6 Μαΐου 2024

Νέο Σχέδιο Νόμου για «Αρχές Δημοσιονομικής Διαχείρισης και Εποπτείας – Δημόσιο Λογιστικό» υπό συζήτηση στη Βουλή

Νέο Σχέδιο Νόμου για «Αρχές Δημοσιονομικής Διαχείρισης και Εποπτείας – Δημόσιο Λογιστικό» υπό συζήτηση στη Βουλή

Στη συζήτηση για το νέο Σχέδιο Νόμου για «Αρχές Δημοσιονομικής Διαχείρισης και Εποπτείας – Δημόσιο Λογιστικό» στη Βουλή, ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, κ. Χρήστος Σταϊκούρας αναφέρθηκε στα εξής σημεία: Σχέδιο Νόμου για «Αρχές Δημοσιονομικής Διαχείρισης και Εποπτείας – Δημόσιο Λογιστικό»

Το Σχέδιο Νόμου κατατέθηκε και συζητείται στη Βουλή σε μια περίοδο κατά την οποία η Ελλάδα, μετά από μία πολυετή περίοδο οικονομικής συρρίκνωσης και δημοσιονομικής προσαρμογής, έχει εισέλθει σε φάση σταθεροποίησης των δημόσιων οικονομικών της, ενίσχυσης της διεθνούς της θέσης, δημιουργίας των προϋποθέσεων για τη λήξη της παρατεταμένης ύφεσης.
Πρόκειται για επιτεύγματα που είναι αποτέλεσμα, κυρίως, των τεράστιων θυσιών της Ελληνικής κοινωνίας, τόσο σε όρους δημοσιονομικού εγχειρήματος όσο και σε όρους βιοτικού επιπέδου.
Με το νέο θεσμικό πλαίσιο δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας, που σήμερα συζητάμε, εξοπλίζεται η Δημόσια Διοίκηση με εκείνα τα εργαλεία που θα ενισχύσουν τη μακροχρόνια βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών και θα εξασφαλίζουν ότι αυτές οι θυσίες των πολιτών θα έχουν βιώσιμο αντίκρισμα.
Είναι αλήθεια ότι οι Ευρωπαϊκές οικονομίες και κοινωνίες «χτυπήθηκαν» έντονα από την παγκόσμια κρίση.
  • Κρίση χρηματοπιστωτική και δημοσιονομική.
  • Κρίση μεταδοτική, στις περισσότερες χώρες από τον χρηματοπιστωτικό προς τον δημοσιονομικό τομέα, και σε ορισμένες, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, αντίστροφα.
  • Κρίση συστημική, που έθεσε σε κίνδυνο την ίδια τη βιωσιμότητα του κοινού νομίσματος.

Αυτή η κρίση βρήκε την Ευρώπη «ανοχύρωτη». Χωρίς μηχανισμούς αντίδρασης και αντιμετώπισης της κρίσης.
Με το εγχείρημα της οικονομικής και νομισματικής ενοποίησης, δομικά και θεσμικά, ημιτελές, αυτή η κρίση και οι προσπάθειες αντιμετώπισής της κατέστησαν εμφανείς τις ατέλειες και τις υστερήσεις του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Ανέδειξαν, όμως, και τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες.
Οδήγησαν στην εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων:
1ο Συμπέρασμα: Η δημοσιονομική εξυγίανση, προσαρμογή και πειθαρχία είναι βασικός πυλώνας για τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών και για τη διατηρήσιμη ανάπτυξη.
2ο Συμπέρασμα: Η προσήλωση στη δημοσιονομική πειθαρχία δεν αποτελεί από μόνη της ικανή συνθήκη ώστε να εξέλθει μία οικονομία από την κρίση.
Είναι καθοριστικό να συνοδεύεται από αναπτυξιακές πρωτοβουλίες και διαρθρωτικές πολιτικές.
3ο Συμπέρασμα: Το μείγμα της δημοσιονομικής προσαρμογής είναι καθοριστικό για την αποτελεσματικότητα του εγχειρήματος και για τη διατηρησιμότητα του επιδιωκόμενου δημοσιονομικού αποτελέσματος.
4ο Συμπέρασμα: Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση των Προγραμμάτων Οικονομικής Πολιτικής πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τον «κύκλο» της οικονομίας.
5ο Συμπέρασμα: Είναι αναγκαία η θεσμοθέτηση μηχανισμών και πλαισίου για τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος.
6ο Συμπέρασμα: Απαιτείται η ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης.
Προς αυτή την κατεύθυνση, διαμορφώθηκε ένα νέο θεσμικό πλαίσιο στην Ευρώπη όσον αφορά στα δημοσιονομικά ελλείμματα και τις μακροοικονομικές ανισορροπίες.

