητικές οι αποδοχές (24,5%)
(γ) δεν εξυπηρετούσε το ωράριο (21,1%)

Το ποσοστό των «νέων ανέργων», δηλαδή των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί ποτέ στο παρελθόν, ανέρχεται στο 22,8% του συνόλου των ανέργων ενώ οι μακροχρόνια άνεργοι (αυτοί που αναζητούν από 12 μήνες και άνω εργασία, ανεξάρτητα αν είναι «νέοι» ή «παλαιοί» άνεργοι), αποτελούν αντίστοιχα το 74,4%.

Το ποσοστό ανεργίας των ατόμων µε ξένη υπηκοότητα, είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων υπηκόων (33% έναντι 26,0%). Επίσης, το 73,6% των ξένων υπηκόων είναι οικονομικά ενεργό, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων το οποίο είναι 50,5%.

Σε επίπεδο περιφερειών, το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στη Δυτική Ελλάδα µε 29,9% και στην Κεντρική Μακεδονία µε 29,4%. Στον αντίποδα, το μικρότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στο Νότιο Αιγαίο µε 17,9% και στις Ιόνιες Νήσους µε 21,1%.

Χαρακτηριστικά της Απασχόλησης

Εξετάζοντας την ‘βαρύτητα’ ανά τομέα στην απασχόληση, διαπιστώνουμε ότι στον τριτογενή τομέα (εμπόριο, τουρισμός και υπηρεσίες) απασχολείται το 71,5% του πληθυσμού απασχολουμένων, στον δευτερογενή τομέα (μεταποίηση) το 15,0% και στον πρωτογενή (γεωργία, κτηνοτροφία, ιχθυοτροφία) το 13,4%.

Όσον αφορά στην εξέλιξη του αριθμού των απασχολουμένων, ανά τομέα της οικονομίας, παρατηρούμε ότι στον πρωτογενή τομέα παρατηρείται μείωση 1,1% στον αριθμό των απασχολούμενων σε σχέση µε το αντίστοιχο περσινό τρίμηνο. Στον δευτερογενή παρατηρείται μείωση 3,7% στον αριθμό των απασχολούμενων και στον τριτογενή αύξηση 1,2%.

Ποσοστό 9,4% του συνόλου των απασχολουμένων, απασχολούνται σε εργασίες μερικής απασχόλησης. Από αυτούς, το 65,7% έκανε αυτή την επιλογή διότι δεν μπόρεσε να βρει πλήρη απασχόληση.

Διαπιστώσεις TaxCoach

Από τα παραπάνω χαρακτηριστικά της απασχόλησης, εμείς (Tax Coach) διαπιστώνουμε μία σημαντική στρέβλωση που παραμένει παρά την μνημονιακή περίοδο που υποτίθεται ότι ήταν το σκληρό μεν, γιατρικό δε, για τα κακά της οικονομίας μας: πάρα πολλοί απασχολούνται στον τριτογενή τομέα συγκριτικά με όσους απασχολούνται στην μεταποίηση και πρωτογενή τομέα.

Αυτό το χαρακτηρίζουμε στρέβλωση, διότι οι εν δυνάμει εντονότερα εξαγωγικοί τομείς, ήτοι της μεταποίησης και πρωτογενής, είναι υποβαθμισμένοι.

Αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι ναι μεν με τις πολιτικές εσωτερικής υποτίμησης κερδίζουμε σε ανταγωνιστικότητα αλλά όταν εφτά στους δέκα απασχολούμενους, εργάζονται στον τριτογενή τομέα, που εμπορεύεται προϊόντα ή υπηρεσίες εσωτερικά (εντός της χώρας), από πού να αυξηθεί το εισόδημά τους (αναγκαία προϋπόθεση για γενικότερη και υγιή ανάκαμψη), όταν το εισόδημα μειώνεται επιθετικά;

Οι τομείς της μεταποίησης και πρωτογενούς τομέα, με την αυξημένη ανταγωνιστικότητά τους συνεπία της εσωτερικής υποτίμησης, μπορούν εάν το αναζητήσουν και επιδιώξουν, να πουλήσουν ευκολότερα στο εξωτερικό, ο τριτογενής τομέας όμως που θα πουλήσει;