Για την ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης έχουν ήδη θεσπιστεί σε Ευρωπαϊκό επίπεδο:

  • Το ενισχυμένο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, με μία δέσμη πέντε Κανονισμών και μιας Οδηγίας.
  • Οι μηχανισμοί στήριξης των κρατών-μελών, δηλαδή το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας.
  • Το «Δημοσιονομικό Σύμφωνο».
  • Η ενδυνάμωση της οικονομικής συνεργασίας σε πεδία ευρύτερης οικονομικής πολιτικής.
  • Η ενισχυμένη εποπτεία σε κεντρικό επίπεδο των εθνικών προϋπολογισμών των κρατών-μελών της Ευρωζώνης.

Πρόκειται για εργαλεία, αφενός για την εξάλειψη των αδυναμιών στη δημοσιονομική διαχείριση των κρατών-μελών που αναδείχτηκαν από το δημοσιονομικό μέρος της οικονομικής κρίσης, και αφετέρου για τη δημιουργία ενός βελτιωμένου πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης, μέσα από έναν ετήσιο κύκλο συντονισμού μακροοικονομικών, δημοσιονομικών και διαρθρωτικών πολιτικών, γνωστό ως «Ευρωπαϊκό Εξάμηνο».
Αυτό μεταφράζεται στο ότι το κάθε κράτος-μέλος έχει μία σειρά από υποχρεώσεις, όπως είναι:

  • Η θεσμοθέτηση και η τήρηση του κανόνα του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού.
  • Η μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική στοχοθεσία.
  • Η εφαρμογή πολιτικών που οδηγούν σε διατηρήσιμα αποτελέσματα.
  • Η ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία μηχανισμών αυτόματης διόρθωσης τυχόν αποκλίσεων από τους δημοσιονομικούς στόχους που έχουν τεθεί.
  • Η κατάρτιση του Προϋπολογισμού σε χρονική εναρμόνιση με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη.

Στη χώρα μας, με στόχο τη στήριξη της ευρύτερης προσπάθειας για δημοσιονομική εξυγίανση, προσαρμογή και πειθαρχία, αναλήφθηκαν τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα την τελευταία διετία, σημαντικές πρωτοβουλίες για τη θέσπιση δημοσιονομικών κανόνων και εποπτικών πρακτικών και για τη θωράκιση των ελεγκτικών μηχανισμών.
Πρωτοβουλίες, όπως είναι:

  • Η επικαιροποίηση και βελτίωση του συστήματος δημοσιονομικών ελέγχων.
  • Η ποσοτική και ποιοτική ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών για τη διαχείριση των δημοσίων πόρων.
  • Η ενίσχυση του πλαισίου δημοσιονομικών κανόνων και πρακτικών με την παράλληλη ενεργοποίηση μηχανισμών παρακολούθησης των ΔΕΚΟ και των ΝΠΙΔ.
  • Η σύσταση και λειτουργία του Παρατηρητηρίου Οικονομικής Αυτοτέλειας των ΟΤΑ.
  • Η θέσπιση τριμηνιαίων ενημερωτικών δελτίων επίτευξης των στόχων του προϋπολογισμού.
  • Η εδραίωση της τακτικής, έγκαιρης και έγκυρης ενημέρωσης και της διαφάνειας σχετικά με την πορεία εκτέλεσης του Προϋπολογισμού.
  • Η περαιτέρω θεσμική θωράκιση της καταπολέμησης της απάτης.
  • Η αναβάθμιση του ρόλου του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, αρχικά με την επαναλειτουργία του και, στη συνέχεια, με τη διασφάλιση της θεσμικής του υπόστασης, σε αντίθεση με ότι συνέβαινε στο παρελθόν.