Βέβαια στον τριτογενή τομέα, περιλαμβάνεται και ο τουρισμός που είναι εμμέσως ‘εξαγωγικός’, δηλαδή οι υπηρεσίες του πωλούνται σε ξένους που έρχονται όμως στη χώρα μας για να τις απολαύσουν. Όμως και ο τουρισμός, τουλάχιστον με τα στοιχεία έως και τον Ιούνιο, ήταν αυξημένος μεν σε αριθμό επισκεπτών αλλά δε, το μέσο έσοδο ανά τουρίστα ήταν μειωμένο. Αυτό σημαίνει ότι μπορούν να επιβιώσουν οι επιχειρήσεις που ασχολούνται άμεσα με τον τουρισμό, αλλά δεν θα ‘ανθοφορήσει’ η κερδοφορία τους, κάτι που θα έδινε κατ’επέκταση και τη δυνατότητα παροχής κατάτι καλύτερων μισθών στους απασχολούμενους στον τομέα. Που εάν συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα βοηθούσε στη συγκεκριμένη μερίδα απασχολουμένων, στο να καταναλώσουν περισσότερο, επ’ωφελεία του συνόλου της αγοράς και ελληνικής οικονομίας.

Από όλα τα παραπάνω, συνάγουμε το συμπέρασμα ότι λόγω της στρεβλής δομής της απασχόλησης, είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποκτηθεί με πωλήσεις σε εξαγωγές, έσοδο αρκετό για να διαχυθεί στο σύνολο της οικονομίας και να έχουμε μια γενική και ισχυρή ανάκαμψη.

Επομένως η όποια ανάκαμψη συμβεί στην οικονομία (και εάν συμβεί) θα είναι για πολύ καιρό ασθενική, που με τη σειρά της συνεπάγεται μικρή δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης και μεγάλο ποσοστό από τις λιγοστές νέες θέσεις απασχόλησης θα είναι χαμηλά αμειβόμενες και κατ’επέκταση, η υποχώρηση της ανεργίας θα είναι εξαιρετικά δύσκολη και χρονοβόρα υπόθεσις.

Γενικότερη, διαχυθείσα και ισχυρή ανάκαμψη, θα μπορούσε να επιτευχθεί στη χώρα, εάν το εισόδημα αυξάνονταν γενικευμένα, έτσι ώστε να υπάρχει και γενικευμένη εσωτερική κατανάλωση, κάτι που θα επηρέαζε θετικά τα αποτελέσματα των απασχολουμένων στον τριτογενή τομέα (εμπόριο, τουρισμός και υπηρεσίες) στον οποίο απασχολούνται 7 στους 10.

Αφού είναι φύση αδύνατον να έρθει αυτό το επαρκώς υψηλό εισόδημα από εξαγωγές, είναι σαφές ότι με κάποιο τρόπο πρέπει να προέλθει εκ της εσωτερικής αγοράς. Μα όσο συνεχίζονται οι περιοριστικές πολιτικές (μνημονιακές τυπικώς ή και ατύπως) δεν γίνεται να ανακάμψει η εσωτερική ζήτηση, αντίθετα, καθηλώνεται σε ολοένα χαμηλότερα επίπεδα.

Η εσωτερική ζήτηση θα μπορούσε να αυξηθεί μόνο εάν με κάποιο τρόπο αυξάνονταν σημαντικά το μέσο εισόδημα στους εργαζόμενους – και αυτό μπορεί να γίνει με δύο τρόπους:

(1) είτε μία κυβέρνηση να διεκδικήσει και να κερδίσει μια τέτοια δυνατότητα, κάτι που βέβαια πρέπει να περάσει από τους πιστωτές μας – και το κρίνουμε δύσκολο, όχι αδύνατον όμως

(2) είτε η χώρα θα πρέπει να ανακτήσει την νομισματική της κυριαρχία, έτσι ώστε η κυβέρνηση μονομερώς (άνευ της σύμφωνης γνώμης των πιστωτών) να μπορέσει να κόψει χρήμα και να διανείμει στην κοινωνία, προκειμένου η εσωτερική κατανάλωση να πάρει πραγματικά μπρος.

Σε αυτή την περίπτωση (στη 2), πολλοί φοβούνται τις συνέπειες. Θεωρητικά, οι συνέπειες περιγράφονται στο ακόλουθο άρθρο:
Έξοδος από την Ευρωζώνη; Γιατί Όχι;

>>>•<<<

Πολύ πιθανόν να σας ενδιαφέρουν και τα ακόλουθα άρθρα:

✎ Στις κορυφαίες διεθνώς θέσεις στην Ανεργία η Ελλάδα

✎ Μικρή μείωση του ποσοστού Ανεργίας τον Ιούνιο

✎ Η συντομότερη Ανάλυση της Ελληνικής (Μνημονιακής) Οικονομίας

✎ Μας παίρνουν τις καταθέσεις!

 

Related posts