Ωστόσο, παρά τα σημαντικά βήματα που έχουν ήδη συντελεστεί, αλλά και με δεδομένες και τις αλλαγές στην άσκηση δημοσιονομικής πολιτικής σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, η χώρα και η οικονομία της εξακολουθούν να έχουν ανάγκη από ισχυρούς, επαρκείς και αποτελεσματικούς θεσμούς, που να διασφαλίζουν το δημόσιο συμφέρον και να το προστατεύουν από τις παθογένειες του παρελθόντος.
Και τέτοιους θεσμούς επικαιροποιούμε, αλλά και δημιουργούμε με την παρούσα νομοθετική πρωτοβουλία.
Το ισχύον θεσμικό πλαίσιο για τη δημοσιονομική διαχείριση, όπως αυτό είχε αποτυπωθεί, από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, στο νόμο για το Δημόσιο Λογιστικό, κρίθηκε ότι χρήζει εκ βάθρων αναθεώρησης και εκσυγχρονισμού, προκειμένου να εναρμονιστεί με όσα ισχύουν πλέον στην Ευρωζώνη.
Για το σκοπό αυτό, καθώς και για λόγους συστηματικής νομοθέτησης, αντί της επικαιροποίησης του Ν. 2362/1995, ο οποίος έχει ήδη τροποποιηθεί πολλές φορές από την ψήφισή του τα τελευταία 20 περίπου χρόνια, προκρίθηκε η κατάργηση όλων των σχετικών διατάξεων και η σύνταξη ενός νέου αναδομημένου Νόμου, που να αντανακλά τις αυξημένες ανάγκες κατάρτισης, παρακολούθησης και θέσπισης διαδικασιών σε όλους τους υποτομείς που απαρτίζουν τη Γενική Κυβέρνηση.
Ειδικότερα, με το υπό συζήτηση Σχέδιο Νόμου:

  • Αναμορφώνονται οι κανόνες δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας.
  • Εκσυγχρονίζεται, εναρμονίζεται και συντονίζεται το υφιστάμενο εθνικό δημοσιονομικό πλαίσιο με τις βέλτιστες ευρωπαϊκές και διεθνείς πρακτικές.
  • Επικαιροποιούνται οι ισχύουσες διατάξεις του δημόσιου λογιστικού.
  • Αναδεικνύεται και εμπεδώνεται η έννοια της δημοσιονομικής πειθαρχίας.

Στόχοι του Σχεδίου Νόμου είναι:
1ον. Να θωρακισθεί η πρωτόγνωρη δημοσιονομική προσαρμογή της χώρας από μελλοντικές δημοσιονομικές και μακροοικονομικές ανισορροπίες, ώστε να μην τεθούν σε κίνδυνο οι τεράστιες θυσίες της Ελληνικής κοινωνίας.
2ον. Να συγκεντρωθεί, σε έναν Νόμο, το σύνολο των διατάξεων που αφορούν τη δημοσιονομική διαχείριση.
3ον. Να ενσωματωθούν οι νέοι Ευρωπαϊκοί Κανόνες οικονομικής και δημοσιονομικής διακυβέρνησης.
Κανόνες που είναι, πράγματι, πιο αυστηροί και δεσμευτικοί, και που ισχύουν για όλα τα κράτη-μέλη, ακόμη και για αυτά που είναι σε Προγράμματα Προσαρμογής όταν βγουν από τα Μνημόνια.

Οι βασικές ρυθμίσεις που εισάγονται, για πρώτη φορά, είναι:
1ον. Η θέσπιση, σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης, αριθμητικών δημοσιονομικών κανόνων, για το δημοσιονομικό ισοζύγιο και το χρέος.
Κάθε κράτος-μέλος πρέπει να διαθέτει αριθμητικούς δημοσιονομικούς κανόνες που προωθούν αποτελεσματικά, σε ένα πολυετές πλαίσιο και για το σύνολο της Γενικής Κυβέρνησης, τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις στον τομέα της δημοσιονομικής πολιτικής, που απορρέουν από τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σημειώνεται, ιδιαίτερα, ότι ο «κανόνας της δημοσιονομικής θέσης» προβλέπει, για πρώτη φορά, το διαρθρωτικό ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης, τον καθορισμό δηλαδή κυκλικά προσαρμοσμένων στόχων λαμβάνοντας υπόψη την επίπτωση του οικονομικού κύκλου.
Κανόνας ιδιαίτερα σημαντικός για χώρες όπως η Ελλάδα, η οποία είχε, το 2013, ένα από τα υψηλότερα κυκλικά διορθωμένα πρωτογενή πλεονάσματα στον κόσμο.

2ον. Η παρακολούθηση, ανάλυση και επίβλεψη των δημοσιονομικών κανόνων, από ανεξάρτητους φορείς.
Ιδιαίτερα με τη σύσταση, μετά από επισταμένη επεξεργασία τόσο των βέλτιστων διεθνών πρακτικών όσο και των εθνικών ιδιαιτεροτήτων, του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου.
Πρόκειται για μία ανεξάρτητη διοικητική αρχή, κατά το πρότυπο αντίστοιχων Δημοσιονομικών Συμβουλίων που ήδη λειτουργούν σε άλλα 12 Ευρωπαϊκά κράτη-μέλη και δρομολογούνται και στα υπόλοιπα.
Αρχή με διακριτή και ισχυρή θεσμική υπόσταση.
Αρχή, που θα είναι σε θέση να αξιολογεί τις μακροοικονομικές προβλέψεις και τις παραδοχές επί των οποίων βασίζονται, να ενημερώνει δημόσια, σε τακτά χρονικά διαστήματα, για την πορεία των δημόσιων οικονομικών, να παρεμβαίνει, όταν χρειάζεται, για την τήρηση των δημοσιονομικών κανόνων και να συνεργάζεται θεσμικά και αξιόπιστα με τη Βουλή των Ελλήνων και το Υπουργείο Οικονομικών.
Αρχή, που αναμένεται να ενισχύσει την αξιοπιστία της χώρας στη δημοσιονομική διαχείριση, όπως υποστήριξαν και οι φορείς κατά την ακρόασή τους.
Στο σημείο αυτό, θέλω να σταθώ εκ νέου στη διάταξη που αφορά στη δυνατότητα συμμετοχής πολιτικών προσώπων στο Δ.Σ. του υπό σύσταση Δημοσιονομικού Συμβουλίου.
Επαναλαμβάνω ότι η διάταξη που δεν επιτρέπει τη συμμετοχή αυτή έχει ως αποκλειστικό στόχο να προστατευθεί η θεσμική υπόσταση και η αμεροληψία του έργου του Συμβουλίου.
Να καθιερωθεί η ανεξαρτησία και η αξιοπιστία του στη συνείδηση της κοινωνίας.

Ωστόσο, προς την κατεύθυνση αναζήτησης της άριστης λύσης, σε περιβάλλον ευρύτερης δυνατής συναίνεσης, δίνουμε, με νομοτεχνική παρέμβαση, τη δυνατότητα συμμετοχής στο Συμβούλιο και πολιτικών προσώπων, με διαδρομή στην εκτελεστική και νομοθετική εξουσία, υπό ορισμένες όμως προϋποθέσεις.
Ειδικότερα:
1η προϋπόθεση: Η παρέλευση ενός ευλόγου χρονικού διαστήματος από την έξοδο των προσώπων αυτών από το πολιτικό σύστημα. Το εν λόγω χρονικό διάστημα ορίζεται στα 4 έτη, όσο είναι μία πλήρης κοινοβουλευτική θητεία.
2η προϋπόθεση: Μόνο έως 2 από τα 5 μέλη του Δ.Σ. μπορούν να έχουν θητεύσει στις πολιτικές θέσεις, που περιγράφονται στις σχετικές διατάξεις.
3η προϋπόθεση: Κατά την πρώτη θητεία του Δ.Σ., δεν θα μπορούν να συμμετάσχουν πρόσωπα που έχουν θητεύσει στις πολιτικές θέσεις που περιγράφονται στις σχετικές διατάξεις.
3ον. Η θέσπιση γενικών αρχών που πρέπει να διέπουν το δημοσιονομικό στρατηγικό σχεδιασμό με στόχο τη διατήρηση και ενίσχυση της δημοσιονομικής σταθερότητας.
Στο σημείο αυτό, επειδή αναφέρθηκε από κάποιους Συναδέλφους η ένσταση για την εισαγωγή της διατύπωσης ότι «ο δημοσιονομικός σχεδιασμός δίνει προτεραιότητα στην εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους», ο Αναπληρωτής υπουργός) επισήμανε τα εξής:
Καταρχάς να ξεκαθαριστεί ότι ο δημοσιονομικός σχεδιασμός αποτελεί μέρος του οικονομικού σχεδιασμού.
Η εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους, προφανώς, δεν αποτελεί το μοναδικό στόχο του δημοσιονομικού σχεδιασμού.
Όμως, δεδομένου του μεγέθους του χρέους και προκειμένου η χώρα να διευρύνει σταδιακά τους βαθμούς ελευθερίας της, είναι εξαιρετικά σημαντικός και σε κάθε περίπτωση η δημοσιονομική πολιτική δεν είναι ο μόνος πυλώνας άσκησης της οικονομικής πολιτικής.
Είναι, όμως βασικός, άξονας, όπως βασικοί άξονες είναι η επίτευξη μακροχρόνιας βιώσιμης ανάπτυξης, η ενίσχυση της απασχόλησης, η τόνωση της κοινωνικής συνοχής.
Εμείς θεωρούμε, όπως είπε ο Αναπληρωτής υπουργός, ότι η δημοσιονομική πολιτική, βεβαίως, πρέπει να εναρμονίζεται με την οικονομική πολιτική.
Σε κάθε περίπτωση, και επί του συγκεκριμένου, η αρχή της κατά προτεραιότητα εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους προκειμένου να διατηρείται και να ενισχύεται μόνο η δημοσιονομική σταθερότητα, εισήχθη για πρώτη φορά στις γενικές αρχές που διέπουν τους δημοσιονομικούς κανόνες το Μάρτιο του 2012.
Αυτό έγινε με το Ν. 4063/2012 (30.03.2012), που κύρωσε τη Συνθήκη για τη Σταθερότητα, το Συντονισμό και τη Διακυβέρνηση στην ΟΝΕ.
Ο Αναπληρωτής υπουργός διευκρίνισε ότι με το Σχέδιο Νόμου που συζητάμε σήμερα, σε αυτή την αρχή της κατά προτεραιότητα εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους προκειμένου να διατηρείται και να ενισχύεται η δημοσιονομική σταθερότητα, έρχεται η Ελληνική Κυβέρνηση να εντάξει και την έννοια της οικονομικής σταθερότητας.
Πλέον η διατύπωση είναι «ο δημοσιονομικός σχεδιασμός δίνει προτεραιότητα στην εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους για τη διατήρηση και την ενίσχυση της δημοσιονομικής και οικονομικής σταθερότητας».
Όχι μόνο, δηλαδή, δημοσιονομική, αλλά και οικονομική σταθερότητα. Η αναπτυξιακή διαδικασία στην οικονομία πρέπει να εναρμονίζεται με τη διάσταση της οικονομικής και δημοσιονομικής σταθερότητας.Επί της τροπολογίας που αφορά τη διαχείριση τα έσοδα του Ελληνικού Δημοσίου από εγκληματικές δραστηριότητες, ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών ανέφερε τα ακόλουθα:
«Όπως γνωρίζετε, το Δεκέμβριο του 2013, προχωρήσαμε στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους στο άνοιγμα ειδικού λογαριασμού στην Τράπεζα της Ελλάδος, όπου συγκεντρώνονται χρηματικά ποσά, τα οποία προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες κατά του Ελληνικού Δημοσίου.
Από τότε και έπειτα, με αυξανόμενο ρυθμό, παρατηρείται κατάθεση σημαντικών ποσών.
Ήδη, μέχρι τώρα έχουν συγκεντρωθεί περίπου 33,8 εκατ. ευρώ.
Μάλιστα, μόλις πριν από 4 ημέρες κατατέθηκαν άλλες περίπου 24.000 ευρώ.
Από την πρώτη στιγμή, έχουμε ξεκαθαρίσει ότι το συγκεκριμένο ποσό, που αποτελεί προϊόν τέτοιων έκνομων δραστηριοτήτων, έχει συγκεντρωθεί στον εν λόγω λογαριασμό από καταθέσεις ατόμων που ενέχονται σε διάφορες υποθέσεις, τις οποίες διερευνά η Δικαιοσύνη, και αποδίδεται πλέον στην κοινωνία.
Με την υπό κατάθεση τροπολογία ορίζεται ότι τα ανωτέρω ποσά αποτελούν έσοδα του Προϋπολογισμού στο έτος που κατατίθενται, ενώ παράλληλα, αντίστοιχου ύψους πιστώσεις μπορούν να εγγράφονται στον Τακτικό Προϋπολογισμό – σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο Δημόσιο Λογιστικό – για την ενίσχυση προγραμμάτων ή δράσεων που αφορούν, ιδίως, την εκπαίδευση, την έρευνα, την υγεία ή την κοινωνική αλληλεγγύη.
Ειδικότερα, με σχετική απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατανέμεται το ποσό αναλυτικά μεταξύ των φορέων, πριν την εγγραφή και διάθεση των πιστώσεων στον προϋπολογισμό των φορέων που πρόκειται να ενισχυθούν ενώ προβλέπεται διαδικασία μεταφοράς των τυχόν αδιάθετων πιστώσεων, μετά την παρέλευση τριμήνου, στους λοιπούς οριζόμενους από την προτεινόμενη ρύθμιση φορείς.
Έτσι, διασφαλίζεται η έγκαιρη και στοχευμένη αξιοποίηση των ποσών από προϊόντα εγκληματικών ενεργειών».

Επί της τροπολογίας που αφορά το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών ανέφερε τα ακόλουθα:
«Η άλλη τροπολογία αφορά το ζήτημα των παρακαταθηκών του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων.
Όπως γνωρίζετε, από το έτος 1878 μέχρι σήμερα, μόνο μία φορά, το 1984, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων προέβη στην κήρυξη ως αζήτητων των αυτούσιων παρακαταθηκών της περιόδου 1878 έως 1920.
Αυτό έχει ως συνέπεια όλες οι ανεξόφλητες αυτούσιες παρακαταθήκες από το 1920 μέχρι σήμερα, να μην έχουν αξιοποιηθεί.
Το ίδιο ισχύει και για τις ανεξόφλητες χρηματικές παρακαταθήκες που παραμένουν στο Ταμείο από πολλών ετών.
Για πρώτη φορά στην εκατονταετή ιστορία του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, ανελήφθη η πρωτοβουλία καταγραφής, κατηγοριοποίησης, εκτίμησης και αξιοποίησης παρακαταθηκών που φυλάσσονται σε αυτό.
Η πρωτοβουλία αυτή είναι αποτέλεσμα της ανάγκης για την αντιμετώπιση προβλημάτων και δυσλειτουργιών που υφίστανται στη λειτουργία και διαχείριση μεγάλου αριθμού παρακαταθηκών που παραμένουν στο Ταμείο ήδη από τις αρχές του αιώνα.
Προς αυτή την κατεύθυνση, με Απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, στις 19 Δεκεμβρίου 2013, συγκροτήθηκε 5-μελής Ειδική Επιτροπή, με την συμμετοχή έγκριτων νομικών και υπηρεσιακών παραγόντων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων.
Βασικός σκοπός της Επιτροπής ήταν η καταγραφή και η κατηγοριοποίηση των υφιστάμενων αυτούσιων και χρηματικών παρακαταθηκών που βρίσκονται τόσο στην κεντρική όσο και στις περιφερειακές υπηρεσίες του Ταμείου.
Η Επιτροπή, μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, ολοκλήρωσε και κατέθεσε το πόρισμά της, σύμφωνα με το οποίο στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, μέχρι και τις 29 Ιανουαρίου 2014, υπάρχουν 36.172 αυτούσιες παρακαταθήκες.

Επιπρόσθετα, χρήσιμα συμπεράσματα του πορίσματος είναι ότι:
1ον. Με το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, η κήρυξη των αυτούσιων παρακαταθηκών ως αζήτητων και η παραγραφή τους απαιτεί την εξέταση καθεμίας παρακαταθήκης ξεχωριστά.
2ον. Δεδομένου του όγκου των ανεξόφλητων παρακαταθηκών, απαιτείται μεγάλο χρονικό διάστημα για την εξέταση της συνδρομής ή μη των προϋποθέσεων της παραγραφής.
Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη τα συμπεράσματα του πορίσματος και προκειμένου να καταστεί δυνατή η αμεσότερη αξιοποίηση των κεφαλαίων παλαιών ανεξόφλητων παρακαταθηκών λόγω του μεγάλου όγκου αυτών, προτείνεται μια εφάπαξ νομοθετική ρύθμιση.
Σύμφωνα με τη ρύθμιση αυτή, προβλέπεται η παραγραφή υπέρ του Ταμείου όλων των ανεξόφλητων αυτουσίων και χρηματικών παρακαταθηκών (πλην αυτών που αφορούν αποζημιώσεις από απαλλοτριώσεις) που έχουν συσταθεί προ 25ετίας με την προηγούμενη τήρηση διαδικασιών δημοσιότητας προς ενημέρωση οποιουδήποτε τυχόν αξιώνει δικαίωμα επί αυτών».Επί της τροπολογίας που αφορά τα αναδρομικά των δικαστικών, ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών ανέφερε τα ακόλουθα:
«Το Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος, γνωστό ως Μισθοδικείο, είναι Ανώτατο Δικαστήριο, που αποφαίνεται σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, για θέματα της αρμοδιότητάς του, ενώ η Διοίκηση υποχρεούται να συμμορφώνεται με τις αποφάσεις του.
Με την εν λόγω Τροπολογία, η Κυβέρνηση συμμορφώνεται με την απόφαση που εκδόθηκε το 2013 από αυτό το Ειδικό Δικαστήριο (απόφαση υπ’ αριθ. 88/2013).
Με την απόφαση αυτή κρίθηκε ότι οι διατάξεις του Ν. 4093/2012, με τις οποίες επιβλήθηκαν περικοπές στις αποδοχές των δικαστικών λειτουργών, αντίκεινται στα άρθρα 26, 87 παρ. 1 και 88 παρ. 2 του Συντάγματος και στις απορρέουσες από αυτά αρχές της διάκρισης των λειτουργιών, της ισοδυναμίας και της ισοτιμίας αυτών και της ανεξαρτησίας της δικαστικής λειτουργίας.
Συνεπώς, για τον καθορισμό των αποδοχών των δημόσιων αυτών λειτουργών εφαρμόζονται πλέον οι διατάξεις που ίσχυαν πριν από τη θέση σε ισχύ των διατάξεων του Ν. 4093/2012.
Το γεγονός ότι η εν λόγω απόφαση εκδόθηκε το 2013, παρείχε την ευχέρεια, έγκαιρα, δεδομένης της υποχρέωσης συμμόρφωσης με τις δικαστικές αποφάσεις, να προβλεφθεί η σχετική πίστωση και να περιληφθεί η δαπάνη τόσο για την ικανοποίηση των αναδρομικών αξιώσεων όσο και για την εφεξής αποκατάσταση του μισθολογίου αυτών των λειτουργών στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ) 2015-2018, έτσι ώστε να μην προκαλείται υπέρβαση των ανώτατων ορίων δαπανών.
Θυμίζω ότι αυτό ψηφίστηκε από τη Βουλή των Ελλήνων το Μάιο του 2014 (Ν. 4263/2014, ΦΕΚ Α’ 117).
Όπως μπορείτε να δείτε στη σελίδα 40 της Εισηγητικής Έκθεσης, στις αποδοχές και συντάξεις, έχει ενταχθεί, μεταξύ άλλων, η αύξηση των δαπανών για την καταβολή διαφορών στους εν ενεργεία και συνταξιούχους δικαστικούς επί των αποδοχών και συντάξεων που τους περικόπηκαν το 2012.
Επιπρόσθετα, την ίδια συνέπεια στις δεσμεύσεις αλλά και συμμόρφωση στις αποφάσεις της Δικαιοσύνης επιδεικνύει η Κυβέρνηση και στην περίπτωση των ενστόλων.
Έπονται, σε σύντομο χρονικό διάστημα, ρυθμίσεις που θα εναρμονίζονται με την πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, που τους αφορά.
Ωστόσο, όπως έγινε και στην περίπτωση των δικαστικών, προκειμένου να εκτελεστεί αυτή η απόφαση, απαιτούνται οι σχετικές πιστώσεις.
Πιστώσεις, οι οποίες, όπως είναι φυσικό, δεν έχουν προβλεφθεί στην παρούσα φάση, δεδομένου ότι η απόφαση εκδόθηκε εντός του 2014 και, κυρίως, κατόπιν της ψήφισης του ΜΠΔΣ 2015-2018, που θέτει τα ανώτατα δεσμευτικά όρια δαπανών.
Η Κυβέρνηση, σε κάθε περίπτωση, προκειμένου να καταβληθούν τα αναδρομικά προς τους ενστόλους, σε εκτέλεση της σχετικής δικαστικής απόφασης, εξετάζει τρόπους κάλυψης, με διάφορους τρόπους, του δημοσιονομικού κενού που αναπόφευκτα δημιουργείται.
Θυμίζω ωστόσο ότι, ειδικά για τους ένστολους:

  • Δεν εφαρμόστηκαν, κατόπιν διαπραγμάτευσης της Κυβέρνησης, ψηφισμένες περικοπές στο μισθολόγιό τους.
  • Έλαβαν εφάπαξ εισοδηματική ενίσχυση, με την καταβολή του «κοινωνικού μερίσματος», ως αποτέλεσμα της υπερκάλυψης των δημοσιονομικών στόχων της χώρας για το 2013.
  • Έχουν τύχει ευνοϊκών προϋποθέσεων, σε διάφορες νομοθετικές ρυθμίσεις, αναφορικά με τις διαδικασίες συνταξιοδότησής τους.

Επομένως, η Κυβέρνηση είναι συνεπής στις δεσμεύσεις της, και αίρει, σταδιακά, στρεβλώσεις και αδικίες που συντελέστηκαν».

Ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, κατά την ολοκλήρωση της τοποθέτησής του, σημείωσε:
«Η βελτίωση, ενδυνάμωση και θωράκιση του θεσμικού πλαισίου δημοσιονομικής διαχείρισης, τόσο στην Ελλάδα όσο και στις άλλες χώρες της Ευρωζώνης, αποτελούν βασική προϋπόθεση για να μην ξαναβρεθούν οι οικονομίες σε διαταραχή και οι κοινωνίες σε δύσκολες καταστάσεις, αντίστοιχες των τελευταίων ετών.
Και προς αυτή την κατεύθυνση κινείται το νέο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρώπης.
Ένα πλαίσιο που ισχύει για όλα τα κράτη-μέλη.
Ένα πλαίσιο που εδράζεται σε Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς, οι οποίοι, όπως γνωρίζετε, είναι γενικής εφαρμογής, υποχρεωτικοί σε όλα τα στοιχεία τους και άμεσα εφαρμοστέοι σε όλα τα κράτη-μέλη.
Ακριβώς, όπως, ένας εθνικός νόμος.
Ισχύει για όλα τα κράτη-μέλη που θέλουν να ανήκουν στην Ευρωζώνη.
Δεν επιβάλλεται, επιλέγεται.
Υπενθύμισε ότι, ως χώρα, έχουμε επιλέξει να συμμετέχουμε στις διαδικασίες εμβάθυνσης της οικονομικής, και ιδιαίτερα της δημοσιονομικής και τραπεζικής ενοποίησης.
Ενοποίηση, η οποία προσδοκούμε ότι θα διαμορφώσει ένα θεσμικό πλαίσιο αναγκαίο και ικανό για την αντιμετώπιση, αλλά και την αποτροπή στο μέλλον, περιπτώσεων αντίστοιχων με τις επιπτώσεις αυτής στις οικονομίες και τις κοινωνίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την πρόσφατη χρηματοοικονομική κρίση.
Παράλληλα, όμως, η Ευρώπη οφείλει να ανταποκριθεί στις προκλήσεις, προωθώντας, σε συνδυασμό με την εμβάθυνση της ΟΝΕ και τη βιώσιμη αποκατάσταση των δημόσιων οικονομικών, την αντιμετώπιση των τάσεων για ύφεση και τη δυναμική της ανεργίας, μέσω της υιοθέτησης και υλοποίησης αναπτυξιακών πολιτικών.
Να επιτύχει και να διασφαλίσει μια «ισορροπία» μεταξύ των πολιτικών δημοσιονομικής σταθερότητας και των πολιτικών ανάπτυξης, ώστε να ενισχυθεί καθοριστικά η απασχόληση και να τονωθεί η συνοχή, σε ευρωπαϊκό και περιφερειακό επίπεδο.
Και αυτό γιατί η δημοσιονομική εξυγίανση, προσαρμογή και πειθαρχία, αν και αναγκαία, δεν αποτελεί από μόνη της ικανή συνθήκη για την έξοδο από την κρίση και για τη διασφάλιση της ευημερίας για όλους τους πολίτες.

Τέλος ο Αναπληρωτής υπουργός πρότεινε να εστιάσουμε στις αναγκαίες δράσεις για να οικοδομήσουμε, όλοι μαζί, ένα ασφαλέστερο και καλύτερο μέλλον για τη χώρα και τους πολίτες έκανε έκκληση στήριξης της παρούσας νομοθετικής πρωτοβουλίας.
Δείτε το Δελτίο τύπου ΕΔΩ

Related posts